Σκληρή μάχη, που μπορεί να αποδειχτεί και μάχη πολιτικής επιβίωσης, θα δώσουν στις 9 Ιουνίου τα επτά μικρά κόμματα που στις δημοσκοπήσεις καταγράφουν λίγο πάνω ή λίγο κάτω από το όριο του 3%. 

Με δεδομένη τη διαφαινόμενη άνετη νίκη της Νέας Δημοκρατίας, όλα τα βλέμματα έχουν στραφεί στη σκληρή κόντρα του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ για τη δεύτερη θέση, αλλά και στην άνοδο της Ελληνικής Λύσης που δίνει μάχη στήθος με στήθος με το ΚΚΕ για την τέταρτη θέση.
Ομως η προσπάθεια των επτά «μικρών» να φτάσουν και να ξεπεράσουν το 3% έχει εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον για δύο λόγους: ο πρώτος είναι ότι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα δείξει ποιοι και πόσοι από αυτούς έχουν πραγματικό λόγο ύπαρξης στο πολιτικό στερέωμα. Ο δεύτερος –και μάλλον σημαντικότερος– είναι ότι οι επιδόσεις των μικρών κομμάτων ίσως κρίνουν και τα αποτελέσματα των μεγαλύτερων. 

Σφαγή στην κεντροαριστερά 

Αυτή είναι μια διαπίστωση που ισχύει τόσο για τα αριστερά όσο και για τα… πολύ δεξιά του πολιτικού φάσματος. Οι πιο αιματηρές μάχες θα δοθούν στα αριστερά, εκεί που το πραγματικό διακύβευμα είναι το ποιος θα επικρατήσει μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ και θα αυτοαναγορευτεί σε βασικό πόλο του σχήματος που κάποια στιγμή στο μέλλον θα αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας. Τα δύο κόμματα που σχηματίστηκαν μετά τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου –η Νέα Αριστερά και οι Δημοκράτες του Ανδρέα Λοβέρδου– προκαλούν αϋπνία στους επιτελείς του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι προσπαθούν να διακριβώσουν πόσο μεγάλες θα είναι οι απώλειές τους. 

Οι περισσότερες πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν τη Νέα Αριστερά πάνω από το όριο του 3%, ωστόσο αυτό δεν είναι ένα ποσοστό που ικανοποιεί τον Αλέξη Χαρίτση, τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, την Εφη Αχτσιόγλου και τους λοιπούς αποχωρήσαντες από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι υπολόγιζαν ότι θα δημιουργούσαν έναν πόλο τουλάχιστον ανταγωνιστικό του κόμματος από το οποίο έφυγαν. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να σταθεροποιείται σε ένα ποσοστό πέριξ του 15% που δεν αφήνει πολλά περιθώρια για αμφισβήτηση του ποιος είναι ο νικητής αυτού του εμφυλίου. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ άντεξε την αποχώρηση κορυφαίων στελεχών του, αλλά το ΠΑΣΟΚ δείχνει να υποφέρει από την εμφάνιση των Δημοκρατών του Ανδρέα Λοβέρδου. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι Δημοκράτες κινούνται κοντά στο όριο του 3%, αλλά από την κάτω πλευρά. Το ποσοστό τους, ωστόσο, δείχνει αρκετό για να ρίξει το ΠΑΣΟΚ στην τρίτη θέση, με όλες τις συνέπειες που θα έχει αυτό στο εσωτερικό της Χαριλάου Τρικούπη. 

Τα άλλα δύο μικρότερα αριστερά κόμματα, η Πλεύση Ελευθερίας και το ΜέΡΑ25 ούτε επηρεάζουν ούτε επηρεάζονται από τις εξελίξεις. Το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου κινείται στα επίπεδα του 4% και αυτό του Γιάνη Βαρουφάκη συνεχίζει να βρίσκεται σε τεχνητή υποστήριξη, κάπου μεταξύ 1% και 2%. 

Δεξιά κινητικότητα 

Στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, ο Κυριάκος Βελόπουλος φαίνεται να εισπράττει το μεγαλύτερο μέρος από τις απώλειες που μπορεί να έχει η κυβέρνηση εξαιτίας πολιτικών που δυσαρέστησαν τους υπερσυντηρητικούς ψηφοφόρους, όπως για παράδειγμα η θεσμοθέτηση του γάμου των ομόφυλων. 

Πιο πίσω όμως υπάρχει αγωνία, ειδικά για τη Νίκη η οποία μετράται σε επίπεδα οριακά πάνω από το 3% και δεν μπορεί να θεωρεί σίγουρη την εκπροσώπησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. 

Η ακροδεξιά εξίσωση είναι μια από αυτές που έχουν δύο αγνώστους Χ. Ο πρώτος φέρει το όνομα της Αφροδίτης Λατινοπούλου. Στην πιο πρόσφατη δημοσκόπηση της Pulse το κόμμα της, η Φωνή Λογικής, έλαβε 1,8%. Αυτό δεν αρκεί στην κ. Λατινοπούλου για να φτιάξει βαλίτσες για Βρυξέλλες, αλλά δεν αποκλείεται να πληγώσει βαριά κάποιο από τα υπόλοιπα κόμματα του χώρου και είτε να στερήσει την τέταρτη θέση από τον Κυριάκο Βελόπουλο είτε να αφήσει εκτός Ευρωκοινοβουλίου τη Νίκη. 

Ο δεύτερος άγνωστος Χ είναι οι Σπαρτιάτες. Το ερώτημα αν θα τους επιτραπεί η συμμετοχή στις ευρωεκλογές δεν έχει απαντηθεί ακόμα, αλλά είναι σίγουρο ότι όλα τα μικρά κόμματα της ακροδεξιάς περιμένουν –και μάλλον εύχονται– το «όχι» της Δικαιοσύνης για να συλήσουν τον πολιτικό τάφο τους. Αλλωστε, με τους Σπαρτιάτες να καταγράφουν στις δημοσκοπήσεις ποσοστά κοντά στο 3% η δική τους επιβίωση ίσως σημάνει το τέλος κάποιου άλλου. Αλλωστε στον χώρο της ακροδεξιάς δεν υπάρχει ούτε χώρος για όλους ούτε ευγενής άμιλλα.