«Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Οταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε... γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε» – η φράση αυτή του μεγάλου Μάνου Χατζιδάκι έρχεται απλώς να επιβεβαιώσει ότι η τοξικότητα αποτελεί τον χειρότερο εφιάλτη μιας κοινωνίας. Ο Μάνος Χατζιδάκις περιέγραφε το τέρας με αφορμή την ακροδεξιά και τον νεοφασισμό. Πρόσθετε όμως ότι αυτό αφορά κάθε είδους «τέρας» που επιχειρεί να αναδυθεί, ανεξαρτήτως προέλευσης και ιδεολογίας. Και δεν άφηνε κανέναν εκτός. Αλλωστε δεν είχε ακουστά τα περί «ηθικού πλεονεκτήματος» της Αριστεράς. Ενα φρούτο που ξεπήδησε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Και όπως ξεπήδησε, έτσι και χάθηκε...

Η επίθεση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά κατά των αστυνομικών ήρθε να προστεθεί σε ένα κλίμα που επιχειρείται και πάλι να διαμορφωθεί στο πολιτικό σκηνικό και κατ’ επέκταση στην κοινωνία. Ενας πολιτικός, διότι πολιτικός είναι πλέον ο Νίκος Παππάς, διαπληκτίζεται μέσω πληκτρολογίου και ηχητικών μηνυμάτων με έναν αστυνομικό. Και κάπου εκεί μιλά συνολικά για σκουπίδια. Και κάπου εκεί του εύχεται «ψόφο σε όποιον αγαπά». Τι διαφορετικό, δηλαδή, από όσα έζησε η χώρα τα τελευταία δώδεκα με δεκατρία χρόνια; Τι διαφορετικό από τις κρεμάλες που στήνονταν στην πλατεία Συντάγματος; Τι διαφορετικό, τελικά, από τα λαϊκά δικαστήρια που δίκαζαν, καταδίκαζαν και εκτελούσαν κάποιες φορές; Μόνο που τελικά δεν έχει να κάνει μόνο με τον συγκεκριμένο πολιτικό.

Η σιωπή του ΣΥΡΙΖΑ και του Στέφανου Κασσελάκη ήταν εκκωφαντική, όπως εκκωφαντική ήταν και η στήριξη που επιχειρήθηκε από επώνυμα στελέχη προς το πρόσωπο του ευρωβουλευτή. Ο Παύλος Πολάκης δήλωσε πως τάσσεται με τον Νίκο Παππά, τον ευρωβουλευτή και πρώην μπασκετμπολίστα, μεταφέροντας την άποψη και των οπαδών που τον ακολουθούν και οι οποίοι έχουν προκαλέσει πανικό στην Κουμουνδούρου μέσα από τις προειδοποιήσεις τους σχετικά με τη διαγραφή του πρώην αναπληρωτή υπουργού Υγείας από την Κοινοβουλευτική Ομάδα.

Η συγκεκριμένη υπόθεση προκάλεσε αντιδράσεις. Η Νέα Δημοκρατία ζήτησε τη διαγραφή του. Το ίδιο και η κυβέρνηση διά του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη, ο οποίος τόνισε και το εξής: «Τέτοιες συμπεριφορές δεν έχουν θέση στη Δημοκρατία μας και οφείλουμε να τις στέλνουμε στο περιθώριο με πράξεις». Και εκεί ακριβώς είναι το θέμα. Είναι θέμα δημοκρατίας. Η οποία στηρίζεται στον λαό, εν τούτοις οι πολιτικοί έχουν την πλήρη ευθύνη... Οταν όμως η επιλογή κομμάτων που ανήκουν στο λεγόμενο δημοκρατικό τόξο και βρίσκονται στη Βουλή έχουν υιοθετήσει την τοξικότητα, τότε η κοινωνία βρίσκεται απέναντι στα φαινόμενα που η χώρα, το σύνολο των πολιτών ή έστω η μεγάλη πλειοψηφία, θέλουν να αφήσουν πίσω. Δεν είναι λίγα τα προβλήματα που υπάρχουν μπροστά. Σίγουρα δεν λύνονται με τον λαϊκισμό, την υποσχεσιολογία και τις μαγικές συνταγές. Φάνηκε αυτό την περίοδο 2015-2019...

Τι συμβαίνει όμως όταν η τοξικότητα και ο λαϊκισμός αποτελούν βασικές πολιτικές στρατηγικές; Οταν μέσω αυτών επιχειρείται να καλυφθούν κενά και ελλείψεις αναφορικά με προτάσεις και λύσεις που δύναται να έχουν απτά αποτελέσματα; Τι γίνεται όταν ο μιθριδατισμός της τοξικότητας μετατρέπεται σε ιδεολογία; Διότι αυτό συμβαίνει. Αυτό βλέπουμε. Σε αυτήν την εξέλιξη είμαστε μια ακόμη φορά μάρτυρες. Και θα πει κανείς: «Ναι, αλλά αυτό δεν συμβαίνει μόνο από τη μια πλευρά». Σωστό. Η πολιτική του πληκτρολογίου, η εύκολη λύση των ύβρεων και των άθλιων χαρακτηρισμών, ακριβώς λόγω της ευκολίας που προσφέρουν η τεχνολογία και το Διαδίκτυο, επιτρέπουν σε όλους να εκφράζονται ακόμη και με τον πλέον ακραίο τρόπο.

Λύσεις δεν υπάρχουν. Μπορεί όμως να αποφευχθεί η υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών από αυτούς που υποτίθεται ότι εκφράζουν τους πολίτες. Από αυτούς που έχουν επιλεγεί προκειμένου να τους εκπροσωπούν. Εντός και εκτός Ελλάδας. Διαφορετικά, αυτοί που καλούνται να... ηγηθούν, γίνονται παρακολούθημα και ουρές αυτών που κραυγάζουν και που συνήθως είναι μια ισχνή μειοψηφία η οποία κάνει απλά θόρυβο.

Το πρόβλημα, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, είναι ο κάθε είδους μιθριδατισμός. Η στιγμή, δηλαδή, που η καθημερινή δόση δηλητηρίου οδηγεί στην ανοσία. Σε αυτό που τελικά περιέγραψε και ο Μάνος Χατζιδάκις. Δηλαδή, να αρχίσουμε να μοιάζουμε στο τέρας. Και δυστυχώς πολιτικά κόμματα έχουν επιλέξει να τρέφουν αυτό το τέρας εδώ και χρόνια. Να επιχειρούν να κάνουν πράξη το «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» και να θεωρούν πως στόχος είναι το «ή αυτοί ή εμείς», φράσεις που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον από το κόμμα που εμφανίζεται ότι εκφράζει την Αριστερά.

Φράσεις που σήμερα επιχειρείται να έρθουν και πάλι στο προσκήνιο μέσα από την αγωνία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για το πολιτικό μέλλον της, αλλά και των ίδιων των στελεχών του κόμματος για το μέλλον τους μέσα στο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται και που δείχνει να επιχειρεί να αφήσει πίσω όλους όσοι αδυνατούν να ακολουθήσουν και να προσφέρουν στην πορεία της ανάταξης και της ανάπτυξης...