Ο Αλέξης Χαρίτσης εμφανίστηκε στη Βουλή αποφασισμένος να παίξει το χαρτί του σκληρού αντιπολιτευτικού μεσσία, μόνο που ξέχασε το βασικό, κάποτε κυβερνούσε και ο ίδιος. Με λόγο πιο ξύλινο και παγωμένο κι από τις ράγες του ΟΣΕ, έδωσε ρεσιτάλ πολιτικής υποκρισίας, μιλώντας για την τραγωδία των Τεμπών λες και… έπεσε από τα σύννεφα. Καμία αναφορά, καμία αυτοκριτική για τις δικές του ευθύνες την περίοδο που οι υποδομές εγκαταλείπονταν και οι σταθμάρχες μετατίθεντο με κομματικά κριτήρια.

Ο κ. Χαρίτσης δεν δίστασε να σηκώσει δάχτυλο και να ζητήσει «λαϊκά δικαστήρια» αντί για θεσμική Δικαιοσύνη, δίνοντας μαθήματα… παλαιοκομματικής ρητορικής. Ανακάλυψε «σχέδιο συγκάλυψης» εκεί που οι αρμόδιοι θεσμοί κάνουν τη δουλειά τους, και έσπευσε να κρίνει τις διαδικασίες της Βουλής, λες και η κυβέρνησή του δεν φλέρταρε κάποτε με τη θεσμική εκτροπή. Οι κατηγορίες του για «πλυντήριο» είναι ο ορισμός της προβολής, βλέπει στους άλλους τα όσα ακριβώς έκανε το κόμμα του επί τέσσερα χρόνια.

Και φυσικά, με απόλυτη συνέπεια στη γραμμή της δημαγωγίας, έριξε τη γνωστή «σάλτσα» περί ΗΠΑ, Ισραήλ, ιδιωτικών πανεπιστημίων, business και φυσικού δικαστή — λες και βγήκε από φυλλάδα του 2012. Όταν τελειώνει το πολιτικό επιχείρημα, αρχίζει η φτηνή συνωμοσιολογία. Και κάπως έτσι, αντί για ουσιαστική αντιπολίτευση, ο κ. Χαρίτσης προσφέρει μόνο στείρα φρασεολογία και επιλεκτική μνήμη.

Το ερώτημα είναι απλό, ποιον πείθει πια αυτό το ύφος και αυτό το περιεχόμενο; Σίγουρα όχι τους πολίτες που ζητούν λύσεις και σεβασμό στη μνήμη των θυμάτων. Όταν ακόμα και η τραγωδία των Τεμπών γίνεται εργαλείο πολιτικής εργαλειοποίησης χωρίς ντροπή, τότε είναι σαφές, η Nέα Αριστερά που λανσάρει ο Χαρίτσης, δεν είναι τίποτα άλλο από τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ με νέο περιτύλιγμα.