Εν αναμονή του πορίσματος της τριμελούς επιτροπής ιατροδικαστών για το θάνατο του μικρού Παναγιωτάκη, η 25χρονη Ειρήνη Μουρτζούκου που έχει ομολογήσει τέσσερις δολοφονίες βρεφών, οδηγείται αύριο στον ανακριτή Πάτρας για να απολογηθεί. Ο συνήγορος της προϊδεάζει για συγκλονιστικές αποκαλύψεις, ενώ οι αρχές ερευνούν την ανάμειξή της και στη δολοφονία του μικρού Παναγιώτη.

Την ίδια ώρα, οι Αρχές εστιάζουν στον θάνατο του Παναγιωτάκη, ενώ μέχρι τότε υπάρχει ένας ιδιότυπος αγώνας με τον χρόνο σε σχέση με τους αστυνομικούς, οι οποίοι προσπαθούν να «ξεκλειδώσουν» ακόμα περισσότερο την 25χρονη, προκειμένου να δουν αν θα μπορέσουν να αποσπάσουν μια ομολογία και για το τι έχει συμβεί με το πέμπτο βρέφος της συγκεκριμένης υπόθεσης, τον Παναγιωτάκη.

Σύμφωνα με την ΕΡΤ με βάση την κατάθεση την οποία είχε δώσει, αναμένεται να δούμε τι θα υποστηρίξει και αν θα κρατήσει την ίδια στάση που είχε και στους αστυνομικούς και τα όσα υποστήριξε, μιας και εκεί θα πρέπει να δώσει απαντήσεις και στην ανακρίτρια για το πώς έγιναν οι δολοφονίες αυτές, πώς αφαίρεσε δηλαδή τη ζωή των παιδιών. Αυτό είναι ένα σημείο το οποίο δεν το έχει αναφέρει η ίδια, καθώς λέει ότι δεν θυμάται τα δευτερόλεπτα εκείνα και το πώς ακριβώς έδρασε.

Αναμένεται να δούμε αν θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τις αρχές, με τον συνήγορό της να αναφέρει πως αναμένονται σοκαριστικές αποκαλύψεις στην επίσημη κατάθεση.

Το ψυχολογικό προφίλ της Μουρτζούκου

«Υπάρχει ένα κοινό μοτίβο: μητέρες που δολοφονούν τα παιδιά τους, το ένα μετά το άλλο», τόνισε η σύμβουλος ανθρωπίνων σχέσεων Κική Μερτζάνη, μιλώντας στο ΕΡΤNews και τον Δημήτρη Κοτταρίδη, για τις δύο υποθέσεις παιδοκτονίας που συγκλόνισαν τη χώρα. Όπως επισήμανε, «ο μητρικός δεσμός έχει κατακερματιστεί. Δεν υπάρχει. Από τη στιγμή που αυτό συμβαίνει, αναδύεται το μίσος και ο φθόνος — να σκοτώσω μέχρι αφανισμού».

Σύμφωνα με την κ. Μερτζάνη, οι περιπτώσεις Πισπιρίγκου και Μουρτζούκου δεν μπορούν να ερμηνευτούν με έναν ενιαίο ψυχολογικό όρο ή διάγνωση, καθώς «το φαινόμενο της παιδοκτονίας είναι πολυδιάστατο», αλλά αναδεικνύουν βαθιές διαταραχές στον δεσμό μητέρας–παιδιού και «σιωπηλές» κοινωνικές δυναμικές. «Κανένα παιδί δεν γεννιέται δολοφόνος. Το περιβάλλον, η σιωπή και τα τραύματα διαμορφώνουν τον χαρακτήρα», εξήγησε.

Αναφερόμενη στην κοινωνική ανοχή, υπογράμμισε ότι «δεν είναι ότι δεν φαίνονται τα σημάδια. Δεν τους δίνουμε σημασία» και χαρακτήρισε «κανονικότητα» για τέτοιες οικογένειες τα έντονα συναισθήματα φόβου, θυμού, οργής και μίσους.

Από την πλευρά του, ο ποινικολόγος Γιάννης Βλάχος επεσήμανε ότι η ιδανική εικόνα της ελληνικής οικογένειας δεν ανταποκρίνεται πάντα στην πραγματικότητα. Όπως τόνισε, «ο θεσμός της οικογένειας είναι πολυεπίπεδος και μπορεί να γεννά συγκρούσεις, εντάσεις, ακόμη και παθολογίες. Πρέπει να φύγουμε από το στερεότυπο της εξιδανικευμένης οικογένειας».

Ο ίδιος ζήτησε να ενισχυθούν οι σχολικές και κοινωνικές δομές παρακολούθησης παιδιών με αποκλίνουσες συμπεριφορές, επισημαίνοντας ότι «το να αποφύγουμε ένα φονικό μέσα στους τέσσερις τοίχους μιας κρεβατοκάμαρας, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι εξαιρετικά δύσκολο».

Η κ. Μερτζάνη συμπλήρωσε πως η ευθύνη της κοινωνίας δεν εξαντλείται στην καταδίκη του εγκλήματος: «Πρέπει να αναρωτηθούμε πού ήμασταν πριν την πράξη. Όταν κατακερματίζεται ο μητρικός δεσμός και αναδύεται το μίσος, φτάνουμε στον αφανισμό του άλλου ατόμου».