Σε πέντε μήνες συμπληρώνονται τρία χρόνια από το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη που στοίχισε τη ζωή σε 57 συμπολίτες μας. Με την περαίωση της απαιτητικής ανακριτικής έρευνας που ανέλαβε να διενεργήσει ο εφέτης ανακριτής Λάρισας, Σωτήρης Μπακαΐμης, στα τέλη του Αυγούστου, άνοιξε ο δρόμος για την έναρξη της πολυαναμενόμενης δίκης στις αρχές του 2026. Πάνδημο αίτημα η λογοδοσία των υπευθύνων και η απονομή δικαιοσύνης στην υπόθεση που συντάραξε τη χώρα και βύθισε στο πένθος δεκάδες οικογένειες. Το υποστηρίζουν όλοι, πρωτίστως και κυρίως οι συγγενείς των νεκρών και οι τραυματίες του δυστυχήματος, οι απανταχού συμπολίτες τους που στέκονται αλληλέγγυα δίπλα τους, εκπρόσωποι της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας, οι οποίοι σκύβουν το κεφάλι στον ανείπωτο πόνο των πληγέντων.

Η μόνη συνταγματικά κατοχυρωμένη εξουσία για να απονείμει δικαιοσύνη είναι η δικαστική. Οι δικαστές και οι εισαγγελείς, στους οποίους θα ανατεθεί το δύσκολο έργο να διακριβώσουν τις ποινικές ευθύνες ενός εκάστου εκ των 36 κατηγορουμένων, που θα δικαστούν από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Λάρισας. Σημειώνεται δε ότι κατά τον εκτιμώμενο χρόνο έναρξης της δίκης θα έχουν ήδη συμπληρωθεί τρία χρόνια από το δυστύχημα και θα απομένουν μόλις πέντε πριν παραγραφούν οι πλημμεληματικές κατηγορίες των εμπλεκομένων. Κι αυτό γιατί οι 33 από τους 36 κατηγορούμενους, εκτός από τις κακουργηματικές κατηγορίες των επικίνδυνων παρεμβάσεων στη συγκοινωνία από την οποία προήλθε μεγάλος αριθμός θανάτων και τις βαριές σωματικές βλάβες σε μεγάλο αριθμό ατόμων, αντιμετωπίζουν επιμέρους και πλημμελήματα τα οποία, αν καθυστερήσουν πολύ οι δίκες σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, είναι βέβαιο ότι θα παραγραφούν.

Κατά συνέπεια, η μόνη οδός για τη διεκδίκηση του απολύτως νόμιμου αιτήματος της λογοδοσίας των κατηγορουμένων είναι το ακροατήριο και η έναρξη της πολύκροτης δίκης. Η δημόσια ακροαματική διαδικασία, σύμφωνα με τα συνταγματικά προβλεφθέντα, όπου ακούγονται, λέγονται και κρίνονται όλα. Στο πλαίσιο αυτής θα καταθέσουν όλοι οι συγγενείς των θυμάτων και οι τραυματίες που θα δηλώσουν παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας, θα διαβαστούν όλα τα επίσημα πορίσματα αλλά και όλες οι τεχνικές εκθέσεις των συμβούλων που διόρισαν οι οικογένειες, κοινώς όλα στο φως!

Κι όμως, εδώ και καιρό, παρατηρείται το φαινόμενο κάποια λαϊκιστικά κέντρα να προσπαθούν να σαμποτάρουν το έργο της Δικαιοσύνης, με πάσης φύσεως διαμαρτυρίες, με μόνο σκοπό και αποτέλεσμα την καθυστέρηση της διαδικασίας. Είτε βάλλοντας κατά δικαστικών λειτουργών είτε θέτοντας παρελκυστικά αιτήματα, αποσκοπούν στη διαιώνιση μιας κατάστασης, που θα απομακρύνει την υπόθεση από τον φυσικό της δικαστή. Στο όνομα της πλήρους διερεύνησης όλων των πτυχών της υπόθεσης, στην πραγματικότητα αυτό που επιτυγχάνουν είναι τη μεγαλύτερη καθυστέρηση του έργου της Δικαιοσύνης. Στο ίδιο έργο θεατές βρέθηκαν και οι συγγενείς των 104 νεκρών στο Μάτι, που ύστερα από τεσσεράμισι χρόνια ανακριτικής έρευνας έτρεχαν να προλάβουν τις παραγραφές. Άλλωστε, οτιδήποτε μπορεί να έχει εκφύγει της προσοχής του εφέτη ανακριτή, το αμέσως επόμενο δικαιοδοτικό όργανο για να το διερευνήσει είναι το δικαστήριο.

Στο χαιρετιστήριο μήνυμά της για το νέο δικαστικό έτος, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Αναστασία Παπαδοπούλου, αναφέρεται στις πρόσφατες επικρίσεις που δέχτηκαν ο κ. Μπακαΐμης και ο κ. Τσόγκας, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου, κάνοντας λόγο για προσπάθεια χειραγώγησης και έξωθεν επηρεασμού της Δικαιοσύνης.

«Το πιο ανησυχητικό όλων είναι ότι επιχειρείται ο αυθαίρετος σφετερισμός της συνταγματικά κατοχυρωμένης, ως αδέσμευτης, δικαστικής κρίσης, από “πρόσωπα” και “ομάδες πολιτών”, που εμφανίζονται να κατέχουν τη νομική επιστήμη καλύτερα και πληρέστερα από τους δικαστές, και οι οποίοι ως “υπερδικαστές” έχουν αλάθητη κρίση και κατέχουν τη μοναδική αλήθεια, παραγνωρίζοντας ότι κατά το σύνταγμα η συνείδηση του ίδιου του δικαστικού κριτή πρέπει να συνιστά τον μοναδικό παράγοντα σχηματισμού της δικανικής πεποίθησης», επισημαίνει μεταξύ άλλων η ανώτατη δικαστική λειτουργός και καλεί τους συναδέλφους της να απαντούν στις επικρίσεις θεσμικά και με το έργο τους.

«Οι δικαστές, πιστοί στο σύνταγμα και τους νόμους, οφείλουν να δικάζουν ψύχραιμα, με βάση τη δικογραφία που έχουν στα χέρια τους, αγνοώντας δηλώσεις, σχολιασμούς ή και επικρίσεις που δημοσιοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιοδήποτε μέσο και αφορούν σε υποθέσεις οι οποίες εκκρεμούν ενώπιόν τους ή πρόκειται να εκδικαστούν, ακόμη και όταν γίνονται υπό την επίφαση επιστημονικής κρίσης ή ως έκφραση της κοινής γνώμης. Οφείλουν επίσης να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ανεξάρτητο τρόπο, χωρίς επηρεασμούς, παρεμβάσεις, πιέσεις, παραινέσεις, απειλές, άμεσα ή έμμεσα, από οποιονδήποτε και αν προέρχονται, ο οποίος, επιδιώκοντας την αυτοπροβολή ή την εξυπηρέτηση ξένων προς τη Δικαιοσύνη συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, προσβάλλει ανενδοίαστα τους θεσμούς του δημοκρατικού πολιτεύματος, “εκφοβίζει” δικαστές και επιχειρεί να χειραγωγήσει την ανεξάρτητη και απροκατάληπτη δικαστική κρίση», καταλήγει η ανακοίνωση της κ. Παπαδοπούλου.