«Η Ελλάδα δεν συζητά κυριαρχικά δικαιώματα», δήλωσε χθες μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης προσθέτοντας αφενός ότι η χώρα δεν απεμπολεί το δικαίωμά της στα 12 μίλια αφετέρου πως η όποια συζήτηση περί 6 μιλιών είναι αλυσιτελής. Με απλά λόγια, ο υπουργός Εξωτερικών εν αναμονή της επίσκεψης του Τούρκου ομολόγου του ξεκαθάρισε τις ελληνικές θέσεις δίνοντας το στίγμα για τις συζητήσεις που θα ακολουθήσουν και που κινούνται στο πλαίσιο των «κόκκινων γραμμών» που έχουν τεθεί. «Κόκκινες γραμμές» στις οποίες κατ’ επανάληψη έχει αναφερθεί και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σημειώνοντας με έμφαση ότι η Ελλάδα συζητά με την Τουρκία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποχωρεί σε οποιαδήποτε από τις θέσεις της και κυρίως ως προς το γεγονός ότι αναγνωρίζει μόνο μία διαφορά με τη γείτονα και πάνω σε αυτήν τη βάση γίνονται και οι συζητήσεις, που δεν σημαίνει ότι θα καταλήξουν αν η άλλη πλευρά εμμένει στη ρητορική και τα περί λύσης-πακέτου.

Το θέμα είναι σαφές. Πιο σαφές δεν γίνεται. Ομως στην Ελλάδα ορισμένοι επιχειρούν, όπως έκαναν και στο παρελθόν, να στήσουν πολιτικές καριέρες πάνω σε εθνικά θέματα όπως και στο θέμα του μεταναστευτικού. Είναι οι –κατά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Παύλο Μαρινάκη– αποκαλούμενοι «τσάμπα πατριώτες» που ακολουθούν τον δρόμο του «όχι σε όλα» σε συνδυασμό με αυτόν των εύκολων καταγγελιών και κατηγοριών. «Δεν εκχωρούμε τίποτα, δεν συζητάμε ζητήματα κυριαρχίας, δυναμώνουμε τη χώρα μας, τη θωρακίζουμε, την εξοπλίζουμε και καταφέρνουμε να τη μετατρέπουμε από μαύρο πρόβατο της Ευρώπης σε μια χώρα που πρωταγωνιστεί», ανέφερε χθες ο Παύλος Μαρινάκης. Και εδώ ακριβώς είναι η διαφορά...

Η Ελλάδα πλέον πρωταγωνιστεί στην Ανατολική Μεσόγειο, στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή, ως δύναμη σταθερότητας, θωρακίζοντας την άμυνά της, έχοντας πετύχει μέσα από τη δημιουργία συνθηκών ασφάλειας οικονομική ανάπτυξη ικανή να αναδείξει τον ρόλο της σε όλα τα επίπεδα. Και αυτή η διαφορά δίνει τη δυνατότητα διεκδικήσεων αλλά και κατοχύρωσης θέσεων με παρεμβάσεις που δύνανται να αποτελούν οδηγό αποφάσεων, ειδικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης. Στο πλαίσιο αυτό, οι συζητήσεις με την Τουρκία, όπως και η συνάντηση που θα γίνει στην Αθήνα μεταξύ του Γιώργου Γεραπετρίτη και του Χακάν Φιντάν έχουν συγκεκριμένες βάσεις και θέσεις από την ελληνική πλευρά, που μπορεί να συζητά χωρίς να έχει οποιοδήποτε φόβο για τις εξελίξεις.

Αλλωστε, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας και της Τουρκίας θα διερευνήσουν την έναρξη συζητήσεων βάσει των εντολών που έχουν λάβει, ο μεν Γιώργος Γεραπετρίτης από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο δε Χακάν Φιντάν από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όπως συμφωνήθηκε στη συνάντηση που είχαν οι δύο ηγέτες στο περιθώριο της Συνόδου του Συμβουλίου Ασφαλείας στον ΟΗΕ. Επίσης, θα δρομολογήσουν και τις διαδικασίες αναφορικά με την επόμενη συνάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο στην Αγκυρα. Σε κάθε περίπτωση, η ουσία είναι πως οι δύο πλευρές μπορούν να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι και να κάνουν διάλογο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει πρόθεση υποχώρησης στην κεντρική γραμμή της, δηλαδή την κάθετη στήριξη των κυριαρχικών δικαιωμάτων της.

Την ίδια στιγμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση δείχνουν αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν στους «τσάμπα πατριώτες» να δημιουργήσουν αρνητικές εντυπώσεις στο εσωτερικό της χώρας. Η προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη και στηρίζεται από διάφορες πλευρές, προκειμένου ο πρωθυπουργός να «κοντύνει» μέσω της ανόδου των κομμάτων που κινούνται στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, δεν θα πετύχει. Τουλάχιστον αυτό διαμηνύουν από την κυβερνώσα παράταξη, που έχει... χαρτογραφήσει πλήρως τους διακινητές των διαφόρων σεναρίων συνωμοσίας. Σενάρια που ξεκινούν από τα ελληνοτουρκικά και φτάνουν μέχρι το μεταναστευτικό. Σενάρια που ρίχνουν νερό στον μύλο μιας διαδικασίας, και καταλήγουν από ένα σημείο και μετά στα όρια της γραφικότητας.

Ούτε μυστική διπλωματία υπάρχει ούτε διάθεση υποχωρητικότητας. Και αυτό τονίζεται προς πάσα κατεύθυνση. Δεν είναι άγνωστη η ελληνική στάση στην τουρκική πλευρά. Εντούτοις, ο διάλογος και τα ήρεμα νερά διατηρούνται προς όφελος, θα έλεγε κανείς, και των δύο πλευρών. Ειδικά η χώρα μας μέσα από τη μείωση των μεταναστευτικών ροών στον Εβρο και τη διατήρηση της ηρεμίας στο Αιγαίο έχει οφέλη, όπως διαπιστώνεται και από την τουριστική κίνηση που καταγράφηκε στις νησιωτικές περιοχές.

Τα περί «προσφυγής-πακέτο» στη Χάγη, καθώς και τα περί συζητήσεων με βάση «την ολιστική προσέγγιση της Τουρκίας για το Αιγαίο» αποτελούν τουρκικές θέσεις, τη στιγμή που η ελληνική πλευρά είναι σαφής ως προς την πάγια στάση της, σύμφωνα με την οποία υπάρχει μόνο μία διαφορά, που δεν είναι άλλη από την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Το σίγουρο είναι ότι ο διάλογος δημιουργεί συνθήκες επικοινωνίας, ακόμη και για την αποφυγή δύσκολων καταστάσεων. Οι επικριτές των κυβερνητικών χειρισμών κινούνται με μικροκομματική τακτική και με βάση μια πολιτική καιροσκοπισμού που απέχει από τη λογική της πλειοψηφίας στη χώρας.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»