«Ένας ακόμη δράστης, ο οποίος θεωρεί ό,τι το θύμα ήταν κτήμα του και ό,τι έπρεπε να παραμείνει στην κατοχή του ακόμη και μετά το διαζύγιο που είχε προηγηθεί». Με αυτά τα λόγια περιέγραψε τον δράστη της δολοφονίας της 40χρονης γυναίκας, χθες, στο Μενίδι η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛΑΣ Κωνσταντίνα Δημογλίδου, μιλώντας στο ΕΡΤNews.

Η ίδια υπογράμμισε ότι ο τρόπος που χειρίστηκαν οι αστυνομικοί τη συγκεκριμένη υπόθεση «είναι υποδειγματικός και θα πρέπει να αποτελεί παράδειγμα για όλους τους αστυνομικούς». «Έκαναν συνεχώς επικοινωνία με το θύμα για να δουν αν επιθυμεί, ακόμη και αφού είχαν περάσει κάποιες ημέρες από την καταγγελία, να μεταφερθεί σε κάποια δομή και αν την ενοχλεί ο άνθρωπος αυτός, όμως η απάντηση ήταν αρνητική και για τα δύο ερωτήματα και δυστυχώς παρέμεινε στην οικία της», τόνισε.

Η εκπρόσωπος τύπου της ΕΛΑΣ επισήμανε ότι «πρέπει τα θύματα να βρίσκουν το θάρρος να φτάνουν στην καταγγελία, όμως πρέπει να έχουν τη δύναμη να στηρίξουν μέχρι το τέλος αυτή τη διαδικασία. Και είναι πολύ σημαντικό στην ακροαματική διαδικασία τα θύματα να βρίσκονται εκεί για να στηρίξουν την κατηγορία». Επίσης, ανέφερε ότι το θύμα απευθύνθηκε αρκετές φορές στην Ελληνική Αστυνομία όπου και συνελήφθη ο δράστης με τη διαδικασία του αυτοφώρου και οδηγήθηκε στον αρμόδιο εισαγγελέα. «Την τελευταία φορά που έφτασε η γυναίκα στο γραφείο αντιμετώπισης της οικογενειακής βίας, ήταν επειδή ακριβώς εξέφρασε την ανησυχία της και υπήρξε σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή της και τη σωματική της ακεραιότητα και της προτάθηκε η εφαρμογή του η εφαρμογή του panic button την οποία δέχτηκε», σημείωσε.

Επιπλέον η κ. Δημογλίδου ανέφερε ότι προτάθηκε στη γυναίκα από τις Αστυνομικές Αρχές να μετακινηθεί σε κάποια δομή φυλασσόμενη από την Ελληνική Αστυνομία και φυσικά «θα ήταν απόλυτα προστατευμένη, όμως για τους δικούς της λόγους, δεν θέλησε να μεταφερθεί και παρέμεινε στην οικία της όπου και τελικά φτάσαμε σε αυτό το τραγικό περιστατικό».

Τελος, υπογράμμισε: «Πρέπει οι γυναίκες να απομακρύνονται άμεσα από τον κακοποιητή τους για να προστατεύονται οι ίδιες και θα είναι καλό να ακούν τις οδηγίες των αρχών, καθώς πραγματικά βλέπουν τον κίνδυνο σε κάποια περιστατικά».