Εχει συμβεί και στο (πρόσφατο) παρελθόν, αλλά πάντοτε έχει μια αξία όταν συμβαίνει ξανά: αυτοί που τάχα κόπτονται για την ελευθερία του Τύπου και εμφανίζονται τάχα ανησυχούντες για την κατάταξη της χώρας σε αμφιβόλου ποιότητας και εγκυρότητας λίστες και κατατάξεις –κάνοντας μάλιστα και σύνθημά τους τα «107, 108 κ.λπ.»– να είναι οι πρώτοι που παραβιάζουν τους κανόνες ή τους ερμηνεύουν ανάλογα με τα μέτρα τους και τα δικά τους υποκειμενικά κριτήρια.
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Η αφορμή γι’ αυτήν την παρατήρηση δεν μπορεί να είναι άλλη από όσα συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες στον ραδιοφωνικό σταθμό «Κόκκινο», ήτοι ένα από τα επίσημα μέσα ενημέρωσης του ΣΥΡΙΖΑ, και την απομάκρυνση της Ευγενίας Λουπάκη. Κατ’ άλλους επρόκειτο βέβαια για αποχώρηση οικεία βουλήσει, ωστόσο πάντοτε σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες και γι’ αυτό πρέπει να δούμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο ξεδιπλώθηκαν τα γεγονότα. Το κουβάρι συγκεκριμένα άρχισε να ξετυλίγεται ύστερα από ένα δηκτικό σχόλιο της δημοσιογράφου –πρώην συζύγου μεταξύ άλλων του Θανάση Καρτερού, ενός από τους «θεωρητικούς» του Αλέξη Τσίπρα– στον λογαριασμό της στο Facebook σχετικά με τον εορτασμό των γενεθλίων της σκυλίτσας του Στέφανου Κασσελάκη.
Κομματική λογοκρισία
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ο νέος διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού, Αδάμ Γιαννίκος, φέρεται να ζήτησε την απόλυση της κυρίας Λουπάκη, ωστόσο ύστερα από παρέμβαση του διευθυντή του γραφείου του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ανέκρουσε πρύμναν. Ωστόσο, η ίδια η δημοσιογράφος και ραδιοφωνική παραγωγός δήλωσε ότι αποχώρησε οικεία βουλήσει, παρά το γεγονός ότι έγινε επίσης γνωστό πως της ζητήθηκε να βγει σε αναγκαστική άδεια. Το σχόλιο μάλιστα που ακολούθησε εκ μέρους του κ. Γιαννίκου περιέπλεξε ακόμη περισσότερο τα πράγματα, δεδομένου ότι ισχυρίστηκε ότι δεν πρόκειται για απόλυση, αλλά όντως για οικειοθελή αποχώρηση της κυρίας Λουπάκη, δεδομένου ότι –σύμφωνα με τον ίδιον– είναι συνταξιούχος και άρα εθελόντρια και όχι εργαζόμενη του «Κόκκινου»!
Να σημειωθεί ότι πριν από μερικές ημέρες είχε ανοίξει νέος κύκλος συζητήσεων σχετικά με τα τεκταινόμενα στα μέσα ενημέρωσης που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ –μεταξύ των οποίων ασφαλώς και ο ραδιοφωνικός σταθμός «Κόκκινο»– καθώς ο κ. Γιαννίκος έλαβε την απόφαση να «κόψει» από το πρόγραμμα συγκεκριμένους ραδιοφωνικούς παραγωγούς που κατά βάση είχαν εκφράσει κριτική διάθεση απέναντι στη νέα ηγεσία της Κουμουνδούρου. Ασφαλώς κάθε διευθυντής ενός μέσου ενημέρωσης έχει δικαίωμα να καθορίζει ο ίδιος τη γραμμή και να επιλέγει τα πρόσωπα και αυτό έπραξε με το που ανέλαβε καθήκοντα ο κ. Γιαννίκος, ωστόσο τα γεγονότα φαίνεται ότι μιλούν από μόνα τους και… σύμπτωση που επαναλαμβάνεται παύει πλέον να είναι σύμπτωση.
Σ’ αυτό το σημείο όμως το βασικό είναι ότι ανακύπτει εκ νέου η συζήτηση για το τι ακριβώς είναι νόμιμο και τι ηθικό – ή έστω μια παραλλαγή της. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που επώνυμα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ κατακεραυνώνουν την κυβέρνηση και μιλούν συνεχώς για παρεμβάσεις κατά δημοσιογράφων, λογοκρισία και τις περιβόητες «λίστες Πέτσα» που επικαλούνται διά πάσα αφορμή, αλλά εθελοτυφλούν μπροστά στα όσα συμβαίνουν όχι απλώς σε μέσα ενημέρωσης που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στα επίσημα, τα κομματικά μέσα. Αντιλαμβάνονται δηλαδή μία ακόμη φορά a la carte τις έννοιες για την ελευθεροτυπία και την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων, επικαλούμενοι δε –με μπροστάρη τον Παύλο Πολάκη– την ανάγκη «τα εν οίκω μη εν δήμω» και εχθροί άρα και αντικείμενο κριτικής να είναι μόνο οι «απέναντι». Πάντοτε ασφαλώς σύμφωνα με τους ίδιους και τα δικά τους κριτήρια.
Κατά πως τους βολεύει
Η αντίληψη αυτή ασφαλώς δεν ξενίζει αναφορικά με τις τακτικές που χρησιμοποιεί ο ΣΥΡΙΖΑ –είτε του κ. Τσίπρα είτε του κ. Κασσελάκη– απέναντι στα μέσα ενημέρωσης και τους δημοσιογράφους, οι οποίοι εξ ορισμού για τα στελέχη της Κουμουνδούρου είναι κακοί και ενεργούν σε διατεταγμένη υπηρεσία τάχα κατά του ΣΥΡΙΖΑ. Το είδαμε και την περίοδο της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με τους φανταστικούς στις περισσότερες περιπτώσεις εχθρούς που δημιούργησε στο μιντιακό σύστημα το «ιερατείο» της Κουμουνδούρου, ωστόσο συνεχίζουμε να το βλέπουμε και τώρα, παρά τη δραματική συρρίκνωση της επιρροής του κόμματος στην ίδια την κοινωνία. Γεγονός για το οποίο ασφαλώς δεν φταίνε οι δημοσιογράφοι ούτε τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία αντιθέτως το τελευταίο διάστημα έδωσαν υπερπροβολή στις εσωκομματικές δραστηριότητες του ΣΥΡΙΖΑ και τον ίδιο τον κ. Κασσελάκη, ιδίως μετά την εκλογή του.
Είναι συνεπώς θλιβερό να μην μπορεί ν’ αλλάξει η νοοτροπία πως «όσοι δεν είναι μαζί μας, είναι απέναντι», αλλά για το οικοσύστημα του ΣΥΡΙΖΑ μάλλον είναι μια πραγματικότητα που δεν θ’ αλλάξει ποτέ και εν τέλει αυτή είναι που τροφοδοτεί το περίφημο «107, 108 κ.λπ.».