Πριν από λίγες μέρες, ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε την «Ιθάκη», ένα βιβλίο με το οποίο φιλοδοξεί να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο. Μάλιστα, αρκετοί είναι εκείνοι που έχουν επενδύσει στο περιβόητο rebranding. Ωστόσο, άκουσαν τον πρώην πρωθυπουργό να ξεκαθαρίζει σε κάθε τόνο ότι δεν έχει καμία διάθεση να απολογηθεί. Αντίθετα, «είναι υπερήφανος». Υπερήφανος για τη διαδρομή του, για την κυβέρνηση 2015-2019, για το πώς «πήρε το καράβι τσακισμένο» και το έφτασε, όπως λέει, στον προορισμό του. Μόνο που, αν κοιτάξει κανείς τι άφησε πίσω αυτό το «ταξίδι», ο δεκάλογος της... περήφανης διακυβέρνησης είναι λίγο διαφορετικός.

Έργο του η ύφεση

Ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει ότι παρέδωσε μια χώρα «σε ανάταξη». Ξεχνά όμως ότι ενδιάμεσα μεσολάβησε η πιο βίαιη αναταραχή της τελευταίας δεκαετίας: πολύμηνη αβεβαιότητα, παγωμένες επενδύσεις και μια «περήφανη διαπραγμάτευση» που αντί για λύση έφερε ύφεση και έναν λογαριασμό 11 δισ. ευρώ που ακόμη πληρώνουμε.

Παράλληλα, ο ίδιος περιγράφει με δραματικούς τόνους το βράδυ της 17ωρης διαπραγμάτευσης. Λιγότερο μιλά για εκείνο το βράδυ του Ιουλίου, που ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση ώστε το «Όχι» του 62% να μεταφραστεί σε ένα «Ναι σε όλα» λίγες μέρες μετά. Το δημοψήφισμα που ο ίδιος προκήρυξε κατέληξε σε φιάσκο, η λαϊκή εντολή πήγε περίπατο, μπήκε στο συρτάρι και τελικά πετάχτηκε στα σκουπίδια, πάντα στο όνομα της «υπευθυνότητας». Γι’ αυτό, άλλωστε, τον κατηγορούν ακόμα και εκείνοι που τότε βρέθηκαν στο πλευρό του.

Στην «Ιθάκη» η Συμφωνία των Πρεσπών εμφανίζεται ως κομβικό κεφάλαιο του προσωπικού του αφηγήματος: μια επιλογή που ο ίδιος κατατάσσει στις «γενναίες» αποφάσεις της διακυβέρνησής του και εντάσσει στο ίδιο πλαίσιο με τη «μάχη» του 2015 και την έξοδο από τα μνημόνια.

Την ίδια ώρα, όμως, η επιμονή του να παρουσιάζει τη συμφωνία αποκλειστικά ως ιστορικό επίτευγμα, χωρίς ίχνος κατανόησης για τις ενστάσεις και τις ευαισθησίες ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας, φωτίζει ακριβώς αυτό που διαπερνά ολόκληρο το βιβλίο: έναν πολιτικό που συνεχίζει να μιλάει σαν να δικαιώθηκε πλήρως από την ιστορία, ακόμη κι όταν η ίδια η πορεία του κόμματός του δείχνει πόσο βαθύ ήταν το ρήγμα που άφησε πίσω του.

Σε ό,τι αφορά την οικονομία, ο πρώην πρωθυπουργός κατηγορεί τη σημερινή κυβέρνηση ότι καθηλώνει τη χώρα στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης. Παραλείπει, βέβαια, να θυμηθεί ότι επί των ημερών του η μεσαία τάξη πνίγηκε σε φόρους, εισφορές, ΕΝΦΙΑ, προκαταβολές και «έκτακτες εισφορές» που έγιναν μόνιμες. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι μικρομεσαίοι, οι οικογένειες με ένα μικρό εισόδημα θυμούνται καλά τι σημαίνει «δίκαιη ανάπτυξη» στην πράξη.

Στις σελίδες του βιβλίου, η δραματική αφήγηση του Α. Τσίπρα για εκείνη τη νύχτα στις Βρυξέλλες μοιάζει με πολιτικό θρίλερ. Για τους πολίτες, όμως, το θρίλερ ήταν τα ΑΤΜ με το όριο ανάληψης στα 60 ευρώ, οι ουρές, η αγωνία αν θα πληρωθεί ο μισθός, αν θα σταλούν χρήματα στο εξωτερικό, αν θα σταθούν όρθιες οι επιχειρήσεις. Τα capital controls ήταν το αποτέλεσμα συγκεκριμένων επιλογών, κάτι που έχει μείνει στη συλλογική μνήμη.

Το παράδοξο, δε, είναι ότι δηλώνει υπερήφανος ακόμα και για το μνημόνιο που υπέγραψε. Ενώ επί χρόνια κατήγγελλε τα μνημόνια ως «υποταγή», ο ίδιος ως πρωθυπουργός υπέγραψε τελικά το πιο βαρύ απ’ όλα, με ακόμη σκληρότερη εποπτεία, αυξημένες δεσμεύσεις και κόστος που υπολογίστηκε σε δεκάδες δισεκατομμύρια για την ελληνική οικονομία. Στην «Ιθάκη» μιλά για «αναγκαστικό συμβιβασμό», αλλά μάλλον ήταν μια πολιτική επιλογή του ιδίου, όταν είδε τα δύσκολα.

Ο Αλέξης Τσίπρας για χρόνια κατήγγελλε την «εκποίηση» της χώρας. Τελικά, επί ΣΥΡΙΖΑ πέρασαν στο Υπερταμείο και στο ΤΑΙΠΕΔ πολύ περισσότερα από όσα είχαν προγραμματιστεί αρχικά, με ορίζοντα δεκαετιών.

Καραμπινάτη σκευωρία

Στο βιβλίο του, ο πρώην πρωθυπουργός υπερασπίζεται την «κάθαρση». Η Δικαιοσύνη, όμως, μίλησε για σκευωρία και πολιτικές διώξεις σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων. Όσοι στοχοποιήθηκαν δεν δικαιώθηκαν μόνο δικαστικά, δικαιώθηκαν και στη συνείδηση της κοινής γνώμης, που είδε μια κυβέρνηση να εργαλειοποιεί την ποινική διαδικασία για να χτυπήσει αντιπάλους.

Τέλος, ο κ. Τσίπρας δηλώνει ουσιαστικά περήφανος και για τα βοσκοτόπια που θα γίνονταν... τηλεοπτικά κανάλια και τα «δανεικά» εκατομμύρια για μία άδεια λειτουργίας. Μιλά για πόλεμο στη διαπλοκή, αλλά η πραγματικότητα θυμίζει περισσότερο κακοστημένο casting νέων «φίλιων επιχειρηματιών» με πλάτες του Μαξίμου εκείνης της εποχής.

Αν κάτι μένει τελικά από την «Ιθάκη», δεν είναι το μήνυμα αισιοδοξίας που ο ίδιος θέλει να δώσει, αλλά η απόσταση ανάμεσα στην... περηφάνια του και στη μνήμη όσων έζησαν capital controls, κλειστές τράπεζες, τρίτο μνημόνιο, φόρους ως το ταβάνι και θεσμούς σε καθεστώς πειραματισμού. Κι αν ο ίδιος επιμένει πως «όπως τα καταφέραμε τότε, έτσι θα τα καταφέρουμε ξανά», οι Έλληνες πολίτες και ψηφοφόροι ίσως απαντήσουν ότι ένα τέτοιο ταξίδι στην «Ιθάκη» δεν θέλουν να το ξαναζήσουν.