Στις 2 Απριλίου, ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε έναν κατάλογο χωρών στις οποίες επιβάλλει δασμούς προκειμένου να αποκαταστήσει όσα θεωρεί «οικονομικές αδικίες» εις βάρος των ΗΠΑ και να αναδιαμορφώσει (ή αναταράξει) το παγκόσμιο εμπόριο.

Λίγες μέρες αργότερα, ο Αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να «παγώσει» για 90 ημέρες τους δασμούς προς όλα τα κράτη, πλην της Κίνας. Ενα από τα ενδιαφέροντα σημεία της λίστας της 2ας Απριλίου ήταν η απουσία της Ρωσίας από αυτήν και η συμπερίληψη της Ουκρανίας.

Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λίβιτ, υποστήριξε ότι υπάρχουν υφιστάμενες αμερικανικές κυρώσεις στη Μόσχα οι οποίες «αποκλείουν οποιοδήποτε ουσιαστικό εμπόριο», ενώ τόνισε ότι από τη δασμολογική λίστα απουσίαζαν και άλλες χώρες όπως η Κούβα, η Λευκορωσία και η Βόρεια Κορέα.

Οποιος και αν είναι ο λόγος απουσίας της Μόσχας, η εμπορική πολιτική του προέδρου Τραμπ συνιστά βαρύ πλήγμα για τη ρωσική οικονομία με συνέπειες σε πολλά μέτωπα, μεταξύ των οποίων και ο πόλεμος στην Ουκρανία. «Στο τέλος, οι οικονομικές φιλοδοξίες του Πούτιν μπορεί να συντριβούν. Οχι από τις κυρώσεις αλλά από τις χαοτικές γκάφες του Τραμπ», σχολίασε ο Ιρλανδός δημοσιογράφος και ειδικός σε θέματα Ρωσίας, Τζέισον Κόρκοραν.

Περικοπές δαπανών

Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι από την ημέρα που ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε τους δασμούς, η τιμή του πετρελαίου –το οποίο αποκαλείται και «σωσίβιο» της ρωσικής οικονομίας– έχει πέσει περί το 15%. Σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, εάν η πτώση της τιμής του «μαύρου χρυσού» συνεχιστεί, η Ρωσία άμεσα θα αρχίσει τις περικοπές δαπανών στις οποίες πιθανόν να περιλαμβάνονται και οι στρατιωτικές που αφορούν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Επιπλέον, για τους οικονομικούς αναλυτές θεωρείται αναμενόμενη μια επικείμενη υποτίμηση του ρουβλιού.

«Μακροπρόθεσμα, τα εμπορικά μέτρα του κ. Τραμπ θα μπορούσαν ακούσια να κάνουν περισσότερα για να βλάψουν την ικανότητα της Ρωσίας να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας από τη συστηματική επιβολή από τη Δύση του πιο ολοκληρωμένου πακέτου κυρώσεων στη σύγχρονη ιστορία», έγραφαν οι «New York Times». Η ανησυχία της Μόσχας ήταν εμφανής. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, ανέφερε ότι οι παγκόσμιες αγορές είναι «εξαιρετικά ταραγμένες, τεταμένες και συναισθηματικά υπερφορτωμένες» και σημείωσε ότι οι αρχές της χώρας εργάζονται για να ελαχιστοποιήσουν «τις επιπτώσεις αυτής της διεθνούς οικονομικής καταιγίδας».

Οι εξαγωγές του πετρελαίου χρηματοδοτούν περί το 1/3 του προϋπολογισμού της Ρωσίας. Μια συνεχιζόμενη πτώση των τιμών των ορυκτών καυσίμων συνιστά δημοσιονομική απειλή για μια οικονομία που είναι εξαρτημένη από την τιμή του πετρελαίου και άρα ευάλωτη στις διακυμάνσεις του στις παγκόσμιες αγορές. Αυτό φάνηκε τόσο στην ασιατική κρίση του 1997 όσο και στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Οι δασμοί Τραμπ, που χτυπούν έμμεσα αλλά σκληρά τη Ρωσία, συνέπεσαν(;) με μια κακή στιγμή για τη Μόσχα. Ο Οργανισμός Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών (OPEC Plus) γνωστοποίησε άνευ προειδοποίησης ότι θα επιταχύνει τις προγραμματισμένες αυξήσεις της παραγωγής του πετρελαίου, κάτι που αναμένεται να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στις τιμές του «μαύρου χρυσού».

Σε ανάλυση της επικεφαλής της T-Investments, υπογραμμίζεται ότι εάν οι τιμές του πετρελαίου διατηρηθούν στα σημερινά επίπεδα (Brent 63 δολάρια το βαρέλι, Urals, που αποτελεί το βασικό ρωσικό εξαγωγικό μείγμα, 50 δολάρια το βαρέλι), η Ρωσία ενδέχεται να απολέσει περίπου 1 τρισ. ρούβλια σε έσοδα φέτος, δηλαδή το 2,5% των αναμενόμενων εσόδων βάσει του προϋπολογισμού. Ακόμα, εκτιμάται ότι η Μόσχα μπορεί να στραφεί στον δανεισμό καθώς το δημόσιο χρέος της (με την όποια αξιοπιστία των στατιστικών αρχών της) είναι κάτω από το 30% του ΑΕΠ της.

Παρ’ όλα αυτά, οικονομολόγοι όπως ο Μπέντζαμιν Χίλγκενστοκ (επικεφαλής οικονομικών ερευνών στο Ινστιτούτο της Οικονομικής Σχολής του Κιέβου) δεν αναμένουν μια κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας. «Δεν είναι καλή εξέλιξη για τον προϋπολογισμό, αλλά δεν είναι και καταστροφική», εξήγησε.

Δύσκολη εκεχειρία

Είναι γεγονός, πάντως, ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία εκτίναξε στα ύψη τις στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας, διευρύνοντας το έλλειμμα και εξαντλώντας τα αποθέματα της χώρας για τις δύσκολες μέρες όπως αυτές. Οπως έγραψε ο οικονομικός αναλυτικής Κιρίλ Ροντιόνοβ, ο θησαυρός της κυβέρνησης, το Εθνικό Ταμείο Πλούτου, «έχει συρρικνωθεί από την αρχή του πολέμου και η μερίδα που πωλείται εύκολα είναι τώρα λιγότερο από το έλλειμμα του προϋπολογισμού του περασμένου έτους».

Υπό αυτό το πρίσμα, η προοπτική για μια πλήρη κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία ή η έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών προκειμένου να λήξει η σύγκρουση απομακρύνονται. Σύμφωνα με τον Κόρκοραν, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, δεν θα κάνει παραχωρήσεις στην Ουκρανία, ενόσω η χώρα του θα μαστίζεται από οικονομική αστάθεια. Και αυτό, προσθέτει ο αναλυτής, θα εδραιώσει την απομόνωση της Ρωσίας από τη Δύση.