Μπορεί η προσπάθεια να δημιουργηθούν συνθήκες αγανάκτησης μέσω της εργαλειοποίησης της τραγωδίας των Τεμπών και της εκμετάλλευσης του πόνου των συγγενών να έπεσε στο κενό, όμως όπως όλα δείχνουν κάποιοι δεν την εγκαταλείπουν, και επενδύουν στη δημιουργία μιας αρνητικής περιρρέουσας ατμόσφαιρας και ενός κλίματος τοξικού.

Η λογική τού «να φύγει ο Μητσοτάκης και βλέπουμε» επανέρχεται στο προσκήνιο αφού οι προσπάθειες ανάδειξης αντίπαλου πολιτικού… δέους δεν δείχνουν να καταλήγουν κάπου. Ακόμη και η επαναφορά του Αλέξη Τσίπρα στο πολιτικό προσκήνιο δείχνει να αντιμετωπίζει κάποια… προβλήματα ειδικά μετά την παρουσία και την ομιλία του στη Θεσσαλονίκη.

Αλλά και στην περίπτωση που υλοποιηθεί αυτός ο σχεδιασμός για την κάλυψη του «κενού» στον χώρο που αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτικός, το ενδεχόμενο να αλλάξουν οι συσχετισμοί δυνάμεων είναι απειροελάχιστο έως ανύπαρκτο.

Στο πλαίσιο αυτό, η καλλιέργεια ενός κλίματος τοξικού εμφανίζεται και πάλι μέσα από άρθρα, αναλύσεις και παρεμβάσεις που συνδέονται με τη λογική της καταστροφολογίας. Η κοινή στάση αριστερών, κεντροαριστερών και ακροδεξιών δυνάμεων είναι χαρακτηριστική και επιβεβαιώθηκε στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ.

Παράλληλα με την καταστροφολογία, επιδιώκεται να αναβιώσει και το ζήτημα της δήθεν διαφθοράς του συνολικού πολιτικού συστήματος και των θεσμών μέσα από την αποδόμησή τους. Ήδη έχουν αρχίσει οι… αντιστοιχίσεις με τις αντιδράσεις που έχουν προκληθεί στη Γαλλία, παρά τις τεράστιες διαφορές που υπάρχουν, αφού στη Γαλλία το πρόβλημα είναι η οικονομία και οι περικοπές, την ώρα που στην Ελλάδα μειώνονται φόροι και στηρίζονται όλες σχεδόν οι κοινωνικές ομάδες.

Θεωρίες συνωμοσίας, θα πει κανείς. Θα μπορούσαν να είναι, αν δεν υπήρχε αυτή η προσπάθεια μηδενισμού των πάντων και αναβίωσης μιας εικόνας διάλυσης και κατάρρευσης, που εντέχνως διακινείται. Το γεγονός ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης επενδύουν –το καθένα χωριστά– στην αρνητική ψήφο των πολιτών είναι ένα δείγμα.

Ένα άλλο θέμα χαρακτηριστικό είναι η προσπάθεια που γίνεται να πειστούν οι πολίτες ότι η κυβέρνηση στο μέσον της δεύτερης θητείας έχει δώσει ό,τι ήταν να δώσει. Ότι κουράζουν τα ίδια πρόσωπα στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και ότι μετά από έξι χρόνια προκύπτουν δήθεν εστίες διαφθοράς.

Ακόμη πιο ενδεικτικό είναι το γεγονός πως κανένα από τα κόμματα που δηλώνουν κόμματα εξουσίας και ζητούν… πολιτική αλλαγή δεν λέει τι θα γίνει στην περίπτωση που αυτό πραγματοποιηθεί. Πώς και με ποιους θα συνεργαστούν, πώς θα κυβερνήσουν και με τι πρόγραμμα; Από τη στιγμή που ζητούν πολιτική αλλαγή πρέπει να το διευκρινίσουν, αλλιώς συνεργούν σε μια διαδικασία αποσταθεροποίησης που θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις.

Είναι δεδομένο ότι σταθερότητα προκύπτει από αυτοδύναμες κυβερνήσεις. Συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη, φυσικά, και την οικονομική σταθερότητα. Τα παραδείγματα συγκυβερνήσεων είναι πρόσφατα και τα αποτελέσματα γνωστά. Όπως γνωστά είναι και τα αποτελέσματα της αγανάκτησης και των αντιδράσεων με γνώμονα το θυμικό.

Σε κάθε περίπτωση το 2025 δεν είναι 2015. Ούτε καταρρέει η οικονομία ούτε οι πολίτες πεινούν. Το ζήτημα είναι όμως κατά πόσο θα σταματήσει η τοξικότητα που στο τέλος της ημέρας αποτελεί τροχοπέδη για την ίδια τη χώρα.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»