Μαύρα και προχωρημένα μεσάνυχτα ο Στέφανος Κασσελάκης προέβη σε ανάρτηση προκειμένου αφενός να ξεκαθαρίσει τα συναισθήματά του απέναντι στον Παύλο Πολάκη και αφετέρου να κρατήσει όλους εμάς ξάγρυπνους.
Για τα συναισθήματα δεν τον παρεξηγώ, δεν γνωρίζουν ώρες και όρια, ειδικά όταν είναι μεγάλα, μοναδικά κι ανεπανάληπτα. Ένα πράγμα δεν καταλαβαίνω και θα το πω όπως το σκέφτομαι: αφού υπάρχει τέτοια αγάπη στην καρδιά γιατί δεν τα λέτε από κοντά ή έστω στο τηλέφωνο, ρε παιδιά; Όλοι αγαπήσαμε, αλλά δεν κάναμε έτσι…
Βέβαια ο κύριος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα δεν ήθελε να μας πει για την αγάπη του προς τον κύριο Πολάκη, αλλά για το μίσος του προς τον κύριο Μητσοτάκη – συναίσθημα ομοίως ασίγαστο και συνταρακτικό. Ήθελε να ξέρουμε ότι η Νέα Δημοκρατία εξευτελίζει το Κοινοβούλιο, δεν τον αναγνωρίζει ως άνδρα, θεωρεί ότι μόνο οι γυναίκες τίκτουν και άλλα πολλά τέτοια που οδηγούν τη χώρα στα βράχια και πληγώνουν τους συμπολίτες που δεν γεννούν και τους απαξιώνουν…
Αυτή η ανάρτηση βέβαια θα είχε αποφευχθεί εάν δεν είχε σπεύσει η κυρία Γεροβασίλη να πει κάτι για μισές δουλειές που πρέπει να ολοκληρωθούν και η διαγραφή να είναι ολοσχερής. Τι ήθελε κι αυτή να μπει ανάμεσα σε μια καρμική σχέση και να κάνει υποδείξεις; Λάθος και ολίσθημα μεγάλο!
Εδώ που φτάσαμε δεν ξέρω τι άλλο μένει να συμβεί για να γίνει κατανοητό απ’ άκρου εις άκρον της χώρας ότι ουδείς έχει δικαίωμα να υποδεικνύει στον κύριο Κασσελάκη τι θα κάνει με το δέρμα του, διότι ο πολακισμός είναι δέρμα, είναι σαρξ εκ της σαρκός του κόμματος, είναι το αίμα στις φλέβες του, είναι το οξυγόνο του, ο ήλιος κι η βροχή του.
Rebranding στο DNA δεν γίνεται, μην ακούτε αυτά που κάνει ο κύριος Τσίπρας, ο οποίος επιχειρεί να αναδυθεί από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ-ινστιτούτο, θεωρώντας ότι έχουμε λησμονήσει πως ο κύριος Πολάκης είναι η δική του παρακαταθήκη, το δικό του κληροδότημα στο κόμμα. Αυτό άφησε όταν πήρε το μαξιλάρι του αγκαλιά και παραμέρισε: πολακισμός μέχρι να σβήσει ο ήλιος.