Η Ελληνική Κυβέρνηση υπέβαλε σήμερα πρόταση για την ένταξη της Ελλάδας στον μηχανισμό «SAFE» της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δράση για την Ασφάλεια της Ευρώπης), αιτούμενη χαμηλότοκα δάνεια ύψους 1,2 δισ. ευρώ για ανάγκες της εθνικής άμυνας.
Το SAFE προβλέπει χαμηλότοκα δάνεια συνολικά 150 δισ. ευρώ, με ορίζοντα αποπληρωμής 40 ετών. Τα προγράμματα που φαίνεται να προηγούνται είναι εκείνα της αναβάθμισης των τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού, τύπου Μ-113, αλλά και της προμήθειας οχημάτων γενικής χρήσης. Και τα δύο αυτά προγράμματα είχαν ενταχθεί στον 12ετή μακροπρόθεσμο προγραμματισμό αμυντικών εξοπλισμών (ΜΠΑΕ), ωστόσο με πρόβλεψη να υλοποιηθούν προς το τέλος της περιόδου (δηλαδή περί το 2036). Ευθύς εξαρχής είχε συμφωνηθεί ότι εφόσον προκύψει δημοσιονομικός χώρος από τα ευρωπαϊκά προγράμματα του REARM Europe, τότε ό,τι αφορά την κινητικότητα (military mobility) θα προκριθεί.
Ως εκ τούτου, η αναβάθμιση των Μ-113, που έχει προϋπολογισθεί στα 600 εκατ. ευρώ, και η προμήθεια νέων οχημάτων γενικής χρήσης (φορτηγών και λοιπών οχημάτων που αποτελούν μέσο καθημερινής αξίας για τον Στρατό), αξίας περί τα 400 εκατ. ευρώ, εκ των πραγμάτων κινούνται στην κορυφή των προτεραιοτήτων. Με την ένταξη στο SAFE, το Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικών Εξοπλισμών, που αφορά την περίοδο έως το 2036, από τα 28,8 δις. φθάνει στα 30 δις. ευρώ.
Παρόλα τα θετικά της ένταξης, σύσσωμη η Αντιπολίτευση, ελλείψει ουσιώδους κριτικής (μιας και η συμμετοχή της χώρας μας στο πρόγραμμα μόνο θετικό αντίκτυπο έχει), κάνει κριτική στην κυβέρνηση «διότι τελικά θα ενταχθεί και η Τουρκία στο SAFE». Αυτό που παραγνωρίζουν όλοι αυτοί οι «ειδήμονες» είναι ότι η Ελλάδα έχει ένα ιδιαίτερο πλεονέκτημα: η συμμετοχή στο SAFE απαιτεί ομοφωνία, κάτι που σημαίνει πως η Τουρκία δεν μπορεί να ενταχθεί χωρίς τη συγκατάθεση της Αθήνας και της Λευκωσίας.
Η Ελλάδα, λοιπόν, μπορεί να αξιοποιήσει το θεσμικό της βάρος, διασφαλίζοντας ότι οι τουρκικές βλέψεις από το πρόγραμμα δεν θα μπορέσουν να ικανοποιηθούν, χωρίς προηγούμενες δεσμεύσεις -όπως η άρση του casus belli.