Σε μια κοινωνία που οι ανήλικοι θυσιάζονται το βωμό του κέρδους και των λανθασμένων προτύπων, η κυβέρνηση πολύ ορθά, ανακοινώνει τρία βασικά μέτρα για τον περιορισμό κατανάλωσης αλκοόλ και καπνού στις ηλικίες κάτω των δεκαοχτώ με αυστηρότερους ελέγχους στα σημεία πώλησης, ψηφιακή επιβεβαίωση ηλικίας και νέα εκπαιδευτική καμπάνια πρόληψης σε σχολεία και κοινότητες, ώστε να μειωθεί η πρόσβαση και η ανοχή σε επιβλαβείς ουσίες.

Πίσω όμως από τα μέτρα αυτά βρίσκεται μια βαθύτερη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Η κατανάλωση αλκοόλ και καπνού από τα παιδιά, δεν αποτελεί απλώς ανά ακόμα ζήτημα υγείας, αλλά ένδειξη των δομικών αδυναμιών του οικογενειακού, του σχολικού και κατ επέκταση του κοινωνικού περιβάλλοντος. Όταν οι νέοι εκτίθενται πρόωρα σε ουσίες, αυτό συχνά αντανακλά κενά στην εποπτεία, έλλειψη ορίων ή ανεπαρκή καθοδήγηση από τους ενήλικες. Η οικογένεια παίζει καθοριστικό ρόλο, καθώς η απουσία επικοινωνίας, η ανοχή στην «πειραματική» χρήση και η αναπαραγωγή προτύπων κατανάλωσης δημιουργούν ένα κλίμα στο οποίο ο ανήλικος δεν αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο.

Ταυτόχρονα, η κοινωνική «μαγιά» μέσα στην οποία μεγαλώνουν τα παιδιά, οι παρέες, η κουλτούρα διασκέδασης, η κανονικοποίηση του αλκοόλ από τα μέσα, ενισχύει την πρόσβαση και τη δοκιμή ουσιών. Σε μια εποχή όπου οι νέοι ήδη αντιμετωπίζουν ψυχολογικές πιέσεις, άγχος και κοινωνική αστάθεια, η πρόωρη χρήση αλκοόλ και καπνού αυξάνει τον κίνδυνο μελλοντικών εξαρτήσεων, μειωμένης αυτοπεποίθησης και δυσκολιών στις ακαδημαϊκές και επαγγελματικές τους επιλογές.

Η χρήση επί της ουσίας μπορεί να αποτελέσει καταλύτη και να τους καταστρέψει τη ζωή.

Έτσι, τα κυβερνητικά μέτρα δεν λειτουργούν μόνο ως μηχανισμός ελέγχου - αποτελούν παρέμβαση σε ένα βαθύτερο κοινωνικό φαινόμενο που επηρεάζει την ποιότητα της μελλοντικής γενιάς ενηλίκων και τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας.

Αναμένουμε την εφαρμογή τους.