«Το καλό κλίμα το οποίο υπήρχε στη συζήτησή μας, ανταποκρίνεται και στο περιεχόμενο των όσων συζητήσαμε», δήλωσε αναφορικά με τη συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια συνέντευξής του που παραχώρησε απόψε, Πέμπτη 13 Ιουλίου, στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ, στους δημοσιογράφους Σία Κοσιώνη και Παύλο Τσίμα.
Πιο συγκεκριμένα, σχετικά με τη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο, θέμα το οποίο συζητήθηκε στην αρχή της συνέντευξης, ο Έλληνας πρωθυπουργός πρόσθεσε: «Επιβεβαιώθηκε η άποψή μου ότι η Τουρκία φαίνεται να είναι έτοιμη για μία στροφή στην εξωτερική της πολιτική που δεν αφορά, το τονίζω, μόνο τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα, αλλά αφορά συνολικά και τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με το ΝΑΤΟ, με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Φυσικά η Ελλάδα μόνο ωφελημένη μπορεί να βγει από μία τέτοια στροφή της Τουρκίας.
»Εμείς δεν θέλαμε, ούτε πιστεύαμε ότι ήταν κατ’ ανάγκη προς όφελος της πατρίδας μας να ζούμε σε ένα διαρκές καθεστώς έντασης. Όποτε χρειάστηκε, προφανώς, υπερασπιστήκαμε την κυριαρχία μας και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, όπως έπρεπε να κάνουμε, αλλά όλοι φαντάζομαι ότι συμφωνούμε ότι είναι καλύτερα να ζούμε σαν πολιτισμένοι γείτονες, σαν φίλοι, γιατί όχι, από το να είμαστε "στα κόκκινα", όπως δυστυχώς ήμασταν τα τελευταία τέσσερα χρόνια, όχι με υπαιτιότητα -το τονίζω- της Ελλάδος, αλλά με υπαιτιότητα της Τουρκίας.
»Θέλω λοιπόν να ελπίζω -γιατί πρέπει να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι- ότι αυτή η πολιτική θα έχει συνέπεια, συνέχεια και διάρκεια και θα μπορέσουμε πάνω σε αυτό το πρώτο καλό κλίμα να οικοδομήσουμε ένα πλαίσιο βελτίωσης των σχέσεών μας, το οποίο θα έχει και απτά αποτελέσματα».
«Μεγάλος στόχος να λύσουμε τον πυρήνα της διαφοράς»
Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός επεσήμανε πως «σκοπός είναι να μπούμε στον πυρήνα της βασικής μας διαφοράς» με την Τουρκία, με αφορμή το φιλικό κλίμα που περιβάλλει αυτή τη στιγμή τις σχέσεις των δύο χωρών. Ειδικότερα, ανέφερε: «Ο μεγάλος στόχος -δεν το έχω κρύψει ποτέ- είναι να λύσουμε τον πυρήνα της διαφοράς. Και αναφέρομαι στη διαφορά, διότι η μεγάλη μας διαφορά με την Τουρκία εξακολουθεί να είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας δηλαδή, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
»Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε άλλα προβλήματα με την Τουρκία. Η διαχείριση του μεταναστευτικού - προσφυγικού προβλήματος είναι ένα πρόβλημα. Μπορεί να ταυτόχρονα να είναι και μια ευκαιρία. Ζητήματα που έχουν να κάνουν με την οικονομική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών μπορούν κάλλιστα να διερευνηθούν, να τα διερευνήσουμε στα πλαίσια της θετικής ατζέντας την οποία αναπτύσσουμε.
»Όμως ο σκοπός μου είναι να μπούμε στον πυρήνα της βασικής μας διαφοράς. Εφόσον καταφέρουμε να συμφωνήσουμε να πάμε στη Χάγη, ώστε το Διεθνές Δικαστήριο να επιληφθεί αυτής της μεγάλης εκκρεμότητας η οποία έρχεται εδώ και πολλές δεκαετίες. Αλλά προφανώς το να πάμε στη Χάγη δεν είναι μια απλή υπόθεση ούτε είναι κάτι το οποίο μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη.
»Σε κάθε περίπτωση όμως, και αν αυτό δεν καταφέρουμε να το πετύχουμε, η διαφύλαξη του καλού κλίματος μεταξύ των δύο χωρών, ένα κλίμα δηλαδή το οποίο από τη μία θα μας επιτρέπει να μην έχουμε αχρείαστες εντάσεις, να μην έχουμε παραβιάσεις, παραβάσεις -μια κινητικότητα η οποία στο παρελθόν μας αναγκάζει πάντα να αντιδρούμε με τα γνωστά συνεπακόλουθα τα οποία όλοι γνωρίζουμε- και να μας επιτρέψει ταυτόχρονα να οικοδομήσουμε πάνω στην θετική ατζέντα, και αυτό από μόνο του, όπως είπατε, είναι ένα σημαντικό κεκτημένο.
»Υπάρχει δηλαδή μια μεγάλη ατζέντα, τολμηρή ατζέντα, την οποία είμαι διατεθειμένος να διερευνήσω. Αλλά και αν δεν καταφέρουμε, τελικά, να συμφωνήσουμε στο μεγάλο επίδικο, στο μεγάλο ζητούμενο, και η διαφύλαξη και μόνο του καλού κλίματος είναι μία σημαντική κατάκτηση και για τις δύο χώρες. Δεν σημαίνει, δηλαδή, ότι επειδή μπορεί να μην συμφωνήσουμε στο μείζον ότι πρέπει αυτόματα να γυρίσουμε σε μια περίοδο μεγάλης έντασης».
Για τη Χάγη
Σε ερώτηση σχετικά με το αν συζητήθηκε το θέμα της Χάγης, ο πρωθυπουργός ζήτησε να μη μιλήσει λεπτομερώς για το τι συζητήθηκε, αλλά χαρακτήρησε «πρόωρη» τη συζήτηση περί Χάγης, «διότι ακόμα διερευνούμε το πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου βάσει του οποίου μπορούμε να κινηθούμε ώστε να συζητήσουμε αυτά τα θέματα». Στη συνέχεια, σημείωσε: « Οι διερευνητικές είναι μια επιλογή, υπάρχουν και άλλες επιλογές όμως.
»Από τη στιγμή που ο πολιτικός διάλογος γίνεται σε επίπεδο πολιτικών προϊσταμένων, του Υπουργού, ενδεχομένως της αρμόδιας Υφυπουργού, αυτό το οποίο θέλουμε πρώτα και πάνω απ’ όλα είναι ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και μια σχέση εμπιστοσύνης.
Αυτή δεν οικοδομείται από τη μία στιγμή στην άλλη, όπως καταλαβαίνετε. Και για να χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης πρέπει να δεχθούμε ότι θέλουμε να κάνουμε μια καινούργια αρχή, διότι αν μονίμως είμαστε δέσμιοι του τι είχε γίνει πριν από κάποια χρόνια, εκ των πραγμάτων θα βλέπουμε πάντα τον άλλον με καχυποψία».
Σε αυτό το σημείο τόνισε: «Δεν είμαστε αφελείς και ξέρω ότι δεν είναι εύκολο για χώρες να αλλάξουν την πολιτική τους από τη μία στιγμή στην άλλη. Αλλά οφείλουμε να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο». Σε ερώτηση του κ. Τσίμα, σχετικά με το αν εμπιστέυεται τον συνομιλητή του, ο Έλληνας πρωθυπουργός απάντησε: «Αυτό το οποίο μπορώ να σας πω είναι ότι εισέπραξα μία διαφορετική ατμόσφαιρα σε σχέση με τις προηγούμενες συναντήσεις. Μέχρι εκεί μπορώ να πάω. Από την άλλη τονίζω ότι αυτό πρέπει να έχει συνέπεια και συνέχεια».
Όπως πρόσθεσε, αυτή τη στιγμή οικοδομείται η δυνατότητα να μπορούν να συζητάνε και να χτίζουν μια αμφίδρομη σχέση, όπου ο ένας θα ανταποκρίνεται σε θετικές κινήσεις του άλλου: «Αυτό ουσιαστικά είναι τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και νομίζω ότι μέχρι στιγμής στον τομέα αυτό, για να είμαι δίκαιος, τους τελευταίους μήνες και οι δύο πλευρές έχουν επιδείξει μία καλή διαγωγή, με την έννοια ότι αυτά τα οποία έχουμε συμφωνήσει φαίνεται να μπορούμε να τα τηρούμε
Για την αναφορά του στη Βουλή σχετικά με ενδεχόμενη προσφυγή στη Χάγη και πώς έγινε αποδεκτή από το Κοινοβούλιο μία τέτοια σκέψη, ο πρωθυπουργός, για ακόμα μία φορά, μίλησε για τον «πατριωτισμό της ευθύνης και των πράξεων», τονίζοντας: «Τι είναι προς όφελος της Ελλάδας; Είναι προς όφελος της Ελλάδας να επιλύσει τελικά με δίκαιο τρόπο και με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο, όπως αγωνιζόμαστε να κάνουμε εδώ και δεκαετίες, αυτή τη μεγάλη διαφορά που έχουμε με την Τουρκία; Η απάντηση είναι «ναι». Αυτή είναι η άποψή μου».
Για τον κίνδυνο να πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει σε υποχωρήσεις, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Αυτό είναι μία σχετική έννοια, αλλά πρέπει να σας πω ότι οποιαδήποτε συμφωνία αυτού του τύπου μπορεί ενδεχομένως, ναι, να συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις οι οποίες μπορούν να αποτελούν την αφετηρία μιας διαπραγμάτευσης.
»Αλλά το ερώτημα είναι: θα μείνουμε με τη διαφορά αυτή ανεπίλυτη αν η ιστορία μας προσφέρει μία ευκαιρία να τη λύσουμε; Προσέξτε, θα τη λύσουμε με όρους οι οποίοι θα είναι προφανώς συμβατοί με την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων. Και επειδή είμαστε ακόμα μακριά από αυτό το σενάριο -γιατί δεν είναι μία απόφαση που την παίρνω προφανώς μόνος μου- αν ποτέ φτάναμε σε αυτό το σημείο θα είχε μείζονα ρόλο να παίξει και η Βουλή και τα κόμματα. Αλλά, ξέρετε, υπάρχουν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις, μπορεί ορισμένοι δημοσιογράφοι που έχουν χτίσει καριέρες, χτίζοντας κάποια εικόνα από την οποία δεν θέλουν πια να αποστούν.
»Πράγματι η Τουρκία ήταν πολύ επιθετική τα τελευταία τέσσερα χρόνια, εγώ σε αυτό το γραφείο το γνωρίζω πάρα πολύ καλά. Ξέρω τι δύσκολες καταστάσεις διαχειριστήκαμε, ειδικά το καλοκαίρι του 2020, όταν φτάσαμε σε σημείο απόλυτης πολεμικής ετοιμότητας, σε όλα τα επίπεδα…»
Σε ερώτηση σχετικά με την αναφορά του νωρίτερα σε πολιτικές δυνάμεις και δημοσιογράφους που έχουν χτίσει καριέρες, ο κ. Μητσοτάκης επεσήμανε: «"Και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς βαρβάρους", μπορεί να αναρωτιούνται κάποιοι». Ωστόσο, συνέχισε, λέγοντας: «Σε κάθε περίπτωση είμαστε πολύ μακριά ακόμα απ’ αυτό, αλλά σε κάθε περίπτωση εγώ έχω μία υποχρέωση, όπως το είπα στην Βουλή εξάλλου, με πολύ μεγάλη ευθύτητα, να διερευνήσω αν υπάρχει ένα παράθυρο».
«Σας είπα, μπορεί να μην υπάρχει και μπορεί να καταλήξουμε ότι δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε και να επιλύσουμε -τώρα τουλάχιστον- αυτή την μεγάλη μας διαφορά. Αλλά και αυτό να συμβεί, έχουμε περάσει από περιόδους πολύ καλών σχέσεων με την Τουρκία με ανοιχτό το ζήτημα της υφαλοκρηπίδος και της ΑΟΖ -έτσι δεν είναι;- για πολλά χρόνια. Αλλά θέλω να βάζω τον πήχη των φιλοδοξιών λίγο πιο ψηλά», κατέληξε.
«Εμείς κάνουμε τις δικές μας συζητήσεις με τις ΗΠΑ»
Για το γεγονός ότι η Τουρκία είναι κοντά στην αγορά F16 από τις ΗΠΑ και την αναφορά που είχε κάνει στην ομιλία του στο Κογκρέσο να μην προχωρήσει η συγκεκριμένη συναλλαγή, ο πρωθυπουργός είπε αρχικά: «Κατ’ αρχάς, να αποσαφηνίσω ότι στην ομιλία μου στο Κογκρέσο αναφέρθηκα στην ανάγκη οι πωλήσεις εξοπλισμών να λάβουν υπόψη τους την σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, κάτι το οποίο αποτελεί πια -το τονίζω, δεν ήταν πάντα- μια πάγια θέση των Ηνωμένων Πολιτειών και ειδικά του αμερικανικού Κογκρέσου.
»Και πρέπει να σας πω ότι σίγουρα αυτή είναι μια συζήτηση στην οποία εμείς εμπλεκόμαστε δια της πλαγίας οδού -θα έρθω στη συνέχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί καθόμαστε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Και πιστεύω ότι η άποψη του Κογκρέσου ότι οποιαδήποτε πώληση εξοπλισμού προς την Τουρκία δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί εις βάρος κάποιας άλλης χώρας συμμάχου των Ηνωμένων Πολιτειών, πόσω μάλλον μιας χώρας μέλους του ΝΑΤΟ, πιστεύω ότι αυτή ισχύει».
»Τώρα, τι θα αποτυπωθεί τελικά στις διαπραγματεύσεις Κογκρέσου και κυβέρνησης και Τουρκίας δεν είμαι σε θέση να το γνωρίζω, αλλά δεν βλέπω λόγο γιατί αυτή η στάση θα αλλάξει. Διότι αυτή τη στιγμή αυτό είναι και το κύριο μέλημα και των Ηνωμένων Πολιτειών: να υπάρχει ασφάλεια και ηρεμία στην Ανατολική Μεσόγειο και να μην χρησιμοποιούνται αμερικανικοί εξοπλισμοί εις βάρος ενός συμμάχου που έχει αποδείξει, εν πάση περιπτώσει, ότι συνεργάζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες πολύ καλά.
Στη συνέχεια, έκανε λόγο για τις σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ: «Από εκεί και πέρα, υπάρχουν οι διμερείς συζητήσεις Ελλάδος-Ηνωμένων Πολιτειών -γιατί αυτή είναι μια συζήτηση που, όπως σας είπα αφορά την Τουρκία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, με δύο «καπέλα» οι Ηνωμένες Πολιτείες: Κυβέρνηση και Κογκρέσο. Εμείς κάνουμε τις δικές μας συζητήσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχοντας υπογράψει μία πολύ ισχυρή αμυντική συμφωνία με πενταετή διάρκεια και πιστεύω ότι σύντομα θα έχουμε καλές ειδήσεις ως προς την στήριξη την οποία παρέχουν -αυτοτελώς και ανεξαρτήτως από το τι γίνεται με τις διαπραγματεύσεις με την Τουρκία- οι Ηνωμένες Πολιτείες προς την Ελλάδα.
»Δεν αναφέρομαι στην έγκριση για τα F-35, η οποία από μόνη της είναι πολύ σημαντική, αλλά και σε δυνατότητα να προμηθευτούμε πλεονάζον υλικό, σημαντικό πλεονάζον υλικό, το οποίο θα μας διατεθεί δωρεάν. Είναι κάτι το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες το κάνουν κι έχουν κάθε λόγο να το κάνουν σε μεγαλύτερη έκταση για έναν πολύ καλό σύμμαχο όπως είναι η Ελλάδα. Καταλήγοντας, πρέπει να δει κανείς και τη μεγάλη εικόνα του τι συμβαίνει σήμερα στον αέρα και πού ήμασταν πριν από τέσσερα χρόνια. Πριν από τέσσερα χρόνια η Τουρκία ετοιμαζόταν να παραλάβει τα πρώτα από τα 100 F-35, για τα οποία δεν είχε μπει τότε καμία πρόβλεψη για το τι θα κάνουν και το πού μπορούν να πετάνε.
»Τέσσερα χρόνια μετά η Ελλάδα προχωράει στην αναβάθμιση των F-16 με γρήγορο ρυθμό, έχει προμηθευτεί ήδη 24 Rafale -θα φτάσουν οσονούπω τα τελευταία- με υπερσύγχρονα βλήματα τα οποία έχουν δυνατότητα προσβολής από πολύ μεγάλη απόσταση. Θα παραλάβει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, τα πρώτα F-35 το 2028. Τρέχει επίσης και ένα ναυπηγικό πρόγραμμα στις φρεγάτες της, το οποίο πηγαίνει και πιο γρήγορα από αυτό το οποίο περιμέναμε, με την πρώτη φρεγάτα Belharra, καλώς εχόντων των πραγμάτων, να καθελκύεται τον Σεπτέμβριο.
»Άρα, η δική μας υποχρέωση ήταν πάντα η Ελλάδα απέναντι στην Τουρκία -και απέναντι σε οποιονδήποτε, αλλά η Τουρκία ήταν πάντα ο μεγάλος μας πονοκέφαλος- να έχει μια πολύ ισχυρή αποτρεπτική δυνατότητα, εμείς είμαστε αμυντική δύναμη. Πιστεύω ότι αυτό με γρήγορους ρυθμούς έχουμε καταφέρει να το πετύχουμε».
«Ευχόμαστε η συζήτηση για μια επαναπροσέγγιση με την Ευρώπη να έχει περιεχόμενο»
Για το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν ξανά οι συζητήσεις για τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, ένα ζήτημα που επανήλθε αυτές τις μέρες, ο πρωθυπουργός σχολίασε: «Απλά εκεί καθόμαστε στο τραπέζι. Και θέλω να σας θυμίσω ότι έχουμε διαπραγματευτεί και σε προηγούμενα Ευρωπαϊκά Συμβούλια αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που προσφέρουν ουσιαστικά στην Τουρκία δύο δρόμους.
»Την ενθαρρύνουμε να διανύσει τον δρόμο στον οποίο φαίνεται να θέλει να πορευτεί, δηλαδή έναν δρόμο προσέγγισης με την Ευρώπη. Αλλά και υποδείξαμε ξεκάθαρα τι θα συμβεί σε περίπτωση που θα βαδίσει στον άλλο δρόμο. Ελπίζουμε και ευχόμαστε αυτή η συζήτηση για μια επαναπροσέγγιση με την Ευρώπη να έχει περιεχόμενο. Όμως εκεί είμαστε στο τραπέζι, άρα σε έναν βαθμό το πλαίσιο…
»Όχι μόνο αυτό, δεν είμαστε μόνο εμείς, είναι και η Λευκωσία, είναι και η Κύπρος. Άρα εκεί η δυνατότητα, θα έλεγα η υποχρέωση της Τουρκίας -των Τουρκοκυπρίων θα έπρεπε να πω, αλλά και της Τουρκίας επειδή έχει ανάμειξη έντονη στα ζητήματα αυτά- να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όχι με αφετηρία τη λύση των δύο κρατών, γιατί αυτή είναι μια αφετηρία η οποία μας οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα σε αδιέξοδο, είναι σίγουρα κάτι το οποίο θα πρέπει να το έχουμε στα υπόψη μας. Αφορά πρωτίστως την Κύπρο, αφορά όμως σε μεγάλο βαθμό και εμάς».
Κλείνοντας την ενότητα ερωτήσεων αναφορικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο πρωθυπουργός μίλησε και για το ζήτημα της Ροδόπης: «Αφορά Έλληνες πολίτες. Έλληνες πολίτες οι οποίοι δεσμεύτηκα και στις προγραμματικές μου θέσεις στη Βουλή ότι πρέπει να έχουν στην πράξη και όχι στα λόγια ίσες ευκαιρίες, οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας με τους χριστιανούς συμπολίτες τους στην Ροδόπη και στην Ξάνθη. Έχουμε δουλειά να κάνουμε στον τομέα αυτό ακόμα, για να κάνουμε».
«Κοιτάξτε, νομίζω ότι η ερμηνεία της Λωζάνης δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Από την άλλη οι απόψεις του Τούρκου Προέδρου για τα ζητήματα αυτά είναι λίγο-πολύ γνωστές, τις έχει εκφράσει δημόσια. Αλλά τονίζω ότι αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο αφορά την εσωτερική έννομη τάξη, αφορά την Ελλάδα. Οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας είναι Έλληνες, Ευρωπαίοι πολίτες. Δική μας δουλειά, δικό μας μέλημα είναι να τους εξασφαλίσουμε ίσους όρους συμμετοχής στην κοινωνική και στην οικονομική ζωή. Και αν δεν το έχουμε πετύχει στο βαθμό που θα θέλαμε, οφείλουμε να εργαστούμε συστηματικά σε αυτή την κατεύθυνση», πρόσθεσε.
Για τη σύνθεση της Βουλής
«Πράγματι από αυτές τις εκλογές προέκυψε ένα πολιτικό σκηνικό το οποίο είναι πρωτοφανές για τα δεδομένα της μεταπολίτευσης. Ένα πολύ ισχυρό κόμμα το οποίο απέχει από το δεύτερο κόμμα 23 μονάδες και το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο κόμμα μαζί δεν αθροίζουν το ποσοστό του πρώτου κόμματος. Σίγουρα αυτή είναι μία μεγάλη επιτυχία, πολιτική επιτυχία για τη νέα Νέα Δημοκρατία, έτσι όπως την οραματίζομαι και για την οποία εργάζομαι. Μία παράταξη η οποία διεύρυνε πολύ τους ορίζοντές της, κατάφερε και ενσωμάτωσε πολίτες αλλά και στελέχη που ενδεχομένως παραδοσιακά να μην την στήριζαν και που πιστεύω ότι εκφράζεται απόλυτα από αυτό το αφήγημα του πολυδύναμου, πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού για το οποίο μίλησα αναλυτικά στις προγραμματικές θέσεις», δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης για τη σύνθεση της νέας Βουλής, όπως διαμορφώθηκε μετά τα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών του Ιουνίου.
Στη συνέχεια, η κα Κοσιώνη ρώτησε τον πρωθυπουργό για τον πολιτικό χρωματισμό της λέξης «εκσυγχρονισμός», με τον πρωθυπουργό να απαντάει: «Ο εκσυγχρονισμός, ξέρετε, εγώ τον έβαλα σε μία ιστορική του διάσταση. Ο εκσυγχρονισμός αποτέλεσε μεγάλο ζητούμενο πολλών περιόδων της ελληνικής ζωής. Διαβάζω τώρα μία βιογραφία του Ελευθέριου Βενιζέλου και έχει πολύ ενδιαφέρον. Κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις τις οποίες υλοποίησε τη δύσκολη εποχή, από το 1917 μέχρι το 1920, όταν η χώρα αγωνιζόταν να ολοκληρώσει τις εθνικές της διεκδικήσεις, είναι ενδιαφέρον πώς ορισμένα ζητήματα έρχονται και επανέρχονται ως εκσυγχρονιστικά αιτήματα, βέβαια στο πλαίσιο των καιρών.
Άρα, για εμένα αυτή είναι μία συνολική πεποίθηση: ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη για ένα μεγάλο άλμα εκσυγχρονισμού. Είναι όμως απειλή, κατάρα, ευτύχημα; Κοιτάξτε, σίγουρα η Βουλή δεν έχει βρει τον ρυθμό της ακόμα. Λογικό είναι. Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει ακόμα αρχηγό. Θα βρει κάποια στιγμή. Θα δούμε πώς μπορεί να τοποθετηθεί. Το τρίτο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ δηλαδή, και αυτό δεν φαίνεται να είναι πολύ σαφές στο πώς θα πορευτεί. Φαίνεται ότι το μόνο του μέλημα είναι να είναι απέναντι στην κυβέρνηση», ενώ σε αυτό το σημείο επανήλθε στο ζήτημα της ψήφου αποδήμων.
Όπως είπε, «θα θέσει πολύ σημαντικά ζητήματα για μια σειρά από μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες, διότι τελικά τα κόμματα κρίνονται από το πόσο στηρίζουν τις αποφάσεις εκείνες που βελτιώνουν τη ζωή των πολιτών. Τι θα κάνει, ας πούμε, το ΠΑΣΟΚ για το ζήτημα της ψήφου των αποδήμων; Κάτι το οποίο ψήφισε. Τώρα δηλαδή θα έρθει να μας πει ότι "δεν το ψηφίζω επειδή πρέπει να είμαι αντιπολίτευση"; Δεν νομίζω ότι είναι μία θέση η οποία αντέχει…».
Σύνθεση κυβέρνησης
Επίσης, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στη σύνθεση της κυβέρνησης, κάνοντας λόγο για το μεγάλο rotation που έκανε, αφήνοντας στην ίδια θέση με την προηγούμενη τετραετία μόνο μία υπουργό, ενώ παραδέχθηκε πως μπορεί η αντιπολίτευση να είναι αδύναμη, αλλά «ο μεγεθυντικός φακός πάνω στην κυβέρνηση από όλους και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία έχουν να επιτελέσουν ένα σημαντικό ρόλο, θα είναι στραμμένος στην παραμικρή αδυναμία, στο παραμικρό φάουλ. Και καλώς, θα σας έλεγα».
Μάλιστα, σε ερώτηση σχετικά με το αν θα επαναληφθεί αυτό το rotation, ο πρωθυπουργός δήλωσε: «Καλά, καθίστε, μόλις έχουμε καινούρια κυβέρνηση. Ξέρετε, δεν μου αρέσουν οι συχνές αλλαγές. Αυτό σημαίνει ότι ο κάθε υπουργός μπορεί να προέρχεται από άλλο υπουργείο αλλά βρίσκει τα πατήματά του». Απαντώντας, για την κριτική που έχουν δεχθεί τις τελευταίες μέρες δύο υπουργοί του τόνισε: «Και, ναι, μπορεί να υπάρχουν και λάθη, κάποιες μικρές αρρυθμίες. Θα τα δούμε και θα τα διορθώσουμε, αλλά ας τα βάλουμε λίγο στην πραγματική διάσταση». Ακόμα, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τόνισε ότι έχει εμπιστοσύνη στους υπουργούς του.
Σε ερώτηση αναφορικά με τον τρόπο που γίνονται οι διορισμοί στη Δημόσια Διοίκηση, ο πρωθυπουργός δήλωσε πως οι Γενικοί Γραμματείς στα υπουργεία διορίζονται από τον ίδιο: «Είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένος από τους ανθρώπους που επιστρατεύσαμε την προηγούμενη τετραετία για να υπηρετήσουν ως Γενικοί Γραμματείς. Κατά τεκμήριο πιστεύω ότι ήταν επιτυχημένες επιλογές. Κάποιοι μάλιστα αναβαθμίστηκαν κιόλας και έγιναν και Yφυπουργοί. Αυτό έχει μια αξία, ξέρετε, διότι ήταν στελέχη της δημόσιας διοίκησης. Νομίζω ότι στέλνει και ένα μήνυμα και στους δημοσίους υπαλλήλους, ότι δεν υπάρχει όριο στο πόσο ψηλά μπορούν να φτάσουν.
Εκεί λοιπόν γίνεται μια αυστηρή πολιτική αλλά είναι πολιτικός διορισμός. Από εκεί και πέρα, όμως, έχουμε ήδη ψηφίσει έναν νόμο -δεν το ξέρουν πολλοί- ο οποίος εφαρμόζεται με αργούς ρυθμούς όμως, για τον τρόπο με τον οποίο επιλέγονται όλες οι διοικήσεις στην ευρύτερη κρατική μηχανή, είναι γύρω στις 500 και πλέον. Με σημαντικότερο ίσως τον τρόπο με τον οποίο επιλέγουμε τις διοικήσεις στα νοσοκομεία μας. Εκεί είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κάποιες αλλαγές. Δεν θα βρείτε πολλούς αποτυχημένους πολιτευτές στους προηγούμενους διορισμούς μας, δεν είναι αυτός ο σκοπός».
«Θέλουμε μία διαδικασία η οποία να μπορεί να βάζει αντικειμενικά κριτήρια. Να περνά μέσα από κάποιου είδους κρίση, ενδεχομένως κάποιο ψυχομετρικό τεστ, όπως χρησιμοποιούνται κατά κόρον παντού, όχι μόνο στον ιδιωτικό αλλά και στον δημόσιο τομέα σε άλλες χώρες. Και από εκεί και πέρα από μια συνέντευξη, ώστε να μπορεί να επιλέγεται ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Το στοίχημά μου είναι να γίνει η δουλειά. Νομίζω ότι είμαι αρκετά πολιτικά ισχυρός να μην αισθάνομαι την ανάγκη αυτή τη στιγμή να εξυπηρετήσω κάποιον άνθρωπο, αν αυτό αποβεί εις βάρος του αποτελέσματος», πρόσθεσε.
«Δηλαδή πιστεύετε πραγματικά ότι εγώ ή ο υπουργός ή η αναπληρώτρια υπουργός θέλει να διορίσει σήμερα σε ένα κομβικό νοσοκομείο έναν άνθρωπο ο οποίος θα είναι εμφανώς ακατάλληλος; Μα δεν θα δημιουργήσει αυτό πολύ περισσότερα προβλήματα από το πιθανό όφελος του να βολέψω…; Εμείς δεν πήραμε 41% επειδή βολέψαμε ανθρώπους, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Πήραμε 41% επειδή οι πολίτες πίστεψαν στο σχέδιό μας και μας επιβράβευσαν γι’ αυτά τα οποία κάνουμε», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Δεν καταργείται η πανεπιστημιακή αστυνομία»
Έπειτα, όταν η συζήτηση πήγε στη δήλωση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη για δημιουργία έφιππης αστυνομίας, ο κ. Μητσοτάκης σχολίασε, αστιευόμενος: «Σκέφτηκα, για την έφιππη αστυνομία, ότι με αυτή τη ζέστη ίσως πρέπει να ζητήσω καμήλες από τους φίλους μου στη Σαουδική Αραβία και στον Κόλπο. Δεν χρειαζόμαστε. Είναι μια ενδιαφέρουσα ιδέα αυτή, αλλά δεν χρειαζόμαστε αυτή τη στιγμή έφιππη… Ήταν κάτι το οποίο υπήρχε εδώ και καιρό στον προγραμματισμό του υπουργείου ως μία σκέψη. Έκρινα ότι στην παρούσα συγκυρία είναι κάτι το οποίο δεν το χρειαζόμαστε». Αργότερα, επεσήμανε ότι «τα άλογα θα μείνουν στον σταύλο για λίγο ακόμα», αλλά παραμένει ένα «ενδιαφέρον θέμα για συζήτηση σε καλοκαιρινή παραλία».
Για την πανεπιστημιακή αστυνομία, ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι «δεν καταργείται» και στήριξε τον κ. Μηταράκη πως δεν είπε κάτι τέτοιο, εξηγώντας, επίσης: «Ας δούμε, όμως, το πλαίσιο του προβλήματος που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Ποιο είναι το ζήτημα το οποίο εμείς έπρεπε να αντιμετωπίσουμε πριν από τέσσερα χρόνια; Ότι υπήρχε ένα πρόβλημα βίας και ανομίας στα πανεπιστήμιά μας. Είναι η κατάσταση σήμερα πολύ καλύτερη από ό,τι ήταν πριν από τέσσερα χρόνια; Αναντίρρητα ναι.
Αν ήταν χειρότερη οι πρώτοι που θα το γνωρίζατε θα ήσασταν εσείς και θα κάνατε επανειλημμένα ρεπορτάζ για το τι γίνεται μέσα στα πανεπιστήμια. Πώς το αντιμετωπίσαμε το πρόβλημα αυτό; Με πολλές τολμηρές κινήσεις, βάζοντας όχι την πανεπιστημιακή αστυνομία, την ίδια την αστυνομία, ενδεχομένως σε κάποιες περιπτώσεις και τις βαριά οπλισμένες μονάδες της αστυνομίας, μέσα στα πανεπιστήμια, στην πανεπιστημιούπολη στου Ζωγράφου, αδειάζοντας πολλές καταλήψεις, με αποτέλεσμα η κατάσταση σήμερα να είναι πολύ καλύτερη.
Καθίσαμε λοιπόν με τους Πρυτάνεις και είπαμε: πολύ ωραία, τα πανεπιστήμια χρειάζονται ένα συγκροτημένο σχέδιο ασφάλειας, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει και το πώς ενδεχομένως μπαίνει κάποιος σε ένα πανεπιστήμιο εκεί που υπάρχει ελεγχόμενη είσοδος. Αν πρέπει ή αν δεν πρέπει να έχουμε τουρνικέ, αν πρέπει να έχουμε κάρτες. Και σε αυτό το σχέδιο επικουρικά λειτουργεί η πανεπιστημιακή αστυνομία, μαζί με τους Πρυτάνεις. Κάναμε κάποια πρώτα βήματα, προσλάβαμε ανθρώπους, έχουν μία παρουσία γύρω από τα πανεπιστήμια. Συζητάμε και με τους Πρυτάνεις πόσο πιο έντονη πρέπει να είναι η παρουσία, αλλά εξ αρχής η πανεπιστημιακή αστυνομία λειτουργούσε επικουρικά και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει την ανάγκη αραιά και που -ευχόμαστε πολύ σπάνια- να χρειάζεται η παρέμβαση της κανονικής, οπλισμένης αστυνομίας».
Ο πρωθυπουργός σε αυτό το σημείο ξεκαθάρισε με ποιον ακριβώς τρόπο θα λειτουργεί από εδώ και πέρα η πανεπιστημιακή αστυνομία, καθώς, όπως είπε «έχει εκ των πραγμάτων κάποιους περιορισμούς στο τι μπορεί να κάνει». Συνεπώς, ο κ. Μητσοτάκης εξήγησε: «Θα υπηρετούν. Αυτοί οι άνθρωποι ήδη υπηρετούν, είναι σε Αστυνομικά Τμήματα πέριξ των πανεπιστημίων. Αν εννοούμε αυτό, λοιπόν, εκεί είναι ήδη οι οργανικές τους θέσεις. Αν θα εξακολουθούν να λειτουργούν, να περιπολούν, να έχουν παρουσία στα πανεπιστήμια, η απάντηση που σας δίνω είναι "ναι". Σε ποια έκταση, σε ποια πανεπιστήμια, με ποιο τρόπο, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα στην πηγή του, αυτό είναι κάτι το οποίο ακόμα το αξιολογούμε. Η αλήθεια είναι ότι -δεν θα κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου- ότι μας δυσκόλεψε λίγο στην υλοποίηση αυτός ο θεσμός. Όμως αυτό από το οποίο δεν κάνουμε πίσω είναι από την ανάγκη να υπάρχει ασφάλεια στα πανεπιστήμια».
Δίνοντας ένα παράδειγμα, περιέγραψε: «Κάτι το οποίο μπορεί να κάνει η πανεπιστημιακή αστυνομία: Αργά το βράδυ είσαι στην πανεπιστημιούπολη, θέλεις να φύγεις από τη βιβλιοθήκη και θέλεις κάποιον άνθρωπο να σε συνοδεύσει μέχρι την έξοδο του πανεπιστημίου. Έτσι δουλεύει, ξέρετε, και στο εξωτερικό πολύ συχνά ο θεσμός της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Είναι συμπληρωματικός. Είναι αυτός ο οποίος θα ειδοποιήσει την αστυνομία, "εδώ έχω πρόβλημα", "εδώ έχω μια βαριά παραβατικότητα", "εδώ γίνεται εμπόριο ναρκωτικών", "εδώ μπορεί να υπάρχει κάτι πιο σοβαρό". Έτσι λειτουργεί».
«Μέλημά μου αυτή η τετραετία να είναι καλύτερη και από την πρώτη»
Αναμενόμενη η παραίτηση του κ. Τσίπρα, σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη: «Η προτίμησή μου είναι στην άρθρωση ενός τεκμηριωμένου πολιτικού λόγου και στον τρόπο που κάνουμε την πολιτική αντιπαράθεση», ενώ επεσήμανε πως δεν υπάρχει προτίμηση σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο.
Σχετικά με το αν έχει προτίμησε σε κάποιο κόμμα στην αξιωματική αντιπολίτευση, ο πρωθυπουργός απάντησε: «Ο κίνδυνος προς τον ανταγωνισμό ποιος θα κάνει πιο ισχυρή αντιπολίτευση είναι να χάσουμε τη δυνατότητα να πετυχαίνουμε κάποιες συναινέσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη χώρα», δίνοντας σε αυτό το σημείο ως παράδειγμα το νομοσχέδιο για την ψήφο των αποδήμων. Ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ ή ΠΑΣΟΚ που του ζήτησαν οι δημοσιογράφοι να διαλέξει, ο κ. Μητσοτάκης κράτησε ουδέτερη θέση, λέγοντας ότι είναι ο τελευταίος που πρέπει να εκφράσει άποψη για το τι θα συμβεί στην αντιπολίτευση.
Για το ζήτημα του Ηλία Κασιδιάρη, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι επείγει: «Έγινε μια ολόκληρη συζήτηση και λίγο τραυματική συζήτηση για το πώς θα απαγορευτεί σε ανθρώπους οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί κι έχουν καταδικαστεί -έστω και πρωτόδικα- για τα εγκλήματα της Χρυσής Αυγής. Θα εξετάσουμε τις επιλογές μας, πάντα κινούμενοι στα πλαίσια του Συντάγματος, και λαμβάνοντας υπόψη την νομική πραγματικότητα την οποία καλούμαστε αυτή τη στιγμή να διαχειριστούμε».
«Δεν είναι μία συζήτηση που με αφορά και δεν είναι κάτι το οποίο το βλέπω να συμβαίνει. Πιστεύω ότι η ίδια η ζωή και η κοινοβουλευτική πραγματικότητα θα αποδομήσει κόμματα και κομματίδια τα οποία εμφανίστηκαν ως διάττοντες αστέρες στο πολιτικό σκηνικό. Έχει γίνει κι άλλες φορές, εξάλλου. Άρα η λύση δεν είναι κατ’ ανάγκη να αυξάνουμε τα όρια. Έχουμε ένα όριο το οποίο είναι από τα κατώτερα, από τα χαμηλά σχετικά ευρωπαϊκά όρια.
Αν είχαμε όριο 5%, όπως έχουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η αλήθεια είναι ότι θα είχαμε τέσσερα κόμματα στη Βουλή και όχι οκτώ. Αλλά δεν θεωρώ κατ’ ανάγκη ότι είναι αυτή η απάντηση. Υπήρχε ένας βαρύς νομικός λόγος να μην επιτρέψουμε σε κόμμα του οποίου ο πραγματικός ηγέτης ήταν κάποιος καταδικασμένος και ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή. Αυτό είναι άλλο από το να κάνουμε μία οριζόντια παρέμβαση που αφορά τα όρια των κομμάτων συ», είπε για την περίπτωση να αυξηθεί το ποσοστιαίο όριο εισόδου των κομμάτων στο Κοινοβούλιο.
Πιάνοντας, προς το τέλος, τα θέματα καθημερινότητας και ξεκινώντας με τη φοροδιαφυγή, ο πρωθυπουργός δήλωσε: «Δεν είναι εξαίρεση στη χώρα μας. Έχουμε τη δέσμευση να ασχοληθούμε πιο συστηματικά να το αντιμετωπίσουμε. Για εμένα δεν είναι αγγαρία. Θεωρώ ύψιστη κοινωνική αδικία να επωμίζονται τη φορολογική επιβάρυνση κάποιοι. Έχουμε τη βούληση, έχουμε την τεχνογνωσία και περισσότερα εργαλεία, όπως για παράδειγμα οι ηλεκτρονικές συναλλαγές που αυξήθηκαν την περίοδο του Covid, διασυνδέσεις, ηλεκτρονικά τιμολόγιο και χρήση μεγάλων δεδομένων, τα οποία μας επιτρέπουν να βλέπουμε αν οι δαπάνες συνάδουν με το εισόδημα».
Για την αισχροκέρδια, η κ. Κοσιώνη, αφού αναφέρθηκε πρώτα στο πώς αντιμετώπισε η κυβέρνηση το ζήτημα με τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, ρώτησε αν τα market pass συμβάλλουν στην αισχροκέρδια στα τρόφιμα. Ο πρωθυπουργός απάντησε: «Για την ακτοπλοΐα έγινε μία συζήτηση με δική μου πρωτοβουλία και ενδεχομένως και σήμερα να δούμε κάποιες εκπτώσεις», ενώ πρότεινε πως «για την ακτοπλοΐα χρειάζεται να έχουμε ένα παρατηρητήριο».
Αναφερόμενος, γενικά στον πληθωρισμό, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε πως «το πρόβλημα πάντως είναι παγκόσμιο και σήμερα είμαστε σε κάπως καλύτερη κατάσταση».
Για το ενδεχόμενο τρίτης τετραετίας, ο κ. Μητσοτάκης απάντησε ότι δεν είναι κάτι που σκέφτεται «αυτή τη στιγμή καθόλου» και πρόσθεσε: «αυτή τη στιγμή το μέλημά μου είναι αυτή η τετραετία να είναι καλύτερη από την πρώτη». Τέλος, σημείωσε: «Σε μία τετραετία θα γίνουν και λάθη. Από εκεί και πέρα οι πολίτες θα μας κρίνουν. Έχουμε ένα φιλόδοξο σχέδιο, θα κρινόμαστε συνεχώς για την υλοποίησή του. Κάποια πράγματα είναι κατεπείγοντα και αν δεν γίνονται οι πολίτες θα έχουν κάθε δικαίωμα να μας ασκήσουν κριτική. Εγώ ο ίδιος είμαι αυστηρός στον εαυτό μου. Δεν θα είμαστε η αντιπολίτευση του εαυτού μας. Οφείλουμε να είμαστε αυστηροί, να έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά και να μην επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη».
Δείτε live τη συνέντευξη του πρωθυπουργού: