Η ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας περνά μέσα από τον σεβασμό, την προστασία και την έμπρακτη κατοχύρωση των δικαιωμάτων της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας.
Αυτό ήταν το μήνυμα που επανέλαβε χθες ο Γιώργος Γεραπετρίτης και στη νέα Αλβανίδα ομόλογό του, Ελίζα Σπιροπάλι, κατά τη συνάντησή τους στην Αθήνα.
Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών χαιρέτισε την πρόοδο της Αλβανίας στο άνοιγμα των διαπραγματευτικών κεφαλαίων προσχώρησης, τονίζοντας ότι η χώρα μας εστιάζει στα Θεμελιώδη Πεδία και δη σε ό,τι αφορά «στον σεβασμό, στην προστασία και κατοχύρωση των δικαιωμάτων της γηγενούς Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας», που –όπως είπε– εκτός από ελληνική προτεραιότητα, αποτελεί και δείγμα για την εμπέδωση του κράτους δικαίου στη γειτονική χώρα.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ο κ. Γεραπετρίτης ανακοίνωσε τη συμφωνία συνεργασίας σε επίπεδο κτηματολογίων, προκειμένου να αποδοθούν ει δυνατόν γρηγορότερα οι τίτλοι ιδιοκτησίας στους μειονοτικούς Έλληνες που διαβιούν στην Αλβανία.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Μανιφέστο», εκκρεμεί η απόδοση τουλάχιστον 8.000 τίτλων ιδιοκτησίας σε Έλληνες διαφόρων περιοχών, όπως των Χειμάρρας, Φοινίκης, Δρόπολης κ.ά. Και η Αθήνα πιέζει συστηματικά προς αυτήν την κατεύθυνση, συνδέοντας τα παραδοτέα σε αυτόν τον τομέα με τον δρόμο της Αλβανίας προς τις Βρυξέλλες, κάτι που διεφάνη και σε μια αποστροφή της κυρίας Σπιροπάλι περί της «επιμονής του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του να σεβαστούμε τη μειονότητα».
Κατά τα λοιπά, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι, με γνώμονα την ελληνική προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. το δεύτερο εξάμηνο του 2027, η Ελλάδα θα αναλάβει πρωτοβουλίες για την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής πορείας των Δυτικών Βαλκανίων, χαρακτηρίζοντας τη διαδικασία της διεύρυνσης ως μια ενωσιακή «γεωπολιτική αναγκαιότητα».
Από την πλευρά της, η κυρία Σπιροπάλι, η οποία μίλησε διπλάσιο χρόνο από τον οικοδεσπότη, με αρκετά πληθωρικό λόγο διαποτισμένο με λογοτεχνικές αναφορές, ξεδίπλωσε όλη την αλβανική ατζέντα αλλά με προσοχή.
Η υπουργός Εξωτερικών εξήρε τις «στρατηγικές» διμερείς σχέσεις (παρότι δεν έχει υπογραφεί κάποια συμφωνία ανακήρυξής τους ως τέτοιες), την περιφερειακή σημασία της Ελλάδος στη Βαλκανική και τον ρόλο που αυτή θα παίξει και ως προεδρεύουσα της Ε.Ε., όταν η Αλβανία φιλοδοξεί ότι θα έχει κλείσει τα κεφάλαια και θα καταστεί μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας.
Και για αυτό υποστήριξε ότι η αλβανική κυβέρνηση θα εφαρμόσει πλήρως τον νόμο περί μειονοτικών κοινοτήτων, υποστηρίζοντας ότι στη μεταρρύθμιση του Ιδιοκτησιακού το αλβανικό κράτος θα δώσει «ιδιαίτερη προσοχή» στους μειονοτικούς, κάτι που, αν εφαρμοστεί, θα είναι αντιστρόφως ανάλογο με την υφαρπαγή των περιουσιών που υπέστησαν επί τόσα χρόνια οι Έλληνες της Αλβανίας.
Στη συνέχεια, η κυρία Σπιροπάλι έθεσε το ζήτημα του εμπολέμου δίχως να το ονοματίσει, περιγράφοντας την ανάγκη άρσης «κάθε νομικής παρωχημένης αναφοράς από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που έχει επιπτώσεις και δεν αντανακλά την πραγματικότητα των σημερινών μας σχέσεων».
Εν προκειμένω, η στάση της Αθήνας παραμένει αμετακίνητη: οι διμερείς σχέσεις αναπτύχθηκαν, οι δύο χώρες, που είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και δυνάμει εταίροι σε Ε.Ε., έχουν υπογράψει σύμφωνο Φιλίας το 1996, άρα εμπράκτως οι όποιες αναφορές στο εμπόλεμο δεν έχουν πρακτικό αντίκρισμα.
Η τσαμικής καταγωγής υπουργός δεν έθεσε το λεγόμενο «Τσάμικο», κάτι που για την Αθήνα δεν υφίσταται ως υπαρκτό θέμα και ούτε συζητείται, αλλά έκανε μια αναφορά που επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών: ότι τα δύο μέρη συζήτησαν ανοιχτά «τα ιστορικά, νομικά και περιουσιακά μας ζητήματα».
Δεδομένου ότι το «Τσάμικο» είναι μη θέμα για την Ελλάδα, το μόνο συναφές και εκκρεμές ζήτημα είναι οι μεσεγγυήσεις. Πρόκειται για τις εχθρικές περιουσίες (γερμανικές, ιταλικές, αλβανικές) που τέθηκαν υπό καθεστώς μεσεγγύησης από το ελληνικό κράτος μετά την κήρυξη του πολέμου το 1940. Σύμφωνα με γενναιόδωρες εκτιμήσεις, οι αλβανικές υπολογίζονται περί τα 200 ακίνητα.
Επιπλέον, η κυρία Σπιροπάλι εξέφρασε την αλβανική προσήλωση στην επίλυση των ζητημάτων που αφορούν τα σύνορα, τα οποία έχουν κυρίως τεχνικό χαρακτήρα, όπως φθορά, μετακίνηση ή εξαφάνιση οροσήμων κ.λπ., συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.
Δύο φορές τα Τίρανα «άδειασαν» την Αθήνα στο συγκεκριμένο θέμα. Η συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών Ελλάδος-Αλβανίας του 2009 δεν κυρώθηκε από τη Βουλή της δεύτερης, και έναν χρόνο αργότερα κρίθηκε αντισυνταγματική, ενώ η διμερής πολιτική συμφωνία του Οκτωβρίου του 2020 για παραπομπή του ζητήματος σε διεθνή δικαιοδοσία «πάγωσε» κατόπιν αλβανικής υπαιτιότητας. Νωρίτερα, το 2018, η προσπάθεια διευθέτησης υπό τους υπουργούς Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και Ντιτμίρ Μπουσάτι δεν προχώρησε για διαφορετικούς λόγους.
Σήμερα, η κυρία Σπιροπάλι συναντάται με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια στο Πεντάγωνο και αργότερα με εκπροσώπους του ελληνικού επιχειρείν. Χθες, πριν από τη συνάντηση με τον κ. Γεραπετρίτη, έγινε δεκτή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Τασούλα.