Ανήκω στη γενιά που θυμάται ακόμα, και συμμετείχε, στις μεγάλες προεκλογικές συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα της δεκαετίας του 1980. Αυτές οι συγκεντρώσεις ήταν απαραίτητο μέρος της προεκλογικής διαδικασίας, το αποκορύφωμα της προεκλογικής μάχης. Ανάλογα με το πόσο καλά θα πήγαιναν για καθένα από τα μεγάλα κόμματα μπορούσε κανείς να προβλέψει το αποτέλεσμα στις εκλογές που ακολουθούσαν δύο ή τρεις μέρες μετά. Η σημασία τους, επομένως, ήταν τεράστια για τα κόμματα, τόσο ψυχολογική όσο και πρακτική. 

Στη συνέχεια, αυτή η συνήθεια ατόνησε. Επαψε να είναι απαραίτητο το Σύνταγμα – αντίθετα, έγινε απαραίτητο το debate. Κατά κάποιον τρόπο ολόκληρη η προεκλογική μάχη απομακρύνθηκε από τις μεγάλες εσωτερικές συγκεντρώσεις και έγινε περισσότερο «εσωτερική» – και ψηφιακή.
Οχι ότι οι συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα έχασαν ποτέ την αξία τους – θυμίζω, αντί όλων, τις μεγάλες προεκλογικές συγκεντρώσεις του «Μένουμε Ευρώπη», οι οποίες, μαζί με το σημαντικό ποσοστό συμπολιτών μας που ψήφισαν αντίστοιχα, κράτησαν τελικά την Ελλάδα όρθια (αν και καταχρεωμένη) στο αποκορύφωμα της οικονομικής κρίσης. 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε αυτές τις δεύτερες, απανωτές εκλογές αποφάσισε να οργανώσει τη μεγάλη προεκλογική συγκέντρωση της Νέας Δημοκρατίας στο Σύνταγμα. Επαναφέρει έτσι μια προεκλογική συνήθεια που κόντευε να ξεχαστεί σε μια προεκλογική μάχη που είναι περισσότερο ψηφιακή (και διεξάγεται σε περισσότερες online πλατφόρμες) από οποιαδήποτε άλλη. Ο συνδυασμός των δύο δεν είναι, επομένως, αδύνατος: ίσα ίσα, δείχνει ότι η ισορροπία μεταξύ του παλαιότερου, και περισσότερο «προσωπικού», με το νέο, και περισσότερο «απομακρυσμένο», είναι εφικτή. Ο ψηφιακός κόσμος δεν αποκλείει τον αναλογικό, αλλά τον επεκτείνει και τον βελτιώνει.