«Ολοι μας κληρονομήσαμε –η σημερινή κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός– ένα σκάφος έτοιμο να βυθιστεί. Μια χώρα χωρίς κύρος και αξιοπιστία, που είχε χάσει τον σεβασμό ακόμη και των φίλων και των εταίρων της. Μια οικονομία εκτεθειμένη στο έλεος της αμφισβήτησης και των ορέξεων της κερδοσκοπίας». Με τη φράση αυτή, ο Γιώργος Παπανδρέου, πριν από 14 χρόνια και 6 μήνες, ανακοίνωνε το πρώτο μνημόνιο και άνοιγε την πόρτα στην τρόικα και την είσοδο του ΔΝΤ στη χώρα.

Σήμερα η Ελλάδα «περνά από την πλευρά του δανειολήπτη στην πλευρά του πιστωτή» ως προς τη σχέση της με το ΔΝΤ, όπως δήλωσε από το βήμα της Βουλής ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Χρίστος Δήμας, κατά την ψήφιση της κύρωσης της απόφασης του Συμβουλίου Διοικητών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σχετικά με τη «Δέκατη Εκτη Γενική Αναθεώρηση των Μεριδίων Συμμετοχής και του πίνακα για τη μείωση των Νέων Διευθετήσεων Δανεισμού».

Τι ακριβώς είναι αυτή η απόφαση που σηματοδοτεί, μεταξύ άλλων, και τον ρόλο της Ελλάδας στο ΔΝΤ; Τίποτα λιγότερο από την αύξηση των μεριδίων συμμετοχής των 190 κρατών-μελών του ΔΝΤ κατά 50%, αναλογικά της συμμετοχής τους στο κεφάλαιο του Ταμείου και τη μείωση του ύψους των Νέων Πιστωτικών Διευθετήσεων.

Ουσιαστικά, όπως είπε ο Χρίστος Δήμας, «ενισχύεται η αξιοπιστία και το κύρος της χώρας μας μέσω της ενίσχυσης της συμμετοχής της σε έναν μεγάλο διεθνή οικονομικό οργανισμό (ΔΝΤ), ο οποίος αποτελεί τον δανειστή έσχατης ανάγκης σε περιπτώσεις σοβαρών δημοσιονομικών ανισορροπιών ή ανισορροπιών στο ισοζύγιο πληρωμών τους».

Το έτοιμο να βυθιστεί σκάφος –σύμφωνα με τον Γιώργο Παπανδρέου– και η χώρα που είχε χάσει το κύρος της –πάντα σύμφωνα με τον Γιώργο Παπανδρέου–, όχι μόνο έχει επανέλθει στο προσκήνιο με μεγαλύτερο διεθνές κύρος σε σχέση με το παρελθόν, αλλά έχει μετατραπεί σε παράδειγμα προς μίμηση. Εχει εξοφλήσει τα χρέη της προς το ΔΝΤ, έχει μειώσει το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και παρουσιάζει δυναμική ανάπτυξη.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό στο ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο φέτος μειώθηκε κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο και κατά 8,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2023. Η μείωση αυτή εμφανίζεται να έχει διάρκεια και να καθιστά τη χώρα μια ανερχόμενη οικονομία.

Τίποτα από αυτά δεν έγινε τυχαία. Τίποτε δεν χαρίστηκε στην Ελλάδα. Από το 2019 και μετά η πολιτική που εφαρμόστηκε είχε στόχο την ανάταξη και την ανάπτυξη της οικονομίας. Τη δημιουργία νέων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας, σε συνδυασμό πάντα με τη διατήρηση των δημοσιονομικών κανόνων ώστε να αποφευχθούν αναταράξεις. Το σχέδιο το οποίο καταρτίστηκε και εφαρμόστηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη έχει αποτελέσματα και είναι απτά.

Εν μέσω διεθνών κρίσεων που πλήττουν ισχυρές οικονομίες, η Ελλάδα έχει καταφέρει να κερδίσει την αναγνώριση για τις μεταρρυθμίσεις και τις τομές που φέρνουν επενδύσεις, αυξάνουν τα έσοδα και, ταυτόχρονα, δίνεται μέρισμα στους πολίτες. Η περίπτωση του ΔΝΤ είναι ένα παράδειγμα, υπάρχουν πολύ περισσότερα. Οι άναρθρες κραυγές για τον ρόλο του και τη σχέση της χώρας μας με αυτό επιβεβαιώνουν ότι η χώρα βρίσκεται στον σωστό δρόμο.

Τα… λιμάνια του Γιώργου Παπανδρέου και στη συνέχεια του Αλέξη Τσίπρα, η Ιθάκη που εκείνοι αναζητούσαν με λαϊκίστικες κορόνες, δείχνει να βρίσκεται τελικά από μια κυβέρνηση που εφάρμοσε συγκεκριμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και τομών, πάντα με γνώμονα τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Και αυτό καθίσταται εφικτό παρά τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει. Αλλωστε ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει πως πρώτη προτεραιότητα είναι τα προβλήματα της καθημερινότητας και εκεί έχει προσανατολίσει τους στόχους της δεύτερης τετραετίας.

Η σημερινή κυβέρνηση έχει μπροστά της σχεδόν τρία χρόνια για να καταστήσει σαφές και ορατό στους πολίτες το αποτέλεσμα της διαχείρισης, των παρεμβάσεων και των πρωτοβουλιών της, κόντρα σε μια προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη προκειμένου να αποδομηθεί μέσα από σενάρια και θεωρίες συνωμοσίας που στόχο έχουν την πολιτική σταθερότητα.

Σταθερότητα που είναι βασικός παράγοντας για την προώθηση όλων των παρεμβάσεων στους τομείς της υγείας, της παιδείας, των υποδομών, της ασφάλειας. Ο προϋπολογισμός του 2025 αποτελεί τον οδηγό για την επόμενη ημέρα, έχοντας ως κεντρικό άξονά του μειώσεις φόρων, τη στήριξη των πολιτών και τη διανομή μερίσματος από την ανάπτυξη, με ταυτόχρονη διατήρηση όμως της δημοσιονομικής σταθερότητας.

Διότι είναι σαφές. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης το έχει κατ’ επανάληψη τονίσει πως δεν προτίθεται να παίξει τη χώρα στα ζάρια, όπως έγινε στο παρελθόν, ούτε και να εμφανιστεί ως Αγιος Βασίλης με δήθεν δώρα που θα εκτροχίαζαν εκ νέου την οικονομία. Δεν προτίθεται να μοιράσει υποσχέσεις παρά μόνο να προαναγγείλει μέτρα και παρεμβάσεις που δύναται να εφαρμοστούν. Οπως έχει πράξει μέχρι σήμερα.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»