Το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα εξουσίας κατεβάζει ρολά.

Λειτουργεί πλέον ως συλλογικότητα, κινούμενο είτε ως ουρά της Ζωής Κωνσταντοπούλου είτε ως πράσινος ΣΥΡΙΖΑ. Το έκανε με την τραγωδία των Τεμπών, με τα γνωστά αποτελέσματα μετά τις αποκαλύψεις για τα fake news και τις θεωρίες συνωμοσίας, το κάνει και τώρα με τους αγρότες.

Ο «όχι σε όλα» Νίκος Ανδρουλάκης κατάφερε με τη ρητορική της καταστροφολογίας και τον λαϊκισμό να οδηγήσει το κόμμα της –από σπόντα– αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μια κατάσταση που το εμφανίζει να μην έχει καμία παρεμβατικότητα στην πολιτική σκηνή της χώρας.

Το όχι στη μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει, αφού ουσιαστικά το ΠΑΣΟΚ σύρθηκε σε αυτήν την απόφαση από τη στάση των υπολοίπων κομμάτων της αντιπολίτευσης αλλά και από την προσπάθεια να χαϊδέψει τα αυτιά των αγροτοσυνδικαλιστών.

Χθες ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έδωσε μια συνέντευξη και αυτό που κατάφερε είναι να επιβεβαιώσει το δράμα του και την αγωνία του για την πολιτική του επιβίωση, την ώρα που έχουν αρχίσει εκ νέου τα εσωκομματικά πυρά για την κολλημένη βελόνα στις δημοσκοπήσεις και τη μηδενική απήχηση στην κοινωνία.

«Άκουσα τους αγρότες, είναι διαλλακτικοί, περιμένουν λύσεις» είπε ο πρόεδρος της δήθεν σοβαρής αντιπολίτευσης την ώρα που οι αγρότες δηλώνουν:

1) ότι δεν φεύγουν από τα μπλόκα

2) ότι δεν αποδέχονται την πρόσκληση για διάλογο

3) ότι θέλουν πλήρη ικανοποίηση των αιτημάτων τους ακόμη και αυτών που στελέχη του ΠΑΣΟΚ δηλώνουν πως δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από καμία κυβέρνηση.

Αυτό ο Ανδρουλάκης το θεωρεί διαλλακτικότητα από τη μία και από την άλλη φτάνει να λέει νιά και σε όλα τα αιτήματα αποφεύγοντας να ξεκαθαρίσει τη θέση του για παράδειγμα για την ελάχιστη εγγυημένη τιμή.

Το τραγικό σε αυτήν τη χώρα είναι η έλλειψη αντιπολίτευσης που οδηγεί τα πολιτικά κόμματα να γαντζώνονται πάνω σε όποιον αντιδρά μήπως και ψαρέψουν καμία ψήφο. Αδιαφορούν για την πορεία και την επόμενη ημέρα, διαγκωνίζονται για μια θέση καλή σε μια δεξαμενή ψηφοφόρων που κινείται με γνώμονα την άρνηση και τη μόνιμη αγανάκτηση.