Για πολλά χρόνια, το άρθρο 16 του συντάγματος και η αναθεώρησή του αποτελούσε ένα σκληρό ταμπού για την ελληνική κοινωνία και μαζί τον πολιτικό κόσμο. Οι δυνάμεις που αναπτύσσονταν μάλιστα είχαν οριζόντια διείσδυση σε όλους τους πολιτικούς χώρους ή τα κοινωνικά στρώματα.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη 

Δεν ήταν δηλαδή μόνον αριστεροί πολιτικοί που αντιδρούσαν στη δημιουργία μη κρατικών πανεπιστημίων ή μόνον οι φοιτητές που έβγαιναν στους δρόμους απέναντι σ’ αυτήν την προοπτική. Φαίνεται όμως ότι ένα από τα πολλά ταμπού που έσπασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η διακυβέρνησή του είναι και αυτό και έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν θα περιμένει τη χρονοβόρα και με αβέβαιη έκβαση διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης για να επιτρέψει τη δημιουργία μη κρατικών ΑΕΙ.  

Πανεπιστημιακή διπλωματία 

Ακόμη και η ορολογία έχει τη σημασία της: δεν μιλάμε απαραίτητα για ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά για μη κρατικά. Και αυτό ακριβώς είναι που επιτρέπουν οι διακρατικές συμφωνίες και οι συμφωνίες με συγκεκριμένα αλλοδαπά πανεπιστημιακά ιδρύματα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 28 του συντάγματος που ορίζει ότι οι συμφωνίες που διέπονται από το ευρωπαϊκό και γενικότερα το διεθνές δίκαιο κατισχύουν κάθε άλλης συμφωνίας ή ακόμη και εγχώριας νομοθετικής διάταξης. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενθάρρυνε άλλωστε συνειδητά κατά την πρώτη περίοδο διακυβέρνησής της τη λεγόμενη πανεπιστημιακή διπλωματία και αρκετά ΑΕΙ προχώρησαν ήδη στη σύναψη διακρατικών συμφωνιών ή συμφωνιών προκειμένου να «τρέξουν» κοινά προγράμματα σπουδών.  

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ο στόχος στο τέλος της ημέρας για την κυβέρνηση, που είναι η αναθεώρηση του άρθρου 16 του συντάγματος, εγκαταλείπεται. Το αντίθετο μάλιστα, διότι κάτι τέτοιο δεν συμβαδίζει με τις εξαγγελίες Μητσοτάκη για τον «πολυδύναμο εκσυγχρονισμό» και τη Νέα Ελλάδα που ο ίδιος οραματίζεται. Αλλά ακριβώς επειδή δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο, επελέγη αυτή η φόρμουλα, για την οποία οι συζητήσεις στο παρασκήνιο ήταν ήδη προχωρημένες. Σύμφωνα με πληροφορίες, σύντομα θ’ ακολουθήσει σχετική νομοθετική ρύθμιση που κατ’ ουσίαν θα βάλει τους όρους και τις προϋποθέσεις για τις συμφωνίες που θα επιτρέψουν τη λειτουργία μη κρατικών ΑΕΙ στην ελληνική επικράτεια μέσα από την ίδρυση ξένων (αλλοδαπών) πανεπιστημίων. Οδηγός φαίνεται πως είναι η Κύπρος, όπου με τον ίδιο τρόπο λειτούργησε το πρώτο μη κρατικό πανεπιστήμιο πριν από σχεδόν 15 χρόνια.  

Η αναθεώρηση του άρθρου 16 

Κατά κανόνα, πάντως, η θέση της ΝΔ παραμένει διαχρονικά υπέρ της αναθεώρησης του άρθρου 16 του συντάγματος και της δημιουργίας μη κρατικών πανεπιστημίων. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε αναφερθεί σ’ αυτό το ενδεχόμενο στις προγραμματικές δηλώσεις του τον Απρίλιο του 1990, ωστόσο είχε συναντήσει έντονες αντιδράσεις όχι μόνο από την αντιπολίτευση, αλλά και από την ακαδημαϊκή και νομική κοινότητα. Τα πράγματα ωστόσο είναι πολύ διαφορετικά σήμερα και αναμφισβήτητα ένα από τα μηνύματα του εκλογικού αποτελέσματος –το οποίο δείχνει να έχει κατανοήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης– είναι η δημιουργία μιας ευρύτερης κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας που δεν αντιλαμβάνεται πλέον την Ανώτατη Εκπαίδευση ως μονοπώλιο. Αντιθέτως, νιώθει την ανάγκη η Ελλάδα να έχει ένα πιο έντονο στίγμα στον ακαδημαϊκό χάρτη και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο, ενώ και η απαγόρευση δημιουργίας μη κρατικών ΑΕΙ με το άρθρο 16 του συντάγματος έχει και συμβολικά τις ρίζες της στη… χούντα. Με αποτέλεσμα ο πραγματικός εκσυγχρονισμός και η πρόοδος της ελληνικής κοινωνίας να περνά απαραιτήτως μέσα από την εξάλειψη της αναχρονιστικής αυτής διάταξης στον καταστατικό χάρτη της χώρας. 

Σε κάθε περίπτωση, το κλειδί για την επιτυχία είναι αφενός η θέσπιση αυστηρών προϋποθέσεων για την ίδρυση και τη λειτουργία των μη κρατικών πανεπιστημίων και όχι απλώς η σύμπραξη των ΑΕΙ με (ιδιωτικές) επιχειρήσεις, όπως δείχνει ν’ αντιλαμβάνεται προσώρας τις εξαγγελίες Μητσοτάκη η αντιπολίτευση. Αφετέρου είναι η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών στα δημόσια ΑΕΙ που ήδη λειτουργούν, αφού όχι απλώς δεν πρόκειται να διακόψουν τη λειτουργία τους, αλλ’ επιπλέον να σταθούν ανταγωνιστικά απέναντι στα νέα ιδρύματα που θα δημιουργηθούν. Είναι γνωστό τοις πάσι άλλωστε ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν πάσχουν ούτε από το ακαδημαϊκό προσωπικό τους ούτε από το επίπεδο των φοιτητών τους, αλλά από τις παθογένειες και κυρίως τις μειοψηφίες που τα κρατούν κολλημένα σε δεκαετίες του παρελθόντος.