Η κοινωνία έχει πάντοτε την τάση να στρέφει το βλέμμα της προς τους ανθρώπους που ξεχωρίζουν. Καλλιτέχνες, πολιτικοί, αθλητές, άνθρωποι των media δεν είναι απλώς επαγγελματίες στο χώρο τους. Είναι τα πρόσωπα που διαμορφώνουν τάσεις, πρότυπα, ακόμα και αξίες. Είτε το επιθυμούν είτε όχι, αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για χιλιάδες συμπολίτες μας, ιδιαίτερα για τους νεότερους. Κι αυτό συνεπάγεται μια ευθύνη πολύ μεγαλύτερη από την προσωπική.

Όταν ένας διάσημος εμπλέκεται σε πράξεις που παραβιάζουν τον νόμο, η βαρύτητα δεν είναι μόνο νομική αλλά κοινωνική, ακόμα και παιδαγωγική. Ο πολίτης που βλέπει να πέφτουν στα μαλακά άνθρωποι με αναγνωρισιμότητα, εύκολα σκέφτεται: «Αν εκείνος τη γλίτωσε με ένα πρόστιμο, γιατί να μην τη γλιτώσω κι εγώ;». Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο μήνυμα που μπορεί να περάσει: ότι η νομιμότητα είναι σχετική και ότι η δικαιοσύνη δεν είναι ίδια για όλους.

Η πρόσφατη υπόθεση με τον ηθοποιό Βασίλη Μπισμπίκη είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ένα τροχαίο που προκάλεσε ζημιές σε ΙΧ στη Φιλοθέη, η απομάκρυνσή του από το σημείο, οι δηλώσεις του ότι δεν εγκατέλειψε, και τελικά η αντιμετώπιση ως πλημμέλημα. Το διοικητικό πρόστιμο των 1.200 ευρώ και η αφαίρεση διπλώματος μπορεί τυπικά να «κλείνουν» το ζήτημα, αλλά αφήνουν πίσω τους το ερώτημα: πώς γίνεται μια πράξη με τόσο σοβαρές προεκτάσεις να αντιμετωπίζεται τόσο ελαφρά;

Δεν είναι η πρώτη φορά που το βλέπουμε αυτό. Στην Ελλάδα –και όχι μόνο– η δικαιοσύνη συχνά αντιμετωπίζει τους διάσημους με «κατανόηση». Άλλοτε είναι ένας τραγουδιστής που οδηγεί υπό την επήρεια αλκοόλ, άλλοτε ένας αθλητής που μπλέκεται σε επεισόδια, άλλοτε ένας παρουσιαστής που αγνοεί βασικούς κανόνες οδικής ασφάλειας. Το μοτίβο είναι κοινό: μια μικρή ποινή, λίγες ημέρες αρνητικής δημοσιότητας και ύστερα η ζωή συνεχίζεται σαν να μη συνέβη τίποτα.

Όμως, μια τέτοια στάση είναι επικίνδυνη και οδηγεί σε δύο μεγάλα προβλήματα:


- Κακό παράδειγμα. Ο διάσημος που δεν αντιμετωπίζει σοβαρές συνέπειες για μια πράξη επικίνδυνη στέλνει λάθος μήνυμα στο κοινό. Το πρότυπο αντί να εμπνέει υπευθυνότητα, εμπνέει αδιαφορία και αλαζονεία.

- Αποδυνάμωση της εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη. Όταν ο απλός πολίτης βλέπει ότι για τον ίδιο οι κυρώσεις είναι αυστηρές, αλλά για τον επώνυμο «υπάρχει κατανόηση», καλλιεργείται η αίσθηση ότι η ισονομία είναι μια λέξη χωρίς περιεχόμενο. Κι αν χαθεί η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, τι απομένει;

Η πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίζει τέτοιες υποθέσεις με αυστηρότητα, όχι για λόγους εκδικητικότητας, αλλά για λόγους πρόληψης. Οι ποινές δεν είναι τιμωρία μόνο αλλά και μάθημα. Κι αν το μάθημα είναι «δεν έγινε και τίποτα», τότε όλοι μένουμε εκτεθειμένοι στον κίνδυνο να επαναληφθεί το ίδιο λάθος.

Ας το δούμε και διαφορετικά. Πώς θα πείσεις έναν νέο οδηγό να σεβαστεί το όριο ταχύτητας, αν βλέπει τον αγαπημένο του ηθοποιό να παρανομεί και να φεύγει με ένα απλό πρόστιμο; Πώς θα μιλήσεις σε έναν έφηβο για υπευθυνότητα, αν το ίδιο το «πρότυπό» του δείχνει πως οι κανόνες είναι για τους άλλους;

Η δημοσιότητα είναι προνόμιο, αλλά και βάρος. Κανείς δεν ζητά από τους διάσημους να είναι άγιοι, ζητάμε όμως να θυμούνται ότι η συμπεριφορά τους δεν αφορά μόνο τους ίδιους. Κάθε πράξη τους μετατρέπεται σε μήνυμα, σε εικόνα, σε σημείο αναφοράς. Και αυτό ακριβώς είναι που κάνει τις παραβάσεις τους πιο βαριές, όχι πιο ελαφριές.

Η υπόθεση Μπισμπίκη είναι η αφορμή για να ξαναδούμε το ζήτημα συνολικά. Γιατί δεν αφορά μόνο έναν ηθοποιό, ούτε μόνο ένα τροχαίο. Αφορά τον τρόπο που η κοινωνία μας ορίζει την ευθύνη, τη δικαιοσύνη και την ισονομία. Αν θέλουμε μια κοινωνία όπου όλοι είναι πραγματικά ίσοι απέναντι στον νόμο, τότε πρέπει να πάψουμε να δικαιολογούμε τους διάσημους. Γιατί όταν εκείνοι πέφτουν στα μαλακά, εμείς όλοι πέφτουμε πιο βαριά στις συνέπειες μιας άδικης πραγματικότητας.