Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Ο θρίαμβος του Κυριάκου Μητσοτάκη και της ΝΔ στις εκλογές της 21ης Μαΐου είναι λογικό να προκαλεί βέρτιγκο σε Κουμουνδούρου και Χαριλάου Τρικούπη. Ωστόσο, είναι εντυπωσιακή η σύμπτωση απόψεων του Αλέξη Τσίπρα και του Νίκου Ανδρουλάκη στην τακτική τους να σώσουν οτιδήποτε αν σώζεται για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ μέσα από τις επιθέσεις στη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη. Και οι δύο λοιπόν επιδίδονται τις τελευταίες ημέρες σε μια τακτική που μπορεί μεν να έχει διαφορετική προσέγγιση, αλλά έχει κοινή επιδίωξη: να «κόψουν» την αυτοδυναμία από τη ΝΔ και να οδηγήσουν τη χώρα σε τρίτες εκλογές.
Ο κ. Μητσοτάκης, από τη δική του πλευρά, έχει κάθε λόγο να επιθυμεί τις τρίτες εκλογές στην περίπτωση που χάσει οριακά την αυτοδυναμία στις κάλπες της 25ης Ιουνίου, ωστόσο δεν μπορεί παρά να λογαριάζει σημαντικά το γεγονός ότι η χώρα θα μπει σε περιπέτειες από την παρατεταμένη ακυβερνησία. Εχει κατ’ επανάληψη δείξει ότι συμπεριφέρεται και αποφασίζει θεσμικά, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διενέργεια των εκλογών στο τέλος της τετραετίας, συνεπώς ο ίδιος δεν έχει κάποιον λόγο να εμφανιστεί ότι παίζει με τους θεσμούς. Το αντίθετο, μάλιστα, ιδίως από τη στιγμή που το αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου κατέδειξε περίτρανα πως οι πολίτες επιζητούν την ασφάλεια και τη σταθερότητα που ο κ. Μητσοτάκης υπόσχεται. Ενώ, από τη δική τους πλευρά, οι ηγέτες των κομμάτων της αντιπολίτευσης επενδύουν στο χάος και την ακυβερνησία προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις προσωπικές πρωτίστως και ύστερα τις κομματικές επιδιώξεις τους.
Θέλουν περιπέτειες
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο μόνος τρόπος με τον οποίο βλέπουν οι κύριοι Τσίπρας και Ανδρουλάκης ότι μπορούν να φρενάρουν τον κ. Μητσοτάκη είναι ακριβώς αυτός: να οδηγήσουν δηλαδή τη χώρα σε περιπέτειες μέσα από μία νέα εκλογική αναμέτρηση, με τον κ. Ανδρουλάκη ειδικά να δηλώνει με στόμφο πως δεν πρόκειται να συνεργαστεί με τη ΝΔ ακόμη κι αν αυτή εξασφαλίσει 149 βουλευτές στις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Ισως διότι και οι δύο κατ’ αυτόν τον τρόπο επιχειρούν –εκτός των άλλων– ν’ αγοράσουν χρόνο για να μπορέσουν ν’ ανασυνταχθούν, ελπίζοντας σε μια καλύτερη επίδοση, καθώς οι εκτιμήσεις για τις κάλπες του Ιουνίου είναι μάλλον δυσοίωνες.
Με αυτήν τη λογική και τους τακτικισμούς, στους οποίους είναι γνωστό ότι καταφεύγει και στις καλές και στις κακές στιγμές του, ο κ. Τσίπρας σκέφτεται ότι θα μπορούσε έτσι να κερδίσει και ο ίδιος χρόνο και να παραμείνει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον υπάρχει μπροστά το ενδεχόμενο μιας τρίτης εκλογικής αναμέτρησης. Διαφορετικά, η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων μετά τις εκλογές του Ιουνίου είναι ν’ ανοίξει η δυσάρεστη για εκείνον συζήτηση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την παραμονή του στην ηγεσία, αφού είναι ξεκάθαρο ότι χρεώνεται τη συντριβή που υπέστη το κόμμα του και, ανεξάρτητα από το μέγεθός της, μία ακόμη συνεχόμενη ήττα σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις από το 2019 κι έπειτα.
Καμία συγκυβέρνηση
«Η κάλπη είναι άδεια. Καμία ψήφος δεν πρέπει να χαθεί», είναι από την άλλη πλευρά το μήνυμα του κ. Μητσοτάκη εν όψει της αναμέτρησης της 25ης Ιουνίου. Ο θριαμβευτής των εκλογών του Μαΐου είναι προφανές ότι έχει κατανοήσει το παιχνίδι που παίζουν για τους δικούς τους λόγους οι κύριοι Τσίπρας και Ανδρουλάκης, αλλά και τους κινδύνους που κρύβει για τη ΝΔ η λεγόμενη «χαλαρή» ψήφος ή η τάση ενίσχυσης της αποχής. Η εκτίμηση δηλαδή ότι η ΝΔ έχει εξασφαλίσει τη νίκη της από τις κάλπες του Μαΐου κι έτσι δεν έχει ανάγκη ευρείας υποστήριξης σ’ αυτές του Ιουνίου. Παράλληλα, ο ίδιος δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι επιδιώκει την ισχυρή αυτοδυναμία για να μπορέσει να προχωρήσει σε τομές και μεταρρυθμίσεις που δεν προχώρησαν το προηγούμενο διάστημα, αλλά είναι αναγκαίες για τον τόπο, κλείνοντας έτσι από μόνος του την πόρτα για μια πιθανή κυβερνητική συνεργασία στο ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη, για το οποίο είπε ξεκάθαρα ότι προτιμά να έχει τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κατά τον ίδιο τρόπο, τελειωμένη υπόθεση θεωρούνται τα σενάρια συνεργασίας με την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου που είχαν ακουστεί πριν από τις εκλογές του Μαΐου.