Την άρση της ασυλίας της Έλενας Ακρίτα εισηγήθηκε ομόφωνα η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής μετά από αίτημα της βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ.
Η Έλενα Ακρίτα εγκαλείται για συκοφαντική δυσφήμηση μετά από τη μήνυση που κατέθεσε εναντίον της η Μαρέβα Γκραμπόφσκι, για την απαράδεκτη ανάρτηση που είχε κάνει η βουλευτής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στην οποία επιτέθηκε με σκαιό τρόπο στη σύζυγο του πρωθυπουργού.
Η ασυλία της Έλενας Ακρίτα αναμένεται να αρθεί και για δεύτερη υπόθεση συκοφαντικής δυσφήμησης, μετά από μήνυση που κατέθεσε εναντίον της δημοσιογράφος, ενώ αντιμέτωπος με την άρση της ασυλίας του βρίσκεται και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Δημήτρης Μπιάγκης, που είχε ξεχάσει να καταθέσει το πόθεν έσχες του.
Την άρση ή μη των ασυλιών και στις τρεις υποθέσεις θα αποφασίσει η Βουλή σε συνεδρίαση της Ολομέλειας, μετά από ονομαστική ψηφοφορία.
* Περίπου μια ώρα μετά την ανάρτηση του θέματος (11:19 π.μ.) η Έλενα Ακρίτα ανήρτησε την επιστολή με την οποία κατέθεσε η ίδια το αίτημα για άρση της ασυλίας της. Στην επιστολή προς την Επιτροπή Δεοντολογίας γράφει τα εξής:
«Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση για να παρασταθώ στην Επιτροπή Σας, σχετικά με τα εισαγγελικά αιτήματα περί άρσης της ασυλίας μου.
Με την παρούσα επιστολή επιθυμώ να ενημερώσω ότι παραιτούμαι από την βουλευτική ασυλία μου.
Εξ αρχής, από την έναρξη της συμμετοχή μου στην μεγάλη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ για μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία στο δημόσιο βίο έχω ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να κρυφτώ πίσω από καμία ασυλία και κανένα προνόμιο. Η παραίτηση από την ασυλία είναι για εμένα μια αυτονόητη πράξη ευθύτητας, αισθήματος ισότητας και σεβασμού προς την Δικαιοσύνη. Εφόσον η Δικαιοσύνη αποφασίζει να ελέγξει αντιπρόσωπο του ελληνικού λαού για όσα ανάρτησε στο Διαδίκτυο, θα πρέπει καθεμιά και καθένας από εμάς να διευκολύνουμε και αυτό το δικαστικό εργο.
Τα ανωτέρω ισχύουν πολύ περισσότερο στην δική μου περίπτωση, η οποία στην μακρά δημοσιογραφική και συγγραφική μου πορεία δεν έχω τελέσει κανένα απολύτως ποινικό αδίκημα. Παραιτούμενη από την ασυλία μου και προσερχόμενη να δώσω αυτούς τους δικαστικούς αγώνες, διεκδικώ και πάλι την ακώλυτη ενάσκηση της ελευθερία της έκφρασης, όπως κάθε πολίτης που έχει το καθήκον να ασκεί κριτική για τα κακώς κείμενα του δημόσιου βίου και να μην σιωπά.
Κατά την δική μου θεώρηση, το υπέρτατο αξίωμα στην Δημοκρατία είναι αυτό του πολίτη. Ως πολίτης, λοιπόν, είμαι έτοιμη να κριθώ κι εγώ επί ίσοις όροις από τα δικαστήρια, για τα οποία εκφράζω και την εμπιστοσύνη μου, όχι μόνο σε αυτή την συγκυρία, αλλά και διαχρονικά».