Η Μήδεια του Ευριπίδη στο θέατρο «ΜΠΑΓΚΕΙΟΝ» σε μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά και σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Γεωργαλά, όπου υποδύεται και τον Ιάσονα, είναι απ’ τα καλύτερα δείγματα περιγραφής των παθών και ιδιαίτερα του έρωτα.

Της Αριστέας Κοντόζογλου*

Εκφράζοντας σκέψεις γύρω απ’ τη μοίρα των γυναικών, τη ζωή τους, περιστοιχισμένες από τον γάμο, τις ηθικές απαιτήσεις, τις συναισθηματικές εκφάνσεις, με κορύφωση τη σύλληψη και πράξη του τέλειου υπολογισμένου εγκλήματος, μέσα από την τραγική μορφή της Μήδειας.

Έντονα προβάλλεται η αντιμαχία μεταξύ λογικής και πάθους, όπου σε αυτήν συντελεί και η εξαιρετική σκηνοθετική απόδοση του Δημήτρη Γεωργαλά, όπου κρατά τον θεατή σε μια εγρήγορση, ακροβατώντας μεταξύ δύο κόσμων μέσα από τον άυλο, στο γήινο και υπαρκτό.

Ειδικά τη στιγμή που η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της, αλλά και στην μεταμόρφωσή της, τόσο η σκηνοθεσία, όσο και η ερμηνεία της Τζούλη Σούμα, που ενσαρκώνει την Μήδεια αριστουργηματικά.

Ο Δημήτρης Γεωργαλάς οργάνωσε και μετέφερε ερμηνευτικά το πάθος των ηθοποιών, συμβάλλοντας τόσο ο ίδιος, όσο και οι ηθοποιοί Τζούλη Σούμα, Μαργαρίτα Βαρλάμου, Νίκος Δερτιλής και Βασίλης Ψυλλάς, στον χαρακτήρα των προσώπων που ερμήνευσαν.

Δραματολογικά το έργο το χαρακτηρίζει μια έξοχη δεξιοτεχνία. Η Μήδεια -Τζούλη Σούμα παλεύει μεταξύ λογικής και πάθους, νικώντας το πάθος της μέσα από την τραγικότητα της δυστυχίας και της μοναξιάς της.

Άραγε ο προδομένος έρωτας είναι μια κατευθυνόμενη ανατροπή στην εξελικτική πορεία του κόσμου;

Η Ευριπίδεια Μήδεια εκφράζει μια άποψη κατά την οποία ο θυμός είναι συχνά ισχυρότερος από τα «βουλεύματα» και συνεπώς η γνώση του αγαθού και του κακού δεν μπορεί να απαλλάξει τον άνθρωπο από τη δυστυχία. Η γλώσσα της πειστική και αποτελεσματική κατέχει μια λεκτική εξουσία πάνω στο συνομιλητή της. Διαθέτει το πλεονέκτημα να εκφράζει τη σκέψη της με τρόπο διαφανή και άμεσο. Εκφράζει σκέψεις γύρω από τη μοίρα των γυναικών, την κοινωνική ζωή, το γάμο, τις ηθικές απαιτήσεις ,τις συναισθηματικές αξίες όσο χρόνο συλλαμβάνει και διαπράττει το τέλεια υπολογισμένο έγκλημα της . Σφυγμομετρεί με επιτυχία την ψυχική κατάσταση ή την ευαισθησία των αντιπάλων της ή των συνομιλητών της ,προκειμένου να τους θέσει στην υπηρεσία του σχεδίου της. Είναι μια ιδιότυπη μορφή. Ηθελημένα και συνειδητά ξεφεύγει απ’ τους κανόνες όποιο κι αν είναι το αντίτιμο μιας τέτοιας εκτροπής.

Πράγματι η Μήδεια είναι διαφορετική απ’ τα πλήθη και το αποδεικνύει θαρραλέα. Η τραγωδία αυτή είναι ένα από τα πιο ερωτικά έργα που γράφτηκαν ποτέ, παρότι το κείμενο στεγνό, διότι σε καμιά λέξη της Μήδειας δεν ακούμε τον παραμικρό ερωτικό ήχο. Πληγώθηκε η γυναικεία της τιμή. Η μόνη τρυφερότητα στο λόγο της είναι όταν μιλάει για τα παιδιά της. Κυριαρχεί μόνο ο θυμός, παρασυρόμενη στο έγκλημα απ’ τη δυστυχία.

Την ώρα που έρχεται να γίνει ρομφαία, ο Ευριπίδης δε μας ζητά να την αγαπήσουμε αλλά να την κατανοήσουμε. Το έγκλημα ξεκάθαρα δεν είναι δείγμα πολιτισμού, καθώς δεν είναι τυχαίο που ο Ευριπίδης βάζει να κάνει το έγκλημα μια γυναίκα που κατάγεται από βάρβαρη χώρα.

Κλείνοντας με την φράση της Λίλης Ζωγράφου απ’ το βιβλίο της με τίτλο Απ’ τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα «Η ιδιοφυΐα της αγάπης είναι υπόθεση γυναικεία», μου γεννήθηκε το εξής ερώτημα: Είναι γυναικεία υπόθεση από θέμα μεγαλώματος ή έμφυτη αρετή των γυναικών;

Καλή σας θέαση…!

*H Aριστέα Κοντόζογλου είναι δημοσιογράφος