Την πεποίθησή της ότι θα γυρίσει πίσω στην ενεργό πολιτική ο Αλέξης Τσίπρας, όταν εκείνος θεωρήσει ότι μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου την πρωθυπουργία της χώρας, εξέφρασε η Βούλα Κεχαγιά. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ACTION 24 η πρώην κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, υποστήριξε ότι ο Αλέξης Τσίπρας «δεν παραιτήθηκε πέρυσι για να αποχωρήσει από την πολιτική, ή να παραμείνει στα καθήκοντα του επικεφαλής ενός ινστιτούτου», ενώ συνέχισε λέγοντας «θεωρώ και πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψει ενεργά. Δεν πιστεύω ότι αυτό θα είναι για να γίνει ο επόμενος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ξανά. Πιστεύω ότι αυτό που τον ταλανίζει, είναι το timing και το πότε θα θεωρήσει ότι είναι ο κατάλληλος χρόνος, για να επανακάμψει πιο ενεργά στα πολιτικά πράγματα». Στην ερώτηση της δημοσιογράφου εάν η επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα θα είναι με κάποιον άλλο πολιτικό φορέα, η κυρία Κεχαγιά είπε «ίσως, δεν μπορώ να μπω στο μυαλό του. Αυτό όμως που θα μπορούσα να πω με σχετική βεβαιότητα, είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας δε θα επέστρεφε πιο ενεργά στην πολιτική για να αναλάβει καθήκοντα, μικρότερα από τα καθήκοντα που είχε ως τώρα. Δηλαδή, έχω την αίσθηση ότι θα επανεμφανιστεί όταν θεωρήσει ότι μπορεί να διεκδικήσει την πρωθυπουργία και τη διακυβέρνηση της χώρας». 

Το φαινόμενο Ντάνινγκ - Κρούγκερ

Η συγκεκριμένη τοποθέτηση επιβεβαιώνει τα όσα σενάρια έχουν γραφτεί ανά διαστήματα, σχετικά με την επιστροφή του «μια-φορά-στα-100-χρόνια-ηγέτη» στην ενεργό πολιτική: ότι «ζυγίζει» το πώς θα καταφέρει να γίνει ο ηγέτης του δεύτερου πόλου του πολιτικού μας συστήματος. Από την άλλη, αυτό επιβεβαιώνει και όλους εκείνους που υποστηρίζαμε από την πρώτη στιγμή, ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι η προσωποποίηση του φαινομένου «Ντάνινγκ - Κρούγκερ». Όπως έχει διατυπωθεί από τους δυο κοινωνιολόγους - ψυχολόγους Ντέιβιντ Ντάνινγκ και Τζάστιν Κρούγκερ, πρόκειται για γνωστική προκατάληψη (cognitive bias) στην οποία υποπίπτουν «άτομα περιορισμένων δεξιοτήτων, τα οποία αποκτούν μια ψευδαίσθηση ανωτερώτητας εκτιμώντας -εσφαλμένα- ότι οι γνωστικές τους ικανότητες, είναι υψηλότερες από ό,τι πραγματικά είναι».

Το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας κατάφερε να γίνει πρωθυπουργός, οφείλεται σε μια συγκυρία που -πράγματι- προκύπτει μια φορά στα 100 χρόνια. Κι αυτός ήταν αρκετά τυχερός για να του «κάτσει». Αλλά όπως όλα δείχνουν, ο Αλέξης του Σουνίου θεωρεί ότι το κατάφερε με τις προσωπικές του δεξιότητες. Αν θέλει να δει κανείς το ποιος έχει δίκιο, αρκεί να ανατρέξει στα εκλογικά αποτελέσματα της εθνικής κάλπης του 2023. Το 17,8% φέρει στο ακέραιο την υπογραφή του Αλέξη Τσίπρα. Μπορεί οι ανταγωνιστές του -σε επίπεδο ηγεσίας- στον χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς να μην είναι καλύτεροι από εκείνον, όμως αυτό δε σημαίνει ότι ο «μονόφθαλμος θα βασιλεύσει στους τυφλούς». Για αυτό άλλωστε, το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα πέρασε από την κατάσταση του «ενάμισι κόμματος», στην κατάσταση του «ενός κόμματος και κάτι ψιλά».

Για να μπορέσει άλλωστε να έχει την παραμικρή ελπίδα να τον ακούσει ακροατήριο μεγαλύτερο από εκείνο του παραπαίοντος ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να αποδείξει ότι το «rebranding» -που λογικά χρυσοπλήρωσε-, έπιασε τόπο. Κάτι το οποίο όπως όλα δείχνουν, δεν ισχύει. Αρκεί κανείς να θυμηθεί την ομιλία του στη Βουλή πριν από 12 ημέρες, στο πλαίσιο του συνεδρίου για τη Δημοκρατία. Εκεί, ο Αλέξης Τσίπρας απέδειξε ότι το «rebranding» είναι πεταμμένα λεφτά, αφού η ομιλία του απέδειξε ότι το μόνο που έχει να σερβίρει, είναι «μια από τα ίδια»: κατηγόρησε τη Δικαιοσύνη για συγκάλυψη, με τα γνωστά αφηγήματα, περί των υποκλοπών, του ναυαγίου της Πύλου και του δυστυχήματος των Τεμπών. Για αυτό σύντροφε Αλέξη, κοίτα να χαρείς την πολιτική σου αποστρατεία και μη χάνεις τον ύπνο σου, για ζητήματα που στην πραγματικότητα δε σε αφορούν. Όπως για παράδειγμα, εκείνο της διακυβέρνησης της χώρας. 

Δείτε το επίμαχο στιγμιότυπο