Παρότι η χθεσινή απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ερώτημα του «Μανιφέστο» σχετικά με τη σημασία της πολιτικής σταθερότητας και με αφορμή την κατάσταση στη Γαλλία, είχε δύο διακριτές πτυχές –αφενός τη σημασία της πολιτικής σταθερότητας και αφετέρου την πρόθεση για επέκταση της ελληνογαλλικής στρατηγικής σχέσης–, κατέληγε στο ότι ο ορίζοντας του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης είναι το 2030. Κάτι που αποτυπώθηκε και στην ομιλία του την προηγούμενη ημέρα της συνέντευξης Τύπου.
Τι απάντησε ο κ. Μητσοτάκης στην εφημερίδα μας; Οτι η πολιτική αστάθεια που καταγράφεται στη Γαλλία είναι απόρροια του τι συμβαίνει «όταν η πολιτική δεν μπορεί να υπηρετήσει την οικονομία και την κοινωνία». Υπογραμμίζοντας ότι η χώρα μας δεν βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση (και ενώ το Σάββατο προανήγγειλε μια ολιστική παρέμβαση στην οικονομία), ανέδειξε το γεγονός ότι η Γαλλία δανείζεται πλέον πιο ακριβά από την Ελλάδα, κάτι που το απέδωσε «στη σημασία της πολιτικής σταθερότητας σε αυτό το ευμετάβλητο διεθνές γεωπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον».
Εκεί στηρίζεται και το αφήγημα σταθερότητας και θεσμικότητας του πρωθυπουργού το περασμένο Σαββατοκύριακο. Και υπό αυτό το πρίσμα, απέρριψε κατηγορηματικά τη σεναριολογία για μια σειρά από ζητήματα εκλογικού, πολιτικού ή κομματικού χαρακτήρα.
Αρχικά, ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν το 2027, διαψεύδοντας τα περί πρόωρης προσφυγής στην κάλπη. «Θέλουμε να κερδίσουμε τις εκλογές, αλλά δεν είναι αυτό το μέλημά μου. Αν έχουμε πετύχει το 2027 τους στόχους για τους οποίους μιλήσαμε στους πολίτες το 2023, θα είμαστε συνεπείς. Τι θα γίνει το 2027, θα το αποφασίσουν οι πολίτες τότε», σημείωσε.
Ακόμα, υπογράμμισε ότι δεν έχει καμία πρόθεση να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, παρά τη φθορά που παραδέχθηκε ότι υπάρχει στις δημοσκοπήσεις για την κυβέρνηση που βαδίζει στον έβδομο χρόνο της. «Η διατήρηση των κανόνων του παιχνιδιού αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για να ξέρουν οι πολίτες πώς θα τοποθετηθούν σε μια ενδεχόμενη εκλογική αναμέτρηση», ανέφερε, επαναλαμβάνοντας ότι ο ίδιος πιστεύει στις μονοκομματικές κυβερνήσεις. Επ’ αυτού, συμπλήρωσε ότι ο λαός θα επιλέξει μεταξύ μονοκομματικής ή κυβέρνησης συνεργασίας.
Επιπλέον, απέρριψε τις φήμες ότι μπορεί να αποχωρήσει από την ηγεσία της ΝΔ και να οδηγήσει άλλος επικεφαλής την Κεντροδεξιά στις επόμενες εκλογές. «Θα αστειεύεστε, φαντάζομαι», ήταν η σχετική αποστροφή του, ενώ συμπλήρωσε ότι καταλαβαίνει γιατί «κάποια συμφέροντα που βρίσκονται απέναντι στην κυβέρνηση» θέλουν να δημιουργούν εικόνες «εσωτερικής αναταραχής».
«Χρυσοί χορηγοί»
Ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για επιχειρηματικά συμφέροντα που λειτουργούν ως «χρυσοί χορηγοί» της προσπάθειας επανόδου του Αλέξη Τσίπρα, για τον οποίο σημείωσε ότι αντί να κάνει αυτοκριτική «ζητά από τους πολίτες να την κάνουν», τονίζοντας ότι ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε τόσο ως πρωθυπουργός όσο και ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Οπως ήταν λογικό, ο κ. Μητσοτάκης δέχθηκε πολλές ερωτήσεις για την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, με τον ίδιο να προβαίνει στην ανάληψη της ευθύνης παρά τη «διαχρονικότητα» όπως είπε του προβλήματος. «Εμείς είμαστε κυβέρνηση και οφείλουμε να το λύσουμε», επισήμανε και πρόσθεσε: «Eγώ αναλαμβάνω ακέραιη την ευθύνη για το ότι δεν πετύχαμε την εξυγίανση του ΟΠΕΚΕΠΕ στα όσα χρόνια κυβερνούμε».
Στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε –απαντώντας στο «Μανιφέστο»– την πρόθεση της κυβέρνησης να επεκταθεί η ελληνογαλλική στρατηγική εταιρική σχέση που λήγει τον Σεπτέμβριο του 2026 και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής· μια συμφωνία που εφόσον επαναϋπογραφεί με τους ίδιους όρους, θα αλλάξει περαιτέρω τους συσχετισμούς ισχύος στην ευρύτερη περιφέρεια υπέρ των ελληνικών συμφερόντων.
Οσον αφορά την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδος-Κύπρου, ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι πρόθεση της Ελλάδος είναι να ξεκινήσει και να ολοκληρωθεί το έργο, ενώ έστειλε σαφές μήνυμα στην Κύπρο: «Να αποδείξει έμπρακτα ότι θέλει το έργο». Και πρόσθεσε: «Εκτιμώ πως θα έχουμε πολύ σύντομα καθαρή ορατότητα από την Κύπρο». Παρότι δεν άφησε αιχμές εναντίον της κυπριακής κυβέρνησης, η όχληση στην Αθήνα για την κυπριακή στάση παραμένει μεγάλη, καθώς η σημασία του έργου είναι ιδιαίτερα υψηλή και κυρίως για τη Λευκωσία.
Στα ελληνοτουρκικά και με φόντο και την προσεχή συνάντησή του με τον Ταγίπ Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε ότι ναι μεν η Αθήνα επιδιώκει τα λεγόμενα «ήρεμα νερά», αλλά αυτό το πράττει από θέση ισχύος και χωρίς «εκπτώσεις στα εθνικά συμφέροντα». Ερωτηθείς, μάλιστα, για την πιθανή συμμετοχή της Τουρκίας στο εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Αμυνας μέσω του κανονισμού SAFE, επανέλαβε ότι η χώρα μας θα μπλοκάρει τη συμμετοχή της Τουρκίας όσο υπάρχει η «απαράδεκτη» τουρκική απειλή πολέμου (casus belli) εναντίον της Ελλάδας.