Από τις διπλές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού έχει δημιουργηθεί ένα πρωτόγνωρο πολιτικό σκηνικό για τη χώρα στη μεταπολιτευτική εποχή: Ένα κόμμα να έχει την απόλυτη κυριαρχία με τα υπόλοιπα να υπολείπονται πολύ δημοσκοπικά. Αυτό συμβαίνει κυρίως για έναν βασικό λόγο. Διότι ο πρωθυπουργός θεωρείται από μεγάλη μερίδα του εκλογικού σώματος ως ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), δηλαδή ως η μοναδική κυβερνητική εναλλακτική.
Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας αυτού. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρείται ως καταλληλότερο για πρωθυπουργός από το 40% των πολιτών (σταθερά μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό του κόμματος), ενώ Στέφανος Κασσελάκης και Νίκος Ανδρουλάκης βρίσκονται στο 5%-7%, δηλαδή τους θεωρούν καταλληλότερους για τη θέση του πρωθυπουργού σχεδόν οι μισοί ψηφοφόροι του κόμματός τους. Στις ερωτήσεις που αφορούν στην καταλληλότητα στη διαχείριση συγκεκριμένων θεμάτων τα δεδομένα μένουν ίδια: χαοτική διαφορά ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τους υπόλοιπους. Το ΤΙΝΑ δηλαδή είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης απέναντι στους πολιτικούς ανταγωνιστές της.
Την κυριαρχία αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη την έχουν καταλάβει και οι πολιτικοί του αντίπαλοι. Η εκδήλωση με ομιλητές Αχτσιόγλου, Χριστοδουλάκη και Τεμπονέρα όπου ουσιαστικά θα συζητηθεί το ποιος μπορεί να βρεθεί εκλογικά απέναντι στον πρωθυπουργό δείχνει τα προφανή: πρώτον, αναγνώριση της κυριαρχίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεύτερον πως δεν πιστεύουν ότι εναλλακτική μπορεί να αποτελέσουν Κασσελάκης και Ανδουλάκης. Είναι μια πρώτη κίνηση για όσα θα ακολουθήσουν τις ευρωεκλογές, εάν τα δημοσκοπικά ευρήματα επαληθευθούν στην κάλπη. Η κάλπη των ευρωεκλογών θα μας δώσει μια πιο σαφή ένδειξη για το πολιτικό σκηνικό που θα διαμορφωθεί.
Προς το παρόν, και πάντα με τα υπάρχοντα δεδομένα, το ΤΙΝΑ δε φαίνεται να μπορεί να αλλάξει εύκολα. Ακόμα και σε μια περίοδο όπου υπάρχουν κοινωνικές αναταράξεις από μια σειρά μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης (νομοσχέδιο αυστηριοποίησης ποινών, γάμος ομοφύλων, επιστολική ψήφος, μη κρατικά πανεπιστήμια) αλλά και τα ζητήματα της ακρίβειας, του αγροτικού και της εγκληματικότητας, το κόμμα που ήδη μετράει σχεδόν 5 έτη διακυβέρνησης δε χάνει παρά ελάχιστα σε δημοσκοπικά ποσοστά.
Αυτό το ΤΙΝΑ η Νέα Δημοκρατία οφείλει να το διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού. Να υπενθυμίζει στους ψηφοφόρους συνεχώς, με πράξεις, πως μόνο αυτή μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματά τους. Η διαφύλαξη του συγκριτικού πλεονεκτήματος του ΤΙΝΑ είναι ιδιαίτερα κρίσιμη σε μια περίοδο που οι ιδεολογικοί δεσμοί με το συντηρητικό κομμάτι της βάσης δείχνουν να έχουν χαλαρώσει ενώ αυτοί με πιο προοδευτικά ακροατήρια δεν έχουν δυναμώσει τόσο ώστε να θεωρούνται σταθεροί. Αυτό διότι μέχρι είτε να σφίξουν οι πρώτοι, είτε οι δεύτεροι (είναι και οι δύο σε επιμέρους ζητήματα) η Νέα Δημοκρατία θα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κυριαρχία της στις ψήφους εξουσίας, δηλαδή στο ΤΙΝΑ.