Ο Κυριάκος Βελόπουλος έχει μετατρέψει την πολιτική σε τηλεοπτική εκπομπή φτηνής ρητορικής. Από τη μία βλέπει «συνωμοσίες» πίσω από κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία, από την άλλη, στήνει μικροπαραστάσεις λαϊκής αγανάκτησης, χωρίς ούτε ένα τεκμηριωμένο στοιχείο. Η εξωτερική πολιτική, για τον αρχηγό της Ελληνικής Λύσης, δεν είναι υπόθεση σοβαρότητας και θεσμικού κύρους, αλλά ευκαιρία για φτηνό εντυπωσιασμό, φτάνοντας στο σημείο να σχολιάσει πως η νέα πρέσβης των ΗΠΑ, Κίμπερλι Γκιλφόιλ είδε πρώτα τον τραγουδιστή Κωνσταντίνο Αργυρό και θα ακολουθήσει να δει τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Αντί να στηρίξει την εθνική προσπάθεια ενίσχυσης της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας, επιλέγει να ειρωνεύεται ακόμη και τις συναντήσεις της κας Γκιλφόιλ, αποδεικνύοντας πως ο λαϊκισμός του δεν γνωρίζει όρια.
Όταν όμως ο ίδιος καταγγέλλει «σκάνδαλα» και «φαγοπότια» στον ΟΠΕΚΕΠΕ, χωρίς αποδείξεις, μιλά περισσότερο για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την πολιτική: ως πεδίο καταγγελιών χωρίς ευθύνη. Τρέφεται από τη δυσαρέσκεια, προσπαθεί να τη φουσκώσει και μετά να την εκμεταλλευτεί. Είναι η γνωστή συνταγή του λαϊκισμού - φωνές, οργή και καμία πρόταση. Γιατί, αν αφαιρέσεις τις καταγγελίες, δεν απομένει τίποτα παρά μόνο θόρυβος.
Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνει και στην επίθεση κατά της κυβέρνησης για τα ΕΛΤΑ. Επιδίδεται σε φθηνούς παραλληλισμούς, προσπαθώντας να εξισώσει ένα δημόσιο οργανισμό με το κυβερνών κόμμα. Πρόκειται για επικίνδυνη δημαγωγία, που δεν στοχεύει στη λύση προβλημάτων αλλά στη δημιουργία εντυπώσεων. Η οικονομία και οι θεσμοί δεν είναι αντικείμενο φτηνού τηλεσχολιασμού, αλλά σοβαρής ευθύνης - κάτι που ο Βελόπουλος δεν έχει ούτε δείξει ούτε διαθέτει.
Τελικά, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης δεν αντιπολιτεύεται, απλώς θορυβεί. Δεν χτίζει, μόνο γκρεμίζει. Σε μια περίοδο που η χώρα χρειάζεται νηφαλιότητα, επενδύσεις και εξωστρέφεια, εκείνος επενδύει στον διχασμό και την καχυποψία. Ο λαϊκισμός του μπορεί να χαϊδεύει αυτιά, αλλά δεν πείθει κανέναν που θέλει η Ελλάδα να προχωρήσει μπροστά - με σοβαρότητα, σχέδιο και αξιοπιστία.