Η Δικαιοσύνη είναι μία λέξη που συχνά επαναλαμβάνεται σαν κλισέ. Λέμε ότι είναι ίση για όλους, ότι δεν κάνει διακρίσεις, ότι δεν κοιτά πρόσωπα. Στην πράξη όμως, κάθε φορά που ένας γνωστός ηθοποιός ή δημόσιο πρόσωπο βρίσκεται μπλεγμένος σε επεισόδιο που αφορά την παραβίαση του νόμου, η κοινωνία κρατά την ανάσα της: θα υπάρξει αληθινή ισονομία ή θα ξαναδούμε το ίδιο έργο, όπου οι διάσημοι στέκονται πάντα στη σωστή πλευρά της… ατιμωρησίας;
Η υπόθεση με τον γνωστό ηθοποιό που συνελήφθη μετά από φθορές σε δέκα αυτοκίνητα και εγκατάλειψη του σημείου - αν ισχύει όπως περιγράφεται - δεν είναι απλώς ένα αστυνομικό δελτίο. Είναι καθρέφτης. Καθρέφτης που δείχνει πώς αντιλαμβανόμαστε τη δικαιοσύνη: ως αξία που στέκεται πάνω από όλους ή ως εργαλείο που λυγίζει όταν απέναντί της βρίσκεται κάποιος «επώνυμος».
Η ισονομία δεν μπορεί να είναι σλόγκαν. Δεν μπορεί να σημαίνει «νόμος για τους πολλούς» και «κατανόηση για τους λίγους». Η κοινωνία δεν αντέχει άλλες εκπτώσεις. Γιατί όταν ο πολίτης βλέπει ότι τα μέτρα και τα σταθμά αλλάζουν ανάλογα με το βιογραφικό του κατηγορουμένου, τότε χάνει εμπιστοσύνη όχι μόνο στη Δικαιοσύνη, αλλά και στους θεσμούς συνολικά.
Ας το πούμε καθαρά: η δημόσια εικόνα δεν είναι ελαφρυντικό. Αντίθετα, η προβολή και η επιρροή επιβάλλουν περισσότερη υπευθυνότητα. Όταν είσαι πρόσωπο που μπαίνει καθημερινά στα σπίτια των ανθρώπων, όταν οι πράξεις σου γίνονται παράδειγμα, οφείλεις να στέκεσαι πιο αυστηρά απέναντι στο σωστό και το λάθος.
Η Δικαιοσύνη, λοιπόν, έχει μπροστά της μία δοκιμασία. Όχι για να τιμωρήσει σκληρότερα, αλλά για να αποδείξει ότι δεν έχει προνόμια. Για να δείξει ότι δεν ενδιαφέρεται για το ποιος φωτογραφίζεται στις πρεμιέρες, αλλά για το αν σεβάστηκε τον νόμο.
Ισότητα στη Δικαιοσύνη δεν σημαίνει εκδίκηση· σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολίτες πρώτης και δεύτερης κατηγορίας. Κι αν θέλουμε κάποτε να πιστέψουμε στ’ αλήθεια ότι η Ελλάδα αλλάζει, αυτό πρέπει να φανεί πρώτα εδώ: στην αμερόληπτη εφαρμογή του νόμου, χωρίς αστερίσκους και χωρίς παραθυράκια.
