Μοιάζει για πρώτη φορά να είναι πραγματικότητα αυτό που και άλλοι πολιτικοί, πριν από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είχαν πει καθ’ υπερβολήν στον προεκλογικό λόγο τους: ότι μοναδικός αντίπαλος είναι τα προβλήματα των πολιτών.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Όσο περνούν οι μέρες από τις εκλογές τόσο περισσότερο το αποτέλεσμα των εκλογών γίνεται συνείδηση σε όλους. Όπως συνείδηση γίνεται η κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας, η υπεροχή του μεταρρυθμιστικού κέντρου και του προοδευτισμού απέναντι στις ιδεοληψίες και τις χυδαιότητες της Αριστεράς που εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα να αποδοκιμαστεί με τον πλέον ηχηρό τρόπο από τους πολίτες στην κάλπη.

Η υπεροχή αυτή, όπως και η ποιοτική διαφορά μεταξύ των δύο ρευμάτων, αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες ημέρες. Από τη μία πλευρά, ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του έπιασαν αμέσως δουλειά και επιδιώκουν να ξεδιπλώσουν το σχέδιό τους, δίνοντας έμφαση σε κομβικούς τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, το ψηφιακό κράτος και η ασφάλεια, παρουσιάζοντας ένα προφίλ ενωτικό που αφήνει στην άκρη τους διαχωρισμούς και μόνο στόχο έχει τα οφέλη για όλους τους πολίτες. Από την άλλη πλευρά, οι σύντροφοι της Κουμουνδούρου εξακολουθούν να βρίσκονται σε περιδίνηση ύστερα από το εκλογικό αποτέλεσμα και η αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα από το προσκήνιο μάλλον περιέπλεξε παρά βοήθησε τα πράγματα.

Και τούτο διότι στον ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να εγκαλούν τους αντιπάλους τους, τα ΜΜΕ ή οποιονδήποτε άλλον εκτός από τους ίδιους τους εαυτούς τους και την τακτική τους προκειμένου να ερμηνεύσουν τη συντριβή τους. Παραμένει δε παράδοξο ότι στο προσκήνιο βρίσκονται και πάλι στελέχη που διακρίθηκαν όλο αυτό το διάστημα για την τοξικότητά τους και μόνο καλό δεν έκαναν στον ΣΥΡΙΖΑ, προεξάρχοντος ασφαλώς του Παύλου Πολάκη, ο οποίος έχει βλέψεις απ’ ό,τι φαίνεται ακόμη και για την ηγεσία! Ενώ και για τα υπόλοιπα στελέχη έχουν βγει στο τραπέζι τα... αριστερόμετρα και οι απόψεις που εκφράζονται περνούν από κάποιου είδους εξέταση για να κριθεί –από ποιους, άραγε– αν είναι συμβατές με τις θέσεις και το παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, η φυγή προς τα εμπρός που πραγματοποιεί η ΝΔ με την καθοδήγηση του κ. Μητσοτάκη είναι ακόμη πιο έντονα ορατή στην πλειονότητα των πολιτών. Μοιάζει έτσι για πρώτη φορά να είναι πραγματικότητα αυτό που και άλλοι πολιτικοί είχαν πει καθ’ υπερβολήν στον προεκλογικό τους λόγο: ότι μοναδικός αντίπαλος είναι τα προβλήματα των πολιτών. Βεβαίως, την ίδια στιγμή είναι ακριβώς αυτός ο λόγος για τον οποίο οι πολίτες θα είναι ιδιαίτερα αυστηροί απέναντι στην κυβέρνηση και το έργο της και αυτό είναι που επισημαίνει διαρκώς ο κ. Μητσοτάκης στους υπουργούς του, θέλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο να τους διατηρήσει σε εγρήγορση και να υπάρξουν απτά αποτελέσματα από το πρώτο κιόλας διάστημα του νέου κύκλου διακυβέρνησης.

Σ’ αυτήν τη λογική κινούνται και τα πρώτα νομοθετήματα της κυβέρνησης, η οποία, όπως και το 2019, ξεκινά με απόλυτα συμβολικό τρόπο από τις ελαφρύνσεις προς τους φορολογουμένους και την παράταση των μέτρων στήριξης προς τους οικονομικά ασθενέστερους. Οι παρεμβάσεις αυτές, εκτός από τους ασθενέστερους, στηρίζουν τη μεσαία τάξη, η οποία κατά κύριο λόγο κινείται στο λεγόμενο μεσαίο χώρο, ήτοι το κέντρο που στήριξε μαζικά τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου. Οχι τυχαία ασφαλώς, διότι αφενός ο προεκλογικός λόγος της κυβερνητικής παράταξης ήταν απόλυτα συμβατός με τις προσδοκίες της, αφετέρου η τοξικότητα και η έλλειψη καθαρών θέσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ αντιτάχθηκαν στον αξιακό της κώδικα και τις πολιτικές αρχές της.

Με άλλα λόγια, η θετική ψήφος που κέρδισαν η ΝΔ και ο κ. Μητσοτάκης ισοδυναμεί με μια καθαρή εντολή που δεν διακρίνει κομματικά χαρακώματα και άλλους διαχωρισμούς. Μια εντολή που δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό ως καθοδηγητή της να προχωρήσουν στις αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που δεν ολοκληρώθηκαν στην πρώτη τετραετία, ενισχύοντας παράλληλα και το προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος δεν μπορεί παρά να αισθάνεται απόλυτα δικαιωμένος για την τακτική που ακολούθησε από τον Ιανουάριο του 2016 όταν και ανέλαβε τα «γαλάζια» ηνία. Μια τακτική που έθετε ως βασική προτεραιότητα την προσέγγιση του μεσαίου χώρου και για την οποία συχνά δέχθηκε και χτυπήματα εκ των έσω, αλλά πλέον όλα αυτά ανήκουν με πανηγυρικό τρόπο στο παρελθόν.