Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2024 ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ –που παραιτήθηκε με τη λήξη της θητείας του βάσει της διαδικασίας που ακολουθείται σε αυτές τις περιπτώσεις– Χρήστος Ράμμος προτεινόταν από τη Νέα Αριστερά για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας με τη σύμφωνη γνώμη του, όπως είχε ανακοινώσει τότε ο Αλέξης Χαρίτσης.

Η πρόταση… χάθηκε μεταξύ των κομμάτων της αντιπολίτευσης με τον ίδιο να παραμένει στη θέση του, επιβεβαιώνοντας όμως ότι τα περί «ακομμάτιστος» απέχουν από την πραγματικότητα.

Η δήλωσή του άλλωστε εκείνη την περίοδο ήταν χαρακτηριστική αφού, μεταξύ άλλων, σημείωνε ότι η πρόταση και η αποδοχή της είχε «θεσμικό σκεπτικό» και «ιερό σκοπό» προκειμένου να δώσει «σε μια κοινωνία απογοητευμένη και ιδιωτεύουσα… το θετικό μήνυμα ότι αξίζει να δίνει κανείς μάχες για τη θεσμική ευπρέπεια».

Παρέμεινε πρόεδρος της ΑΔΑΕ, αν και μόνο με την πρόταση που είχε τη δική του έγκριση έπρεπε να έχει αποχωρήσει, ανεξάρτητα με το αν τελικά τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν την αποδέχθηκαν και ο ίδιος δήλωσε ότι δεν προτίθεται ύστερα από αυτήν την εξέλιξη να είναι υποψήφιος για την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Ουσιαστικά, η πρόταση εκείνη είχε χαρακτηριστεί ως προσπάθεια να εμφανιστεί ο κύριος Ράμμος –υπό παραίτηση πρόεδρος της ΑΔΑΕ σήμερα– ως το πρόσωπο στο οποίο θα συνέπρατταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης ενδεχομένως και ως ένα κοινό μέτωπο κατά της κυβέρνησης και της κυβερνώσας παράταξης.

«Η αλήθεια είναι ότι δεν λες πολύ κανονικό για επικεφαλής μίας ανεξάρτητης ελεγκτικής αρχής, όπως ο κ. Ράμμος, έστω και διά σιωπής που είναι έμμεση αποδοχή, να προτείνεται για το κορυφαίο πολιτειακό αξίωμα», δήλωνε δύο μέρες μετά την πρόταση Χαρίτση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι «είναι άλλη η δουλειά που πρέπει να κάνει ο κ. Ράμμος από το να είναι πρόταση, επιλογή, οποιουδήποτε πολιτικού κόμματος. Ο επικεφαλής ελεγκτικής αρχής, με ό,τι έρευνα και να διεξάγει, δεν είναι κανονικό για θεσμούς να είναι πρόταση ενός κόμματος».

Ο Χρήστος Ράμμος βρέθηκε στο προσκήνιο με το θέμα των υποκλοπών και ο ρόλος που διαδραμάτισε ως επικεφαλής της αρμόδιας ανεξάρτητης Αρχής αποτέλεσε αντικείμενο έντονης κριτικής αφού η σχέση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και τους αρχηγούς αυτών ανέδειξε μια διάσταση που προκάλεσε πολλά ερωτήματα.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως σχεδόν έναν χρόνο πριν προταθεί –και αποσυρθεί στη συνέχεια– ως υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, έδινε στη δημοσιότητα μια έκθεση πεπραγμένων ο πρόλογος της οποίας κατέληγε με την εξής σημείωση: «Το κείμενο αυτό εκφράζει τις απόψεις του προέδρου της Αρχής Χρήστου Ράμμου, προέδρου της ΑΔΑΕ, αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ.»

Σε αυτήν την έκθεση γινόταν προσπάθεια να ταυτιστούν οι επίσημες και με εισαγγελική απόφαση επισυνδέσεις, είτε για λόγους εθνικής ασφαλείας είτε για θέματα που αφορούν τρομοκρατία και εγκλήματα βίας, με τα παράνομα λογισμικά ιδιωτών, η ύπαρξη και χρήση των οποίων προκάλεσε μείζον πολιτικό θέμα ενώ επιχειρήθηκε η στοχοποίηση και ο διασυρμός πολιτικών προσώπων αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού.

Στην έκθεση μιλούσε για… λαίλαπα, έβαζε στην ίδια μοίρα τις νόμιμες με τις παράνομες επισυνδέσεις αναφέροντας επί λέξει ότι «μπροστά στη λαίλαπα των αποκαλύψεων για παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδέσεων είτε με εισαγγελική διαταγή είτε μέσω του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού Predator μεγάλου αριθμού προσώπων, μεταξύ δε αυτών και δημοσίων προσώπων, δεν ολιγώρησε ούτε παρέλυσε, αλλά έπραξε το καθήκον της».

Είχε φτάσει στο σημείο να υποστηρίζει ότι «προσπάθησε» να ενημερώσει θεσμικά το Κοινοβούλιο, μόνο που τελικά δεν ήταν θεσμική η προσπάθεια, ενώ έκανε λόγο για «αντιδράσεις εκείνων οι οποίοι, για πολλούς και ποικίλους λόγους, δεν ήθελαν να προχωρήσουν οι έρευνες και οι έλεγχοι της ΑΔΑΕ και, σε κάθε περίπτωση, δεν ήθελαν πάντως να γίνουν γνωστά τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών».

Αμφισβήτησε ανοιχτά την έκθεση του τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου, αμφισβήτησε εμμέσως και τον ρόλο των λειτουργών της Δικαιοσύνης ρίχνοντας νερό στον μύλο των θεωριών συνωμοσίας για τις παρακολουθήσεις ενώ βάζοντας στο ίδιο κάδρο τις νόμιμες επισυνδέσεις με την παράνομη χρήση λογισμικού από ιδιώτες επέτρεπε στην αντιπολίτευση και τα φίλα προσκείμενα σε αυτήν ΜΜΕ να λειτουργούν ως εισαγγελείς, δικαστές και… δήμιοι πολιτικών αντιπάλων.

Χαρακτηριστικές οι συνεχείς επισκέψεις αρχηγών της αντιπολίτευσης στην ανεξάρτητη Αρχή, ενώ προβληματίζει στην πορεία από το 2022 και μετά η ενημέρωση που αυτοί εμφανίζονταν να είχαν για το θέμα των παρακολουθήσεων και την πορεία των ερευνών. Χαρακτηριστική όμως η κόντρα με τον Άρειο Πάγο. Ο Χρήστος Ράμμος αρθρογράφησε κιόλας τον Αύγουστο του 2024 για να αμφισβητήσει ακόμη και τον τρόπο λειτουργίας της ΕΥΠ και κυρίως το γεγονός πως οι παρακολουθήσεις της είναι νόμιμες εφόσον προϋπάρχει εισαγγελική διάταξη.

Ο τρόπος που χειρίστηκε το θέμα των παρακολουθήσεων η ανεξάρτητη Αρχή επέτρεψε σε πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης να επιχειρήσουν να χτίσουν καριέρες. Ήταν άλλωστε το πρώτο δείγμα όσων έχουν ακολουθήσει με την εργαλειοποίηση θεμάτων και τη διαμόρφωση αφηγημάτων και θεωριών συνωμοσίας με στοχοποίηση προσώπων και δολοφονίες χαρακτήρων. Η υπόθεση των παρακολουθήσεων έφτασε ν’ αποτελεί –όπως σήμερα συμβαίνει για παράδειγμα με την τραγωδία των Τεμπών– βάση και για την επιχείρηση διασυρμού της χώρας στην ΕΕ.

Δεν είναι τυχαίο ότι κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασαν στο σημείο να ζητούν μέχρι και το μπλοκάρισμα πόρων της ΕΕ και του Ταμείου Ανάκαμψης με την επίκληση ζητημάτων που αφορούν στο Κράτος Δικαίου με ό,τι αυτό σημαίνει και για τον ρόλο της αντιπολίτευσης.