Παρότι στον τρέχοντα πολιτικό χρόνο η ΕΕ έχει αφοσιωθεί στη στήριξη της Ουκρανίας απέναντι στη ρωσική εισβολή, η οποία μαίνεται από τον Φεβρουάριο του 2022, το ζήτημα των μελλοντικών σχέσεων μεταξύ Βρυξελλών και Μόσχας έχει ήδη αρχίσει να προβληματίζει τους ευρωπαίους αξιωματούχους.
Το δεδομένο είναι πως, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου, το Κρεμλίνο θα συνεχίσει - εκτός συγκλονιστικού και εξαιρετικά απίθανου απροόπτου - να αποτελεί απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια στο σύνολο της, ενώ είναι δεδομένο πως η Μόσχα θα συνεχίσει να προσπαθεί να υποβαθμίσει την ευρωπαϊκή κοινή αγορά, αλλά και τις σχέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ενωσης μέσω παρεμβάσεων σε πολιτικό -αλλά και εκλογικό- επίπεδο. Από τη μια, η διεύρυνση της ΕΕ προς την Ανατολική Ευρώπη θα λειτουργήσει ως δικλείδα ασφαλείας για την ΕΕ, περιορίζοντας παράλληλα τη ρωσική επιρροή, από την άλλη ωστόσο μια απότομη μεγέθυνση της ΕΕ θα δημιουργούσε τριβές εντός των Βρυξελλών, τις οποίες η Ρωσία θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί ποικιλοτρόπως.
Παράλληλα, η ΕΕ μπορεί να συνεχίσει να πιέζει τη Ρωσία σε οικονομικό επίπεδο, όπως κάνει με επιτυχία από τον χειμώνα του 2022. Αυτή τη στιγμή, η ΕΕ έχει περιορίσει κάθε είδους ρωσική εισαγωγή σε ποσοστό περίπου 80% - συμπεριλαμβανομένης και της ενέργειας - γεγονός που διατηρεί τη ρωσική οικονομία σε ρυθμούς παρατεταμένης ύφεσης. Παράλληλα, και οι ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τη Ρωσία έχουν μειωθεί σχεδόν στο μισό, ενώ σε κρίσιμους
τεχνολογικούς τομείς, το ποσοστό της μείωσης των εξαγωγών ανέρχεται στο 75% τουλάχιστον. Από τη μεριά της, η Μόσχα αναζητεί την αντικατάσταση της ΕΕ με άλλους συμμάχους σε τρίτες χώρες, ωστόσο δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως οι κυρώσεις με την οποία έχουν απαντήσει οι Βρυξέλλες στη Μόσχα έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα - σε έναν μεγάλο βαθμό. Το ερώτημα ωστόσο παραμένει αν οι πετυχημένες - και εξαιρετικά χρήσιμες στο πλαίσιο του πολέμου - κυρώσεις θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται στη μεταπολεμική εποχή. Από την πλευρά της, η ΕΕ απέδειξε με τη στάση της κατά τον ρώσο-ουκρανικό πόλεμο πως παραμένει μια οικονομική υπερδύναμη, η οποία έχει τη δυνατότητα να περιορίσει ακόμα περισσότερο τον ρωσικό οικονομικό και πολιτικό επεκτατισμό, εφόσον αποκτήσει μια περισσότερο συμπαγή εξωτερική πολιτική..