Οκτώ ετών παιδάκι, το 1984, ο πατέρας μου με πήγε για πρώτη φορά στο γήπεδο να δω τον Ολυμπιακό. Ένας αγώνας πρωταθλήματος με τον ΠΑΣ Γιάννενα ήταν που κερδίσαμε 4-0 στο ΟΑΚΑ. Μου πήρε το πρώτο μου ερυθρόλευκο κασκόλ, μια σημαία με τον δαφνοστεφανωμένο και κάπως έτσι ξεκίνησε το ταξίδι.
Τον ευγνωμονώ που με έκανε να διαλέξω να είμαι Ολυμπιακός χωρίς να με εμποδίσει, αν έτσι ήθελα, να μην είμαι. Θυμάμαι μια φορά –το πολύ δέκα ετών θα ήμουν– ένας άγνωστος κύριος από διπλανό τραπέζι, σε μια ταβέρνα στα Μεσόγεια, πήγε να με «εξαγοράσει» κάνοντάς μου δώρο ένα σημαιάκι του Παναθηναϊκού. «Αν θέλεις να γίνεις Παναθηναϊκός είναι δικό σου θέμα», μου είπε ο μπαμπάς όταν του το έδειξα. Δεν το σκέφτηκα καν. Το επόμενο πρωί έκανα με τη σειρά μου δώρο το πράσινο σημαιάκι με το τριφύλλι στον Τέλη, κολλητό φίλο μου και διπλανό μου στο θρανίο, που ήταν και υποθέτω παραμένει Παναθηναϊκός.
Δεν θα μπορούσα να επιλέξω άλλη ομάδα. Ολυμπιακός, τελεία και παύλα. Από εκείνο το πρώτο παιχνίδι με τα Γιάννενα ένιωσα τον μαγνητισμό και το βάρος της φανέλας. Αργότερα ανακάλυψα τον χαρακτήρα και το DNA του συλλόγου του Πειραιά. Δεν ήταν, δεν είναι, δεν θα είναι απλά μια ομάδα.
Δείτε τα μάτια των παππούδων που έρχονται στο Καραϊσκάκη και θα καταλάβετε όσοι δεν νιώθετε τι λέω.
Μεγάλωσα έχοντας στον τοίχο πάνω από το κρεβάτι μου φωτογραφίες του Αναστόπουλου και του Ντέταρι. Στην εφηβεία έγινα οργανωμένος οπαδός και πήγαινα πλέον μόνος μου στη Θύρα 7, στο παλιό Καραϊσκάκη. Καθόμουν στο σκαλοπάτι ακριβώς στα πόδια του Αττίλιο και ποτέ δεν έκανα επεισόδια. Πάντα ακολουθούσα την ομάδα με έναν ρομαντικό θα έλεγα τρόπο. Έμαθα όλη την ιστορία του Θρύλου. Τους Ανδριανοπουλέους, την εποχή Γουλανδρή και Νταϊφά, τα πέτρινα χρόνια… Ναι, όταν άρχισα να πηγαίνω συστηματικά στο γήπεδο η ομάδα περνούσε κρίση. Δέκα χρόνια χωρίς πρωτάθλημα ήταν πάρα πολλά για την ομάδα με τους περισσότερους τίτλους στην Ελλάδα. Η εξέδρα ήταν εκεί όμως. Γεμίζαμε τα γήπεδα κι ας ήταν ο σύλλογος πληγωμένος.
Θυμήθηκα πολλά αυτές τις ημέρες. Όμορφα και άσχημα. Τις μεταγραφές του Σαργκάνη, του Βαμβακούλα και του Αποστολάκη στον ΠΑΟ και στην αντίθετη διαδρομή του Καλαντζή, του Αντωνίου –που όμως δεν ολοκληρώθηκε– και του Κωνσταντίνου.
Θυμήθηκα μεγάλους παιχταράδες: τον Καραπιάλη, τον Αλεξανδρή, τον Τζιοβάνι, τον Ριβάλντο, τον Καρεμπέ και πόσους άλλους...
Θυμήθηκα το 1-4 στη Λεωφόρο και ένα ματς Κυπέλλου στο ΟΑΚΑ, που κερδίσαμε τον ΠΑΟ 2-1 με ένα εκπληκτικό γκολ με ανάποδο βολ πλανέ του Κρις Καλαντζή και ήμουν μέσα.
Θυμήθηκα την εξάρα στην ΑΕΚ και θριάμβους απέναντι σε μεγαθήρια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου εντός και εκτός έδρας.
Συνέχεια αυτά σκεφτόμουν. Μεγάλες νίκες, πικρές ήττες, συγκινήσεις, απογοητεύσεις, κύπελλα, πρωταθλήματα.
Όσο πλησίαζε ο τελικός έκαναν πάρτι αυτές οι αναμνήσεις. Ο τελικός ευρωπαϊκής διοργάνωσης παρακαλώ με τον Ολυμπιακό φιναλίστ!
Το παιδικό μου όνειρο ήταν ήδη πραγματικότητα και έψαχνα να βρω λέξεις για να περιγράψω αυτό που αισθανόμουν.
«Μετεωρισμός μέσα σου είναι αυτό που περιγράφεις», μου είπε ο Χαραμίδης. Μετεωρισμός ανάμεσα στο χθες, το σήμερα και το αύριο με έντονες δόσεις συγκίνησης και άγχους.
Καλωδιωμένος μπροστά στην κάμερα στο γήπεδο στη Νέας Φιλαδέλφειας λίγα λεπτά πριν από την έναρξη του τελικού, το αριστερό χέρι μου άρχισε να τρέμει ανεξέλεγκτα. Δεν υπάρχει εξήγηση γιατί.
Και ύστερα ήρθε η μεγάλη ώρα! «Τώρα θα ακουστεί ο ύμνος της ομάδας μας για πρώτη φορά σε τελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης», άκουσα τον εκφωνητή και άρχισα να τσιμπιέμαι για να βεβαιωθώ ότι αυτό που ζω δεν είναι όνειρο αλλά πραγματικότητα.
Ήταν το πιο αγχωτικό ματς που έχω δει ο τελικός με τη Φιορεντίνα. Κάπου κάπου ο κόσμος κοιτούσε σαστισμένος, αλλά βασικά ήταν αγχωμένος. Όλοι θέλαμε να έρθει το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο που θα κατακτούσε ελληνική ομάδα στον Πειραιά. Ήταν στόχος και ταυτόχρονα απωθημένο. Πόσες φορές εκεί που αγγίζαμε την υπέρβαση κάτι απροσδόκητο συνέβαινε…
Το πολύτιμο γκολ αυτήν τη φορά ήρθε. Το γκολ του σπουδαίου Μαροκινού Ελ Κααμπί που ξεπέρασε Κριστιάνο Ρονάλντο, Φαλκάο και Μπενζεμά στο σκοράρισμα σε μια σεζόν σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις και δεν θα πέσω από τα σύννεφα αν του στήσουμε άγαλμα στο λιμάνι.
Μπήκε το γκολ και ολόκληροι άντρες κοντά στα 50 πια κλαίγαμε σαν μωρά παιδιά.
Αλλά δεν ήταν μόνο ο Ελ Κααμπί που έγραψε το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ιστορία του μεγαλύτερου πολυαθλητικού συλλόγου της Ευρώπης. Όλοι οι παίκτες έδωσαν ό,τι είχαν με έναν προπονητή πραγματικό στρατηγό και έναν πρόεδρο που αγαπάει την ομάδα όπως κάθε τρελαμένος οπαδός!
Με ρωτούσαν λοιπόν πριν και μετά το παιχνίδι πώς αισθάνομαι. Και δεν είχα τρόπο να το εκφράσω. Κάπου κάπου συγκινούμαι χωρίς προφανή λόγο, αλλά τελικά με λόγο. Συγκινούμαι ακόμα. Και δεν ξέρω και για πόσο ακόμα.
Είναι βγαλμένο από τα πιο τρελά όνειρά μας αυτό που συνέβη. Για όσους ήμαστε μέσα στο γήπεδο, για τα εκατομμύρια των φιλάθλων μας παντού στον πλανήτη και για εκείνους που δεν είναι πια κοντά μας και μακάρι να κούνησαν το ερυθρόλευκο κασκόλ τους από εκεί ψηλά.
Είκοσι χρόνια μετά το έπος του Euro ευτυχήσαμε να δούμε ευρωπαϊκό τρόπαιο σε ελληνικά χέρια, σε ελληνικά χώματα.
Ε, Πρόδρομε;
Αντρέα μου;
«Σήμερα μου έλειψε περισσότερο από ποτέ ο μπαμπάς μου», διάβασα σε ανάρτηση φίλου που ο πατέρας του δεν είναι πια στη ζωή.
Αμέσως πήρα το κινητό στα χέρια μου και έστειλα μήνυμα στον κυρ Πέτρο που τα έφερε έτσι και είδε το ματς από την τηλεόραση στο εξωτερικό: «Μπαμπά, το πήραμε! Ο Ολυμπιακός πήρε το Ευρωπαϊκό!».