Το 2024 αποτελεί τη χρονιά ορόσημο για το μέλλον της ΕΕ. Οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα είναι στην πραγματικότητα το πρώτο βήμα μιας διαδικασίας που αποσκοπεί στον εντοπισμό των νέων ηγετών των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, αλλά κυρίως του καθορισμού των γενικών κατευθυντήριων γραμμών του προγράμματος εργασίας της ΕΕ για την επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο, σε ένα σύνθετο εσωτερικό και διεθνές πλαίσιο το οποίο χαρακτηρίζεται από αυξανόμενες προκλήσεις.
Εσωτερικά, η ΕΕ θα πρέπει να ορίσει μια «οικονομική διακυβέρνηση» ικανή να εγγυηθεί τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, μέσα σε ένα πλαίσιο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Θα πρέπει να διατηρήσει τις δεσμεύσεις της για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και να διασφαλίσει την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται για την επίτευξη των συμφωνηθέντων στόχων, την ενεργειακή μετάβαση, αλλά και την ενεργειακή ασφάλεια, σε ένα πλαίσιο οικονομικής και κοινωνικής βιωσιμότητας. Θα πρέπει να καθορίσει εργαλεία ικανά να εξασφαλίσουν στην Ευρώπη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα, μεγαλύτερη ικανότητα για καινοτομία και ανάπτυξη τεχνολογιών ευνοϊκής εφαρμογής, σε συνδυασμό με τους σημαντικότερους διεθνείς ανταγωνιστές στην ψηφιακή μετάβαση και τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης. Θα πρέπει να αντιμετωπίσει το δημογραφικό ζήτημα της Γηραιάς Ηπείρου και να διαχειριστεί το διαρθρωτικό πλέον φαινόμενο των μεταναστευτικών ροών, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη εγγύησης της ασφάλειας των εξωτερικών συνόρων αλλά και τη δυναμική μιας αγοράς εργασίας που χρειάζεται όλο και περισσότερο ξένους εργάτες. Τέλος, θα πρέπει να ξεκινήσει μια μεταρρύθμιση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν τα θεσμικά της όργανα και οι κύριες κοινές πολιτικές της, με στόχο να διασφαλίσει ότι η ΕΕ θα μπορεί να ανταποκρίνεται καλύτερα στις προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών.
Σε διεθνές επίπεδο, η ΕΕ θα πρέπει να επιβεβαιώσει, περισσότερο από ό,τι μπόρεσε να κάνει στο πρόσφατο παρελθόν, τον ηγετικό ρόλο της σε ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται πλέον από μια ξεκάθαρη κρίση πολυμέρειας, από την επικράτηση μια ασταθούς πολυπολικότητας και εθνικισμού, καθώς και σε ένα διεθνές περιβάλλον βίας. Ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα θα είναι αυτό της ασφάλειας στην Ευρώπη και η σχέση με τη Ρωσία ανάλογα με τις εξελίξεις του πολέμου στην Ουκρανία. Σε αυτό προστίθενται οι σχέσεις με την Κίνα, η οποία θα συνεχίσει να είναι εταίρος της ΕΕ, αλλά συνάμα ανταγωνιστής και αντίπαλος, καθώς και αυτή των σχέσεων με τις ΗΠΑ, που θα μπορούσαν να γίνουν προβληματικές σε περίπτωση επιστροφής του Τραμπ στη Βουλή. Επίσης η ΕΕ θα πρέπει να διαχειριστεί διάφορα κρίσιμα ζητήματα στη γειτονιά της, προς Νότο και Ανατολή, και να ξεκινήσει μια νέα φάση της διαδικασίας διεύρυνσης, με βάση τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου. Τέλος, θα πρέπει να εργαστεί για την ανοικοδόμηση μιας αποτελεσματικής πολυμέρειας μειώνοντας την απόσταση μεταξύ της Δύσης και του Νότου.
Είναι επιθυμητό, η προεκλογική εκστρατεία στις χώρες-μέλη της ΕΕ να επικεντρωθεί σε αυτά τα θέματα, που έχουν να κάνουν με την ατζέντα της ΕΕ και τις προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών. Αλλά αναπόφευκτα οι ευρωεκλογές έχουν επίσης σημαντική εσωτερική σημασία σε καθεμία από τις χώρες-μέλη. Επομένως, αυτές οι εκλογές θα είναι μια ευκαιρία να μετρηθεί το ειδικό βάρος των διαφόρων εθνικών κομμάτων.
Σε ένα πλαίσιο ανάπτυξης κινημάτων και πολιτικών δυνάμεων εθνικιστικής και κυριαρχικής έμπνευσης, η προεκλογική εκστρατεία θα χαρακτηριστεί στη συνέχεια από τη σύγκρουση/αντιπαράθεση μεταξύ πολιτικών δυνάμεων που υποστηρίζουν το ευρωπαϊκό εγχείρημα ως το βέλτιστο πλαίσιο αναφοράς για την επίλυση των παγκόσμιων προβλημάτων -και επομένως υποστηρίζουν μια ΕΕ με μεγαλύτερες εξουσίες και ευθύνες- και πολιτικές δυνάμεις πιο κοντά στην επίκληση του κράτους/έθνους και της κυριαρχίας, που θα αγωνιστούν για να διεκδικήσουν μια Ευρώπη των πατρίδων.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, το ΕΛΚ, παρά τη μικρή πτώση, θα πρέπει να παραμείνει το κόμμα με σχετική πλειοψηφία (με 175 έδρες). Η ομάδα των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών θα υποστεί επίσης μικρή πτώση, αλλά θα παραμείνει η δεύτερη πολιτική ομάδα στο ΕΚ (διατηρώντας ακόμη 141 έδρες). Οι φιλελεύθεροι του ομίλου Renew Europe θα υποστούν επίσης πτώση (πηγαίνοντας στις 89/90 έδρες). Η ομάδα ECR των Συντηρητικών και των Μεταρρυθμιστών θα αυξήσει την εκπροσώπησή της (με 83 έδρες). Η ομάδα Εθνικιστική Δεξιά ίσως ανέβει (σε 87 έδρες). Τέλος, σημαντική μείωση αναμένεται για τους Πράσινους (γύρω στις 52 έδρες).
Εάν αυτή είναι η ισορροπία δυνάμεων που θα προκύψει από τις εκλογές του ερχόμενου Ιουνίου, είναι πιθανό στη νέα Βουλή να επιβεβαιωθεί η πλειοψηφία που αποτελείται από το ΕΛΚ, τους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες και τους φιλελεύθερους της Renew Europe (έστω και με οριακά περιθώρια), ίσως μαζί με τους Πράσινους. Το άγνωστο παραμένει η θέση που θα επιλέξουν οι συντηρητικοί του ECR, οι οποίοι θα μπορούσαν να δελεαστούν από την επιλογή της σύγκλισης σε αυτήν την πλειοψηφία, τουλάχιστον για την εκλογή προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Τέλος, η πρόκληση για τις επόμενες ευρωεκλογές θα είναι πρωτίστως, σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, η προσέλευση των πολιτών στις κάλπες, αντιστρέφοντας την τάση για αποχή που είχε χαρακτηρίσει τους τελευταίους εκλογικούς γύρους. Πέρα από τις διαφορές στα προγράμματα των διαφόρων κομμάτων, η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των ψηφοφόρων θα ήταν το πιο απτό σημάδι του ενδιαφέροντος των Ευρωπαίων πολιτών για το μέλλον της ΕΕ.
* Ο Στράτος Γεραγώτης είναι δρ Παν/μίου των Βρυξελλών