Είναι σίγουρα η κερδισμένη των ευρωεκλογών, καθώς ο στόχος της επετεύχθη, και σήμερα η φωνή της βρίσκεται στην Ευρωβουλή, στα έδρανα των Δεξιών - Συντηρητικών. Η Αφροδίτη Λατινοπούλου εντάσσεται, πλέον, μεταξύ εκείνων που εξέφρασαν με καλύτερο τρόπο το μήνυμα που ήθελε να στείλει μια σεβαστή μερίδα Ευρωπαίων πολιτών, αλλάζοντας επί της ουσίας τον πολιτικό χάρτη στην ΕΕ.

Το βασικό της χαρακτηριστικό, φυσικά, το ότι δεν φοβάται να πει την άποψή της. Πάντως, όσο κι αν συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος μαζί της, δεν μπορεί να την κατατάξει ανάμεσα στους «ψεκ» ή τους αιθεροβάμονες. Η άποψή της πάντοτε στηρίζεται σε επιχειρήματα που έχουν ουσία και σίγουρα δεν μπορεί κάποιος να τα προσπεράσει ελαφρά τη καρδία.

Με τον λόγο της και τα επιχειρήματά της παραμένει στην επικαιρότητα και όχι αδίκως, καθώς κέρδισε μόνη της το δικαίωμα στον σοβαρό δημόσιο διάλογο κι έχει πλέον κερδίσει και τον σεβασμό μεταξύ των συντηρητικών ψηφοφόρων και πολιτικών στη χώρα μας.

Λίγο καιρό μετά τις «προτάσεις» της για την Προεδρία της Δημοκρατίας, η Αφροδίτη Λατινοπούλου μιλά στο «Μ», δίνοντας και τις διευκρινίσεις για τις επιλογές της για τη θέση, αλλά και απαντώντας σε κρίσιμα ερωτήματα για την παρουσία και τη δράση της στο Ευρωκοινοβούλιο.

Σε πρόσφατη συνέντευξή σας στον ΣΚΑΪ αναφέρατε πως οι δύο καλύτερες επιλογές αυτήν τη στιγμή για την Προεδρία της Δημοκρατίας είναι ο Κώστας Καραμανλής και ο Αντώνης Σαμαράς. Πού το στηρίζετε;

Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι η αρχική ερώτηση αφορούσε το τι θα έκανα αν ήμουν πρωθυπουργός. Το αποτυχημένο πείραμα της κυρίας Σακελλαροπούλου αποδείχθηκε καταστροφικό για τις αξίες, τα πιστεύω και την ελληνική ταυτότητά μας. Μετά λοιπόν από αυτήν τη φαρσοκωμωδία, πιστεύω ότι χρειαζόμαστε έναν άνθρωπο με ιδιαίτερο κύρος που μπορεί να ενώσει τους Ελληνες. Ο Κώστας Καραμανλής και ο Αντώνης Σαμαράς διαθέτουν το απαραίτητο πολιτικό βάρος και την εμπειρία για να αποκαταστήσουν την αξιοπρέπεια του θεσμού. Η χώρα μας χρειάζεται έναν Πρόεδρο που σέβεται την ελληνική ταυτότητα και προστατεύει τις παραδοσιακές μας αξίες.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Μάριο Ντράγκι δείχνουν μια έντονη ανησυχία για την Ευρώπη, ενώ παράλληλα το σχέδιό του για ένα διπλάσιο σχέδιο Μάρσαλ φαίνεται αυτήν τη στιγμή ανέφικτο. Ποια είναι η αίσθησή σας για το οικονομικό μέλλον της Ευρώπης και πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν σε αυτό άλλοι παράγοντες όπως, π.χ., η ασφάλεια και η μετανάστευση;

Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμη και ένας σοσιαλιστής όπως ο Ντράγκι έχει αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης. Αυτό από μόνο του δείχνει πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα. Οταν ένας εκπρόσωπος του συστήματος διαμαρτύρεται για την τρέχουσα κατάσταση, μπορείτε να φανταστείτε τι συμβαίνει στην πραγματική οικονομία. Το υπάρχον οικονομικό μοντέλο έχει αποτύχει. Η ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση επιβαρύνει σημαντικά τις οικονομίες μας. Είναι επιτακτική ανάγκη να λάβουμε άμεσα μέτρα, να ενισχύσουμε τον έλεγχο των συνόρων και να δώσουμε προτεραιότητα στους Ευρωπαίους πολίτες.

Τα αποτελέσματα των εκλογών στη Θουριγγία και τη Σαξονία της Γερμανίας έφεραν νέα «σύγχυση» στις ευρωπαϊκές χώρες, καθώς η λεγόμενη «ακροδεξιά» φαίνεται πως ενισχύθηκε έτι περαιτέρω. Κατά την κρίση σας, το AfD είναι όντως ένα ακροδεξιό κόμμα; Πόσο επικίνδυνο είναι για την όποια σημερινή ευρωπαϊκή συνοχή;

Αυτό που βλέπουμε δεν είναι απλά ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά μέρος μιας γενικότερης στροφής σε όλη την Ευρώπη. Υπάρχει μια τάση να χαρακτηρίζονται όλα τα κόμματα που εκφράζουν ανησυχίες για την εθνική ταυτότητα ως «ακροδεξιά». Ωστόσο, ακόμη και σε περιοχές που θεωρούνται προπύργια της Αριστεράς, όπως το Βραδεμβούργο, βλέπουμε σημαντικές αλλαγές. Προσωπικά, θεωρώ αυτή την εξέλιξη ως μια στροφή προς τη λογική σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Αυτό που συμβαίνει είναι ένας πολιτικός σεισμός που επηρεάζει ολόκληρη την ήπειρο, από την Αυστρία μέχρι την Ολλανδία. Ας μην ξεχνάμε και την περίπτωση της Λεπέν στη Γαλλία, όπου της έκλεψαν τις εκλογές. Το AfD, όπως και άλλα παρόμοια κόμματα, εκφράζει τις πραγματικές ανησυχίες πολλών πολιτών. Αντί να δαιμονοποιούνται αυτά τα κινήματα, οι πολιτικοί οφείλουν να κατανοήσουν και να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες των ψηφοφόρων τους.