«Θέλω να νικήσω αφού δεν μπορώ να νικηθώ». Το αιματοβαμμένο απόφθεγμα του Αλέκου Παναγούλη, γραμμένο πάνω σε γάζα την ώρα των βασανιστηρίων του, αντανακλά τη ραχοκοκαλιά μιας ολόκληρης γενιάς που αρνήθηκε να σκύψει το κεφάλι στη χούντα.
Από το 1967 έως το 1974, περισσότεροι από 90.000 άνθρωποι συνελήφθησαν. Η πλειονότητα υπέμεινε ξυλοδαρμούς, ηλεκτροσόκ, εικονικές εκτελέσεις, πνιγμούς, εξευτελισμούς και συστηματική ψυχολογική πίεση.
Μπορεί ο αριθμός να μοιάζει μικρός σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό, όμως εκείνοι που δεν υπάκουσαν στις «υποδείξεις» κράτησαν ψηλά την αξιοπρέπεια ενός λαού που έχει ματώσει ξανά και ξανά για τη δημοκρατία.
Φοιτητές, εργάτες, μαθητές, δημοκράτες πολίτες και αξιωματικοί βρέθηκαν στη σκοτεινή καρδιά του καθεστώτος, διαμορφώνοντας ένα ζωντανό μωσαϊκό αντίστασης.
Σήμερα, μισό αιώνα μετά το Πολυτεχνείο, οι τόποι όπου βασανίστηκαν αυτοί οι άνθρωποι θυμίζουν πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και πως η ιστορική μνήμη είναι πράξη δημοκρατικής άμυνας.

Το ΕΑΤ-ΕΣΑ
Στο σημερινό Πάρκο Ελευθερίας, εκεί όπου κάποτε χτυπούσε ο παλμός της ΕΑΤ-ΕΣΑ (Ειδικόν Ανακριτικόν Τμήμα της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας), η ατμόσφαιρα εξακολουθεί να είναι βαριά. Το τμήμα, που ιδρύθηκε το 1951, έγινε ο βασικός μηχανισμός καταστολής της δικτατορίας.
Στα κελιά του κρατήθηκαν, βασανίστηκαν και λύγισαν — αλλά δεν έσπασαν — εκατοντάδες αγωνιστές. Ανάμεσά τους ο Παναγούλης, ο αξιωματικός Σπύρος Μουστακλής, που μετά από 47 μέρες βασανιστηρίων έμεινε παράλυτος και άφωνος, και ο σμήναρχος Τάσος Μήνης, ο οποίος άντεξε 111 ημέρες συνεχών ανακρίσεων.
Οι μέθοδοι βασανισμού περιελάμβαναν ηλεκτροσόκ, άγριους ξυλοδαρμούς, σιωπηρή απομόνωση, εικονικό πνιγμό, στέρηση τροφής και νερού. Οι ψυχικές και σωματικές βλάβες που υπέστησαν οι κρατούμενοι ήταν συχνά ανεπανόρθωτες — αρκετοί άφησαν εκεί την τελευταία τους ανάσα.
Μετά τη μεταπολίτευση, μέρος των κτιρίων κατεδαφίστηκε, όμως το κεντρικό συγκρότημα μετατράπηκε σε Μουσείο του Αντιδικτατορικού Αγώνα, όπου δεσπόζει η προτομή του Μουστακλή με την επιγραφή: «Για όλους όσους εδώ μαρτύρησαν».

Η Μπουμπουλίνας
Πίσω ακριβώς από το Πολυτεχνείο, η οδός Μπουμπουλίνας φιλοξενεί ένα από τα πιο φορτισμένα σύμβολα της επταετίας.
Το κτίριο 20-22, δημιούργημα του αρχιτέκτονα Κυπριανού Μπίρη, ανήκε στον Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο, συνεργάτη των Γερμανών και πρωθυπουργό της δωσιλογικής κυβέρνησης.
Το πραγματικό κολαστήριο όμως ήταν η Μπουμπουλίνας 18. Εκεί στεγάστηκε για χρόνια η Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφάλειας, όπου δρούσαν οι διαβόητοι βασανιστές Μάλλιος, Μπάμπαλης, Σπανός και Λάμπρου.
Στην περιβόητη «ταράτσα», ίσως το πιο γνωστό πλυσταριό της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, άνθρωποι όπως ο Ανδρέας Λεντάκης και ο Μίκης Θεοδωράκης πέρασαν φρικτά μαρτύρια:
κάψιμο με τσιγάρα, ξερίζωμα μαλλιών και νυχιών, σεξουαλικό εξαναγκασμό, απανωτούς ξυλοδαρμούς, εικονικές εκτελέσεις.
Οι γείτονες άκουγαν τις κραυγές — μέχρι που οι βασανιστές έβαλαν στην ταράτσα μια μοτοσικλέτα να δουλεύει ασταμάτητα για να καλύπτει τα ουρλιαχτά. Άλλοτε συντόνιζαν τα χτυπήματα με τις καμπάνες κοντινής εκκλησίας.
Το κτίριο 18 κατεδαφίστηκε το 1974.
Το 20-22 πέρασε στα χέρια του ΚΚΕ στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και στη συνέχεια στο Ελληνικό Δημόσιο, όπου και στεγάζει σήμερα υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού.
Άλλοι τόποι κράτησης και βασανισμού
Οι τόποι μαρτυρίου δεν περιορίστηκαν σε έναν ή δύο χώρους.
Στα κτίρια της Ασφάλειας σε όλη τη χώρα — όπως το Αρχηγείο Χωροφυλακής στον Περισσό και η Υποδιεύθυνση Πειραιά — γίνονταν οι πρώτες «υποδοχές» των συλληφθέντων.
Φυλακές Αβέρωφ
Εδώ κρατήθηκαν πολιτικοί κρατούμενοι, ανάμεσά τους ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Οι φυλακές έκλεισαν το 1971 και κατεδαφίστηκαν το 1972, με το Μέγαρο του Αρείου Πάγου να χτίζεται στη θέση τους.
Φυλακές Ωρωπού
Μεγάλα ονόματα της αντίστασης πέρασαν από εδώ: Μανώλης Γλέζος, Χαρίλαος Φλωράκης, Ανδρέας Λεντάκης, Μίκης Θεοδωράκης.
Ο Θεοδωράκης μάλιστα έγραψε τραγούδια-ορόσημα όπως τα «Μην ξεχνάς τον Ωρωπό» και «Διότι δεν συνεμορφώθην».
Ο χώρος μετατρέπεται πλέον σε Κέντρο Ιστορίας, Δημοκρατίας και Πολιτισμού.
Επταπύργιο – Γεντί Κουλέ (Θεσσαλονίκη)
Ένα από τα πιο σκληρά κολαστήρια της επταετίας, με άγριους ξυλοδαρμούς και συστηματικά βασανιστήρια.
Πολλές ακόμη φυλακές — Αίγινας, Κέρκυρας, Τρικάλων, Αλικαρνασσού, Λάρισας — γέμισαν εκείνη την περίοδο με πολιτικούς κρατούμενους.
Τα νησιά της εξορίας
Τα νησιά αποτέλεσαν αυτόνομο κεφάλαιο τρόμου: Γυάρος, Λέρος, Τρίκερι, Κύθηρα και άλλα.
Γυάρος
Με ιστορία από το 1947, η Γυάρος υπήρξε ίσως ο πιο βάναυσος τόπος εξορίας.
Οι κρατούμενοι ξεπερνούσαν τις 8.500, ανάμεσά τους και 300 γυναίκες.
Έμεινε γνωστή ως «θανατονήσι» και «η μεγαλύτερη φυλακή της Μεσογείου».
Οι άθλιες συνθήκες προκάλεσαν διεθνή κατακραυγή και καταδίκη της χούντας από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Λέρος
Από το 1967 έως το 1971 περίπου 4.000 άνθρωποι βρέθηκαν στα στρατόπεδα του Λακκιού και του Παρθενιού.
Ανάμεσά τους ο Γιάννης Ρίτσος και ο Μανώλης Γλέζος.
Οι εγκαταστάσεις ήταν παλιοί ιταλικοί στρατώνες και αποθήκες — χωρίς παράθυρα, χωρίς στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής.
Στο Λακκί, αργότερα, το 1985, λειτούργησε και το διαβόητο παράρτημα ψυχιατρείου με το περίφημο «περίπτερο των γυμνών».Όσα και να γραφτούν, κανένας κατάλογος δεν μπορεί να αποδώσει πλήρως το μέγεθος της οδύνης που γνώρισαν όσοι αντιστάθηκαν στη χούντα.
Κάποιοι βγήκαν ζωντανοί αλλά σημαδεμένοι σωματικά και ψυχικά!