Το θερμόμετρο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ έχει χτυπήσει κόκκινο. Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από τη βουλευτική του έδρα αποτέλεσε τη σπίθα που άναψε νέα φωτιά σε ένα ήδη ταραγμένο πολιτικό τοπίο. Ο Σωκράτης Φάμελλος, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία του κόμματος σε μία από τις πιο κρίσιμες φάσεις της ιστορίας του, βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με ένα εκρηκτικό μείγμα εσωτερικών αντιθέσεων, αμφισβήτησης και ανασφάλειας.

Όπως όλα δείχνουν, ο Σωκράτης Φάμελλος μπορεί να μείνει στην ιστορία ως ο πρώτος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ που δεν θα οδηγήσει το κόμμα σε εκλογές. Η περίοδος της ηγεσίας του φαίνεται περισσότερο μεταβατική, με στόχο την ανασύνταξη, τη διατήρηση της ενότητας και τη διαμόρφωση ενός νέου οδικού χάρτη για την επόμενη μέρα της Αριστεράς. Ωστόσο, το έργο αυτό μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο, καθώς οι εσωκομματικές ισορροπίες είναι πιο εύθραυστες από ποτέ.

Η παραίτηση του Α. Τσίπρα, πέρα από το συμβολικό βάρος της, ερμηνεύεται από πολλούς ως ένα μήνυμα αποστασιοποίησης από τις τρέχουσες εσωκομματικές συγκρούσεις, αλλά και ως μια κίνηση που αφήνει πίσω της ένα πολιτικό κενό. Η μετά Τσίπρα εποχή δεν έχει σταθεροποιηθεί, και ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να ψάχνει ακόμα τη νέα του ταυτότητα. Οι παλιοί «προεδρικοί», οι «ανανεωτικοί» και οι «ριζοσπάστες» συγκρούονται για την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει το κόμμα: θα κινηθεί προς τον κεντροαριστερό ρεαλισμό ή θα επιστρέψει στις ρίζες της ριζοσπαστικής Αριστεράς;

Ο Σ. Φάμελλος προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες. Όμως οι φωνές δυσαρέσκειας πληθαίνουν, ιδιαίτερα από στελέχη που θεωρούν πως η σημερινή ηγεσία αδυνατεί να εμπνεύσει ή να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Η κοινωνική απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει πολύ χαμηλή, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν στασιμότητα, και η εσωστρέφεια μοιάζει να πνίγει κάθε προσπάθεια ανανέωσης.

Ο σημερινός πρόεδρος, όταν ερωτάται, λέει ότι η δημιουργία κόμματος Τσίπρα δεν είναι το σχέδιο που είχε ψηφίσει η ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επισημαίνει και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κομματικό εγωισμό όπως ο Νίκος Ανδρουλάκης.

Στην Κουμουνδούρου επικρατεί κλίμα αναμονής αλλά και ανησυχίας. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πότε και πώς θα λήξει αυτή η παρατεταμένη μεταβατική περίοδος.