Την επόμενη ημέρα των εθνικών εκλογών ο Αλέξης Τσίπρας τη βλέπει περισσότερο από τη σκοπιά της ήττας παρά της νίκης.

Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να παριστάνει τον λεοντόκαρδο, ζητώντας εδώ και τώρα εκλογές από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ωστόσο γνωρίζει πως περπατάει ξυπόλυτος στα αγκάθια και ηγείται ενός κόμματος που παραμένει πίσω και με μεγάλη διαφορά από τη Νέα Δημοκρατία.

Συνεπώς, κάτι που προκύπτει και μέσα από το ρεπορτάζ, την επόμενη ημέρα των εθνικών εκλογών περισσότερο τη βλέπει από τη σκοπιά της ήττας παρά της νίκης. Τι σημαίνει αυτό; Πως εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο θα κληθεί να διαχειριστεί ένα ακόμη δυσάρεστο εκλογικό αποτέλεσμα, έχοντας ηττηθεί, εφόσον επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, για πέμπτη φορά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη μέσα σε τέσσερα χρόνια.

Με βάση αυτό το σενάριο, επανέρχεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ η συζήτηση για συλλογική ηγεσία, ελεγχόμενη φυσικά από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Γιατί το να παραιτηθεί και να εγκαταλείψει την πολιτική δεν είναι κάτι που έχει περάσει από το μυαλό του.

Μάλιστα, αν κάποιοι τον αμφισβητήσουν, δηλαδή οι δυνάμεις της αριστερής πτέρυγας, ικανός είναι να τους «απειλήσει» για να καθίσουν φρόνιμα με την ίδρυση δικού του κόμματος. Και αυτό για να καταλάβουν πως χωρίς Αλέξη Τσίπρα δεν υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ.

Ομως αυτό είναι το ακραίο σενάριο. Το επικρατέστερο έχει να κάνει με το να «ορίσει θέσεις» αντιπροέδρων στο κόμμα και έτσι να μην μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει ως αμετακίνητο μονάρχη, που έχει μετατρέψει την ενός ανδρός αρχή σε καθεστώς. Στο παρελθόν έχει βρεθεί στο επίκεντρο μιας τέτοιας «μοιρασιάς» της εξουσίας το όνομα της Εφης Αχτσιόγλου.

 

Προχειρότητες

Αλήθεια, τόσους ευρωβουλευτές έχει η Ελλάδα στο Στρασβούργο, γιατί κανένας δεν μπήκε στη διαδικασία να καταθέσει μια ερώτηση αναφορικά με τις καταγγελίες του Νίκου Ανδρουλάκη; Ούτε καν ο ίδιος μπήκε στον κόπο να ζητήσει εξηγήσεις για την απόπειρα παρακολούθησης του κινητού του τηλεφώνου. «Ελληνοποίησε» το πρόβλημα, που φαίνεται πως αντιμετώπισαν και άλλοι συνάδελφοί του ευρωβουλευτές, με τη διαφορά ότι αυτοί δεν ζήτησαν τα ρέστα από την ελληνική Δικαιοσύνη, όπως εκ του προχείρου έκανε ο Ανδρουλάκης.

«Το κόκκινο φουστάνι»

Δεν πτοήθηκε η Αννα-Μισέλ Ασημακοπούλου από το bullying που δέχθηκε για τη στιλιστική επιλογή της στην εκδήλωση για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Στους επικριτές της «απάντησε» με την Ελευθερία Αρβανιτάκη και από εκείνη την ημέρα το άσμα «βάλε το κόκκινο φουστάνι» έχει εξελιχθεί σε καθημερινή συντροφιά της ευρωβουλευτού.

Μέγα ατόπημα 

Τρίζουν τα κόκαλα του Αλέκου Παναγούλη από τη σύγκρισή του με τον «τοξοβόλο» Γιάννη Μιχαηλίδη. Στο ατόπημα υπέπεσε ο σύμβουλος του Τσίπρα Αντώνης Λιάκος. Ισως περνούσε στα ψιλά γράμματα, αν δεν δήλωνε ομότιμος καθηγητής Νεότερης Ιστορίας στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οταν όμως γίνονται τέτοιες συγκρίσεις και παραπομπές από έναν επιστήμονα που διδάσκει τους φοιτητές, είναι αδύνατον να το αγνοήσουν όσοι έχουν λόγο και πρόσβαση στην εκπαιδευτική κοινότητα.

Μιλάνε όλοι, μιλάνε και οι… καταγραφείς

Είναι πραγματικά κωμικό να υπερθεματίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στην καταγγελία του Νίκου Ανδρουλάκη περί απόπειρας παρακολούθησης του κινητού του τηλεφώνου. Οταν σε τέτοιου είδους πρακτικές έχουν αποδειχθεί «μανούλες» κατά το παρελθόν.

Ο Γιάνης Βαρουφάκης ως υπουργός του Αλέξη Τσίπρα κατέγραφε μυστικά τους ομολόγους του στην Ε.Ε. Ο άλλος έπαιρνε τηλέφωνο τον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας Γιάννη Στουρνάρα και «ηχογραφούσε» –σύμφωνα με την καταγγελία– τη συνομιλία τους. Ο αείμνηστος Γιώργος Τράγκας, επικαλούμενος τον Πάνο Καμμένο, ισχυριζόταν πως έχει δική του υπηρεσία πληροφοριών και «παρακολουθεί» τους Συριζαίους. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης καταγγέλλει δημοσίως ότι τον παρακολουθούσαν οι σύντροφοί του όσο ήταν υπουργός. Ο Πάνος Λάμπρου πως τον κατέγραφε και αυτόν η ΕΛ.ΑΣ. του Γιάννη Πανούση.

Αλήθεια, για όλα αυτά θα δώσει απαντήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ ή νομίζει πως ψιχαλίζει;