Παρατίθεται παρακάτω μια ελεύθερη μετάφραση της νέας παρέμβασης του Ahmad Mansour στη Welt με αφορμή τα δημοσιεύματα της SZ και της Bild για τις στημένες εικόνες που εξάγει η Χαμάς προς τη διεθνή κοινότητα. 

Η Χαμάς γνωρίζει καλά ότι δεν έχει καμία πιθανότητα στρατιωτικής επικράτησης. Γι’ αυτό χρησιμοποιεί κάτι άλλο: την κάμερα. Την εικόνα. Όχι απλώς για καταγραφή αλλά ως όπλο. Αντίθετα, το Ισραήλ, αν και διαθέτει υπερσύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία, αποδεικνύει ερασιτεχνισμό στην ψηφιακή επικοινωνία.

Φανταστείτε για λίγο: Αν ο Γκέμπελς είχε TikTok. Αν το Υπουργείο Προπαγάνδας των Ναζί το 1945 δεν έλεγχε απλώς εφημερίδες και ραδιόφωνα, αλλά διέθετε την οπτική δύναμη του Facebook, τη συναισθηματική διείσδυση του Instagram και την αλγοριθμική δύναμη του TikTok, σε πραγματικό χρόνο, χωρίς φίλτρα, παγκοσμίως, και με virality.

Οι φλόγες της Δρέσδης θα είχαν σκηνοθετηθεί εκατομμύρια φορές. Σε slow motion, με μουσική υπόκρουση. Παράλληλα, οι εικόνες από το Άουσβιτς θα είχαν θαφτεί αλγοριθμικά, ενώ η ιστορία ίσως να είχε γραφτεί διαφορετικά.

Αυτό που περιγράφεται ως εφιαλτικό σενάριο, είναι αυτό που ζούμε από την 7η Οκτωβρίου 2023. Τον πρώτο πόλεμο της μετα-αλήθειας. Έναν πόλεμο όπου τα συναισθήματα μετρούν περισσότερο από τα γεγονότα. Όπου μια τρομοκρατική οργάνωση κερδίζει έδαφος στο TikTok. Έναν πόλεμο προπαγάνδας, γεμάτο κάμερες, αφηγήματα, hashtags και σκηνοθετημένες θυσίες.

Η κάμερα ως όπλο πολέμου

Η επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ δεν ήταν απλώς μια σφαγή. Ήταν μια μεθοδικά χορογραφημένη επικοινωνιακή επιχείρηση. Οι τρομοκράτες δεν κρατούσαν μόνο όπλα αλλά έφεραν μαζί τους και κάμερες GoPro. Τραβούσαν πλάνα καθώς σκότωναν γονείς, παιδιά, ηλικιωμένους• καθώς έκαιγαν ανθρώπους ζωντανούς• καθώς έπαιρναν ομήρους. Και κάπου αλλού, σε υπόγειους server, ψηφιακές ομάδες περίμεναν για να μοντάρουν, να επεξεργαστούν και να προσθέσουν ήχο. Όχι για αρχεία αλλά για το TikTok, για το Instagram, για το παγκόσμιο θέατρο. 

Οι εικόνες είχαν μια συγκεκριμένη αποστολή: να δείξουν ότι «οι Άραβες νίκησαν επιτέλους το μισητό εβραϊκό κράτος». Ήταν ένα μήνυμα εκδίκησης και αποκατάστασης της «αξιοπρέπειάς τους». Η αραβική ήττα στους πολέμους του 1948, 1967 και 1973 ήταν κάτι περισσότερο από στρατιωτική ήττα• ήταν ένα συλλογικό τραύμα. Η Χαμάς προσπάθησε να το επουλώσει με τα ψηφιακά ντοκουμέντα σφαγής.

Δεν ήταν ένα αυθόρμητο ξέσπασμα αλλά στρατηγική σκηνοθεσία

Η φρίκη της 7ης Οκτωβρίου δεν ήταν μια «έκρηξη οργής». Ήταν μια υπέρπαραγωγή για εκατομμύρια θεατές. Οι εικόνες δεν απευθύνονταν μόνο στο Ισραήλ αλλά στον αραβικό κόσμο, τον Παγκόσμιο Νότο, τη δυτική νεολαία, τους ακτιβιστές της Δύσης. Σε μια ήδη διαμορφωμένη αγορά μίσους.

Η Χαμάς γνωρίζει ότι δεν μπορεί να κερδίσει στρατιωτικά. Γι’ αυτό μετατρέπει την κάμερα σε κυρίαρχο όπλο της. Όχι παράπλευρο εργαλείο αλλά πρωταγωνιστή του πολέμου.

Η στρατηγική της είναι κυνική μα αποτελεσματική: πρώτα διαπράττει μια σφαγή και μετά, όταν το Ισραήλ αντιδρά, παρουσιάζει τη δική της θυματοποίηση σε νέο βίντεο.

Με κάθε απάντηση του Ισραήλ, τα κοινωνικά δίκτυα γεμίζουν με πλάνα από κατεστραμμένα σπίτια, τραυματισμένα παιδιά, κλαμένες μητέρες. Και ο κόσμος αντιδρά: με διαδηλώσεις, ανακοινώσεις, πολιτική πίεση.

Αυτός είναι ο στόχος: να εμφανιστεί το Ισραήλ ως ο καταπιεστής, να απονομιμοποιηθεί στα μάτια της διεθνούς κοινότητας ηθικά και πολιτικά.

Από θύτης, θύμα σε μια μέρα

Το πρωί της 7ης Οκτωβρίου η Χαμάς εμφανίζεται ως νικήτρια. Το ίδιο βράδυ έχει καταφέρει να μεταμορφωθεί σε θύμα. Οι τρομοκράτες που σκότωναν παιδιά βαφτίζονται τώρα «αγωνιστές της ελευθερίας». Οι στρατηγοί του πογκρόμ εμφανίζονται ως κάτοικοι «ανοιχτής φυλακής». Το Ισραήλ παρουσιάζεται ως αποικιοκράτης, καταπιεστής, η ρίζα κάθε κακού. Οι όμηροι; Ξεχασμένοι. Τα καμένα κιμπούτς; Στη λήθη. Τα δολοφονημένα βρέφη; Το ίδιο. Αντί γι’ αυτά στις οθόνες κυριαρχούν τα συντρίμμια και τα ψεύτικα δάκρυα.

Δεν είναι μόνη η Χαμάς

Από πίσω της υπάρχει ένα παγκόσμιο δίκτυο από ισλαμιστές, αριστερούς ακτιβιστές και ακαδημαϊκούς απολογητές. Ενωμένοι στο μίσος για το Ισραήλ, τη Δύση, τη Δημοκρατία και τον Ορθολογισμό. Αυτή η συμμαχία χτίζεται χρόνια: σε πανεπιστήμια, ΜΚΟ, ΜΜΕ. Με ορολογία συγκεκριμένη. Με αφηγήματα έτοιμα. Με framing καλά μελετημένο. Και καθώς το σκηνικό στήθηκε στην Ντόχα, οι χρήσιμοι ηλίθιοι της Δύσης πήραν θέσεις συχνά χωρίς καν να το αντιλαμβάνονται.

Η Δύση: αμήχανη και άφωνη

Οι δυτικές δημοκρατίες μοιάζουν ανίκανες να απαντήσουν. Ενώ τα αυταρχικά καθεστώτα κυριαρχούν στον ψηφιακό χώρο, εμείς ακόμα συζητάμε για κανόνες λειτουργίας των social media. Την ώρα που η Χαμάς εξαπολύει εκατομμύρια εικόνες, το Ισραήλ χάνει σε αξιοπιστία καθημερινά, σε κάθε πλατφόρμα, κάθε 24ωρο.

Αν και διαθέτει κορυφαία τεχνολογία, δεν μπορεί να επικοινωνήσει την αλήθεια. Είναι ευφυές στις μυστικές επιχειρήσεις μα σχεδόν βουβό όταν πρόκειται για εικόνες. Αλλά όποιος χάνει τον πόλεμο των εικόνων, χάνει και την πραγματικότητα. Και με τη σειρά του όποιος δεν μπορεί να περιγράψει την πραγματικότητα, σύντομα δεν θα μπορεί και να την υπερασπιστεί.

Ο αγώνας του αφηγήματος δεν αφορά μόνο το Ισραήλ

Αφορά και την αντιμετώπιση του ισλαμισμού στις πόλεις μας. Την εξάπλωση του αντισημιτισμού στα πανεπιστήμια. Την εμπιστοσύνη στη δημοκρατική κοινωνία μας.

Όποιος σήμερα ανέχεται τα ψέματα της Χαμάς, ανοίγει δρόμο στους αυριανούς εξτρεμιστές είτε πρόκειται για ισλαμιστές, ακροδεξιούς ή ακροαριστερούς.

Χρειαζόμαστε απαντήσεις, χρειαζόμαστε έναν αντίλογο. Παρουσία στον ψηφιακό κόσμο και έναν ψηφιακό διαφωτισμό. Γλώσσα συναισθηματική αλλά όχι φανατισμένη. Θέσεις ξεκάθαρες ακόμα κι απέναντι σε θύελλες αντιδράσεων. Αν δεν υπερασπιστούμε την αλήθεια, θα την χάσουμε.

Η Χαμάς κερδίζει τον πρώτο πόλεμο του TikTok. Όχι γιατί είχε δίκιο, αλλά γιατί κατάλαβε πώς λειτουργεί η προπαγάνδα στον 21ο αιώνα. Κάποτε αρκούσε ένας ραδιοφωνικός δέκτης. Σήμερα αρκεί ένα viral βίντεο. Κι όποιος μένει άπραγος απέναντι σε αυτό, γίνεται συμμέτοχος.

* Ο Ahmad Mansour, γεννημένος το 1976, είναι Άραβας-Ισραηλινός και ζει στο Βερολίνο από το 2004. Είναι πτυχιούχος ψυχολογίας και εργάζεται σε έργα κατά του εξτρεμισμού. Είναι επίσης ακούραστα αφοσιωμένος στην καταπολέμηση του αντισημιτισμού. Το μπεστ σέλερ του «Generation Allah: Why We Must Rethink the Fight Against Religious Extremism» δημοσιεύτηκε το 2015 και το «Straight Talk on Integration: Against False Tolerance and Scaremongering» δημοσιεύτηκε το 2018. Έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα σχετικά με το θέμα του σαλαφισμού και του αντισημιτισμού και έχει συμμετάσχει σε πολλές εκπομπές. Στις αρχές του 2018, ίδρυσε την Mind Prevention (Πρωτοβουλία Mansour για την Προώθηση της Δημοκρατίας και την Πρόληψη του Εξτρεμισμού). Έχει λάβει πολλά βραβεία για το έργο του, όπως το Βραβείο Moses Mendelssohn για την Προώθηση της Ανοχής, το Βραβείο Carl von Ossietzky, το Βραβείο Theodor Lessing, το Βραβείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ιδρύματος Gerhart και Renate Baum για το 2019 και τον Ομοσπονδιακό Σταυρό Αξίας για το 2022.