Πριν από τις εκλογές του 2019, όταν ήδη φαινόταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει, αλλά και μετά, συνέχισαν να καλλιεργούν έναν μύθο με τον οποίο δικαιολογούσαν την αδυναμία τους να επιβάλλουν τη δική τους ατζέντα στη σφαίρα της δημόσιας συζήτησης.

Της Έρσης Παπαδάκη


Κατά μία έννοια, η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ισοδυναμεί και με ανάληψη της ευθύνης για τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν. Το ζήτημα ωστόσο είναι αν θα συνεχίσουν να γίνονται, καθώς η νοοτροπία από την οποία διακατέχονται τα περισσότερα στελέχη του κόμματος δύσκολα μπορεί ν’ αλλάξει και να προσαρμοστεί στα δεδομένα που επιβάλλει η εποχή και η κοινωνία – ιδιαίτερα ύστερα από την εκκωφαντική και διπλή αποδοκιμασία που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ στις δίδυμες εκλογικές αναμετρήσεις του Μαΐου και Ιουνίου.

Ενα από αυτά τα λάθη είναι και η στάση που εξακολουθεί να τηρεί ο ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στα Μέσα Ενημέρωσης και τους ανθρώπους τους. Στάση που συνοδεύτηκε από σχόλια περί «μιντιακής παντοδυναμίας», τάχα, της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από αρκετά στελέχη που κάποια εξ αυτών βρίσκονται μάλιστα κοντά στον κ. Τσίπρα προκειμένου να ερμηνευτεί το εκλογικό αποτέλεσμα και η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ.

Οπως ακριβώς και το αφήγημα περί ελευθερίας του Τύπου και οι επικλήσεις στις θέσεις 107 ή 108 της περίφημης κατάταξης των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα – αδιάφορο ποια είναι η μεθοδολογία και η αξιοπιστία της σχετικής έρευνας και κατάταξης, αφού αρκούσε μόνο ότι εξυπηρετεί τις «φωνές» του ΣΥΡΙΖΑ.

Προσπάθεια ελέγχου

Η στάση αυτή βέβαια της Κουμουνδούρου απέναντι στα ΜΜΕ δεν ξενίζει. Την ίδια στάση κράτησε και το συριζαϊκό Μαξίμου, δηλαδή την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην κυβέρνηση. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο επιχείρησε να ελέγξει με τον νόμο Παππά το τηλεοπτικό τοπίο και τις άδειες, με αποτέλεσμα βέβαια και ο νόμος να πέσει στο ΣτΕ και ο στενός συνεργάτης του κ. Τσίπρα να οδηγηθεί στο σκαμνί του Ειδικού Δικαστηρίου και να καταδικαστεί ομόφωνα για παράβαση καθήκοντος.

Ενώ δεν θα πρέπει να λησμονηθεί ότι την ίδια περίοδο ο συγκυβερνήτης του κ. Τσίπρα, Πάνος Καμμένος, λειτουργούσε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και με τη δημόσια παρουσία του ως «ελεύθερος σκοπευτής» κατά δημοσιογράφων και συγκροτημάτων Μέσων Ενημέρωσης που δεν ήταν αρεστά στον ίδιο και τον τότε πρωθυπουργό – συνεπικουρούντος ασφαλώς και του Παύλου Πολάκη, ο οποίος απειλούσε δημοσιογράφους ότι «θα τους χώσει τρία μέτρα κάτω από τη γη».

Ηταν τότε που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, εκτός από τις τηλεοπτικές άδειες, επιχείρησε να παρέμβει με άγαρμπο τρόπο και στο εκδοτικό πεδίο, οδηγώντας στο κλείσιμο τον ΔΟΛ («Νέα», «Βήμα») και τον Πήγασο («Εθνος», «Ημερησία») ύστερα από την αποτυχημένη προσπάθεια να ελέγξει τους δημοσιογραφικούς οργανισμούς με… τοποτηρητές και άλλα καινά δαιμόνια. Ή με εκλεκτούς του επιχειρηματίες που επιχείρησαν –ανεπιτυχώς– να εξαγοράσουν τους οργανισμούς αυτούς που είχαν βρεθεί σε οικονομική αδυναμία ύστερα από τις κλειστές στρόφιγγες του τραπεζικού δανεισμού, με τις φήμες να οργιάζουν ότι το τελευταίο συνέβη ύστερα από τις παρασκηνιακές πιέσεις που άσκησε στους τραπεζίτες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Εχθρικά απέναντι

Για τον κ. Τσίπρα και τους συνεργάτες του, ανέκαθεν οι δημοσιογράφοι και η πλειονότητα των ΜΜΕ υπήρξαν, τάχα, εχθροί τους και πολέμιοι του ΣΥΡΙΖΑ και αντιστοίχως τους εγκαλούσαν ότι διαθέτουν προνομιακές σχέσεις με τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη. Ο –παραιτηθείς πλέον– πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έφτασε μάλιστα μέχρι του σημείου να επιβάλλει εμπάργκο στον Σκάι, αναγνωρίζοντας το λάθος του λίγο πριν από τις εκλογές του 2019, όταν ήδη φαινόταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει δίχως να φταίει βέβαια γι’ αυτό το μιντιακό συγκρότημα του Γιάννη Αλαφούζου.

Αλλά και την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην αντιπολίτευση, μετά τις εκλογές του 2019, ο μύθος αυτός συνέχισε να καλλιεργείται από τον πρόεδρό του και τα στελέχη του προκειμένου να δικαιολογηθεί η αδυναμία τους να επιβάλλουν τη δική τους ατζέντα στη σφαίρα της δημόσιας συζήτησης, βάζοντας στο κάδρο των επιθέσεων τα δημόσια ΜΜΕ (ΕΡΤ, ΑΠΕ-ΜΠΕ) και την περίφημη «λίστα Πέτσα».

Ακολούθησαν οι παράλληλες επιθέσεις στις εταιρείες δημοσκοπήσεων που (προ)έβλεπαν αυτό που ερχόταν στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου, οι οποίες ταυτίστηκαν από την πλευρά της Κουμουνδούρου με τα ΜΜΕ που, σύμφωνα με τους ίδιους, παραδόθηκαν δίχως όρους στον κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ. Μόνο που η πραγματικότητα ήταν πολύ διαφορετική τελικά. Κι αν δεν ήταν, σίγουρα ο κ. Τσίπρας δεν θα έφτανε στη χθεσινή του παρουσία στο Ζάππειο προκειμένου ν’ ανακοινώσει την αποχώρησή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ…