Κάλεσμα στην αντιπολίτευση να αναλογιστεί τις ευθύνες της και να καταλήξει σε συμπεράσματα για την υπόθεση των Τεμπών, για την οποία κατακεραύνωνε την κυβέρνηση, έστειλε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάσης Κοντογεώργης, με αφορμή το πόρισμα του καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Δημήτρη Καρώνη, σύμφωνα με το οποίο τα έλαια σιλικόνης μπορεί να δημιουργήσουν πυρόσφαιρα, ενώ δεν τεκμηριώνεται ο σχηματισμός κάποιας ουσίας που θα μπορούσε να οδηγήσει στο σχηματισμό εύφλεκτου μείγματος. Ξεκαθάρισε δε ότι η κυβέρνηση δεν θα ακολουθήσει τον δρόμο της πολιτικής οξύτητας.

«Όσοι είναι καλοπροαίρετοι, αντιλαμβάνονται τι μπορεί να σημαίνει αυτό το πόρισμα -και σε σχέση με τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν το προηγούμενο διάστημα. Πολλές φορές προτρέχουμε και αυτό αφορά και το πολιτικό σύστημα. Γι' αυτό δεν πρέπει να σχολιάζουμε, όταν δεν έχουμε πλήρη γνώση μιας εν εξελίξει ποινικής δικογραφίας. Πολλές φορές εκτιθέμεθα από γεγονότα που προκύπτουν μετά, όπως είναι αυτό. Εγώ σας αντιπαραβάλλω δηλώσεις πολιτικών αρχηγών από το προηγούμενο διάστημα σε σχέση με τη συγκάλυψη, σε σχέση με το "γεγονός" ότι υπήρχε ένα παράνομο υλικό, το οποίο η κυβέρνηση -σύμφωνα με την κατηγορία- έσπευσε να μπαζώσει ύστερα από λίγες ημέρες. Οι πολίτες έχουν κρίση», είπε χαρακτηριστικά στον τηλεοπτικό σταθμό "Action24".

Ο ίδιος συμπλήρωσε πως «έχει αξία, εν εξελίξει ποινικές δικογραφίες να μην τις σχολιάζουμε», εξειδικεύοντας αμέσως μετά: «Η έκθεση είναι μέρος της δικογραφίας πλέον, όλοι αντιλαμβάνονται τι ακριβώς αναφέρει, θα συναξιολογηθεί μαζί με τα υπόλοιπα».

Ασκώντας κριτική στους αντιπάλους της κυβέρνησης, ο Θανάσης Κοντογεώργης τόνισε: «Αν αντιπαραβάλλουμε δηλώσεις από όλη την αντιπολίτευση το προηγούμενο διάστημα, νομίζω ότι θα πρέπει να ζητηθεί μια συγγνώμη ως προς αυτό». Επιπροσθέτως, «όσοι από την αντιπολίτευση θέλουν να λογίζονται ως σοβαροί και κανονικοί, θα πρέπει να αξιολογήσουν και τα δημοσκοπικά αποτελέσματα της στρατηγικής που ακολούθησαν», πρότεινε και συμπλήρωσε: «Η κυρία Κωνσταντοπούλου έχει έναν άλλο δρόμο, τουλάχιστον σε σχέση με τους υπόλοιπους που λένε ότι θέλουν να είναι κάτι διαφορετικό. Βλέπω μια στροφή από την αξιωματική αντιπολίτευση που αποτελεί παραδοχή λαθών που έγιναν. Ο ίδιος ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πριν καταθέσει την πρόταση δυσπιστίας έλεγε ότι, δύο χρόνια παραπλανούσαμε το λαό...». Και συμπέρανε: «Θεωρώ ότι αυτά θα μπουν στην άκρη».

Πολιτικές δυνάμεις επενδύουν στον αρνητισμό

Βέβαια, επεσήμανε, «υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες επενδύουν στον αρνητισμό, στη ρητορική μίσους, στον καταγγελτικό λόγο. Επειδή είναι βαρύ το συναισθηματικό φορτίο, κάποιος κόσμος αυτό το ακούει. Εμείς θέλουμε να δείξουμε με την κυβερνητική πράξη μας ότι υπάρχει κι ένας άλλος δρόμος. Να ανακτήσουμε σταδιακά την εμπιστοσύνη που, όντως, για κάποιο κόσμο μπορεί να είχε χαθεί για πολλούς λόγους και για την υπόθεση των Τεμπών».

Όχι στην πολιτική οξύτητα

Ακολούθως αναγνώρισε ότι «προφανώς υπάρχει μια ευθύνη, μπορεί διαχείρισης, δημοσίου ύφους», άλλωστε, συμπλήρωσε, «το μέτρο δίνεται από τις παραδοχές του ίδιου του πρωθυπουργού». Η αναφορά του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ στην υπόθεση των Τεμπών έκλεισε με την επισήμανση ότι «η κυβέρνηση δεν θα ακολουθήσει τον δρόμο της πολιτικής οξύτητας. Αυτό αφορά και τις επόμενες ενέργειες που μπορεί να αφορούν και άλλα πολιτικά πρόσωπα, για τα οποία έχει έλθει η δικογραφία στη Βουλή. Περιμένουμε τις πολιτικές δυνάμεις να καταθέσουν τις προτάσεις τους και εμείς θα τοποθετηθούμε τότε σοβαρά και υπεύθυνα, όπως κάνουμε σε όλες τις περιπτώσεις».

Σύμφωνα με τον ίδιον, πάντως, «είναι λογικό αυτή η τραγωδία να κινητοποιήσει συναισθηματικά την κοινωνία. Ναι, κάποιοι, πολύς κόσμος, βγήκαν στους δρόμους εκείνες τις εβδομάδες σε σχέση και με τις θεωρίες που υπήρχαν», δήλωσε επίσης και πρόσθεσε: «Δεν απομειώνω, δεν απαξιώνω τους άλλους λόγους που μπορεί να κινητοποίησαν συναισθηματικά, πολιτικά, αρκετό κόσμο». Άλλωστε, συνέχισε, «αυτή η τραγωδία αποτελεί σημείο αναφοράς για πολλούς ανθρώπους, κυρίως νέους ανθρώπους. Συμπυκνώνει τη διαχρονική αποτυχία της ελληνικής πολιτείας και του πολιτικού συστήματος σε σχέση με την ασφάλεια των πολιτών και τη δυνατότητα να το προασπίζουμε».