Ενόψει των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου, τα κεντροδεξιά κόμματα στα περισσότερα κράτη της ΕΕ επιστρατεύουν επιτυχημένα και ιδιαίτερα έμπειρα στελέχη, καθώς και μάχιμους της ευρωπαϊκής ιδέας, προκειμένου να ξανακερδίσουν την ψήφο εμπιστοσύνης των πολιτών
Οι ημέρες περνούν γρήγορα. Τα βλέμματα σε όλη την Ευρώπη είναι στραμμένα στις εκλογές του Ιουνίου. Και στα περισσότερα κράτη της ΕΕ τα κόμματα οπλίζονται με κάθε τρόπο και επενδύουν στο πιο έμπειρο δυναμικό τους. Η λίστα των υποψηφίων είναι ενδεικτική των προθέσεων. Η επίσημη ανακοίνωση της υποψηφιότητας του νυν προέδρου του Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ ως επικεφαλής του κεντροδεξιού βελγικού κόμματος στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, χαρακτηριστικότατη.
Η ανακοίνωση έρχεται με την έναρξη του εξαμήνου της βελγικής προεδρίας στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, στο παρασκήνιο, συζητείται και η υποψηφιότητα ως προέδρου της Κομισιόν του πρώην πρωθυπουργού του Βελγίου και νυν επιτρόπου Δικαιοσύνης Ντιντιέ Ρέιντερς.
Τα νέα όμως περνάνε τα σύνορα των Βρυξελλών και ο Νότος κινείται ταχύτερα από όσο πριν από τρεις μήνες, διαψεύδοντας έτσι εκείνους που ισχυρίζονται ότι «είναι ακόμα πολύ νωρίς για να μιλάμε ή να ανακοινώσουμε ονόματα υποψηφίων». Θεωρούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σημαντικό, αλλά προφανώς γνωρίζουν και τα δύσκολα που έρχονται για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην προσεχή πενταετία.
Οικονομία, υγεία, ενέργεια, μεταναστευτικό, ασφάλεια και άμυνα, περιβάλλον, είναι ορισμένοι τίτλοι της ήδη γεμάτης ατζέντας που οι κυβερνήσεις μελετούν ώστε οι ευρωβουλευτές τους να είναι έτοιμοι στις ψηφοφορίες που θα ακολουθήσουν τα πέντε χρόνια εργασιών στις Επιτροπές και στο Κοινοβούλιο.
Παρακολουθώντας, λοιπόν, τις εξελίξεις στις Βρυξέλλες, στο Στρασβούργο και το Λουξεμβούργο, το γενικό συμπέρασμα είναι ότι «όποιος προλάβει και όποιος αισθάνεται ισχυρότερος θα αποκομίσει κέρδη από παντού». Ξεκινώντας από τις θεσμικές έδρες τις οποίες ήδη διεκδικούν Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία, Πορτογαλία και Ολλανδία – απ’ όσα γνωρίζουμε.
Αξιώματα με βάρος
Ποιες είναι οι θέσεις-κλειδιά της προσεχούς διακυβέρνησης της ΕΕ; Προεδρία Κομισιόν, Προεδρία Συμβουλίου, Προεδρία Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Προεδρία Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Γενική γραμματεία ΝΑΤΟ.
Παράλληλα θα τρέξουν τα ονόματα των Επιτροπών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Με σημαντικές αλλαγές δεδομένου ότι σχολιάζεται αρνητικά το σύνολο της σημερινής Επιτροπής. Εντοπίζοντας στην κρίση της Covid-19 και των πολεμικών συρράξεων σε Ουκρανία και Παλαιστίνη, τις κύριες αιτίες πολλών αποτυχημένων επιλογών των Οργάνων της ΕΕ.
Στις αιτίες αυτές προσθέτουμε την αδυναμία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να ολοκληρώσει το προγραμματισμένο έργο του. Ήτοι την ψήφιση 145 εκθέσεων, οδηγιών και ψηφισμάτων, τα οποία γίνεται προσπάθεια από τη Ρομπέρτα Μέτσολα να ολοκληρωθούν με έκτακτες ολομέλειες στο Στρασβούργο Φεβρουάριο και Απρίλιο.
Σημειώνοντας με αστερίσκους τις παραλείψεις αυτές, πολλές κυβερνήσεις σπεύδουν να επιστρατεύσουν στελέχη επιτυχημένα, ιδιαίτερα έμπειρα και μάχιμους της ευρωπαϊκής ιδέας, για να κατέβουν στο πεδίο της υποψηφιότητας τον Ιούνιο. Δίδουν τεράστια σημασία σε επίπεδο αρχηγών, επιτυχημένων πρώην υπουργών και ευρωβουλευτών. Ο Σαρλ Μισέλ για το Βέλγιο είναι μίνι έκπληξη αφού παραδίδει την προεδρία τον προσεχή Ιούλιο μετά την ορκωμοσία των νέων ευρωβουλευτών. Συγκεκριμένα στις 16 Ιουλίου 2024.
Τα σχόλια που ακολουθούν την επιλογή της κεντροδεξιάς στο Βέλγιο έρχονται ταυτόχρονα με επιλογές που αναγγέλθηκαν στην Ιταλία. Όπως τις υποψηφιότητες του Σαλβίνι, του Ταγιάνι και της Ελι Σχλάιν, γραμματέως του Δημοκρατικού Κόμματος. Στη Γερμανία ανακάμπτουν το Χριστιανοδημοκρατικό και το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα και βρίσκεται στο προσκήνιο από τους Σοσιαλδημοκράτες η προσπάθεια να επαναφέρουν την υποψηφιότητα του Μάρτιν Σουλτς για την Κομισιόν.
Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα ποντάρει και πάλι στον Μάνφρεντ Βέμπερ, αλλά και τα ισχυρά στελέχη του στο Κοινοβούλιο, όπως η Ανγκέλικα Νίμπλερ, ο Αντρέας Σουάμπ και ο Ράινερ Βίλαντ.
Η μάχη του Νότου
Ο Νότος δεν αφήνει ελεύθερο πεδίο στον Βορρά. Στη μάχη μπαίνουν ο πρώην πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι και η Σχλάιν. Στην Ισπανία ο Φεϊχό παραμένει αντιπολίτευση και επιθυμεί να ενισχυθεί στο Ευρωκοινοβούλιο. Σε μια προσπάθεια να επιλέξει πρόσωπα του στενού περιβάλλοντός του συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση των δύο πρώην ισχυρών ακόμα και σήμερα πρωθυπουργών, Ραχόι και Αθνάρ. Ετσι τα πυρομαχικά επιστρέφουν στους έμπειρους Εμάνουελ Μαργάγιο, πρώην υπουργού Εξωτερικών της κυβέρνησης Ραχόι, και Λόπεθ Ιστούριθ Τόνο, επί 20 χρόνια γενικού γραμματέα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και νυν ευρωβουλευτή. Επίσης, υποψήφια θα είναι -για πέμπτη φορά- η πρώην υπουργός Παιδείας, Βέρα Καστίγιο Πιλάρ και ο Πάκο Μιγιάν Μον, μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων.
Στο Βέλγιο, εκτός του Μισέλ, υποψήφιοι θα είναι ο Γκι Φέρχοφσταντ με τους Φιλελεύθερους και ο Ρέιντερς, εφόσον δεν συνεχίσει ως επίτροπος και διεκδικητής της προεδρίας της Κομισιόν.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι υποψηφιότητες στην Πορτογαλία. Μετά την πτώση της κυβέρνησης Αντόνιο Κόστα επανακάμπτουν ο Νούνο Μέλο και ο Κάρλος Κοέλο. Δύο έμπειροι ευρωβουλευτές με εξαιρετικό λόμπι σε όλες τις πολιτικές ομάδες, συμπεριλαμβανόμενου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Δημοσιεύματα στην Αυστρία, αλλά και οι πληροφορίες μας, θέλουν επιστροφή του Πάουλο Ρούμπιγκ και του Οτμαρ Κάρας.
Η Λεπέν ελπίζει
Μάχη που εξελίσσεται σε πόλεμο δίνεται στη Γαλλία. Ο Μακρόν προσπαθεί να διασώσει το κόμμα του από συντριβή καθώς η Λεπέν προπορεύεται στις δημοσκοπήσεις με 32% ενώ ο Μακρόν ακολουθεί με διαφορά 10%. Η κοινή γνώμη στη Γαλλία εντοπίζει την πτώση του Μακρόν στο ανίσχυρο σχήμα της κυβέρνησής του αλλά και το τελευταίο στραπάτσο σε μεταρρύθμιση για το εργασιακό νομοσχέδιο που πέρασε με ψήφους του κόμματος της Λεπέν. Η επιστράτευση του Νικολά Σαρκοζί και του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων δεν φαίνεται αρκετή να ανακόψει την πορεία της Ακροδεξιάς. Όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Κίνδυνο τον οποίο καλούνται στις 9 Ιουνίου να ανατρέψουν τα κεντροδεξιά κόμματα με τα έμπειρα στελέχη τους που επανακάμπτουν με ψήφο εμπιστοσύνης των πολιτών.
Πρώην ευρωβουλευτής της ΝΔ και ειδικός σύμβουλος στην Κομισιόν με επίτροπο την Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, νυν πρόεδρο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.