Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ εξελέγη πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών το 2016, οι Ευρωπαίοι συσπειρώθηκαν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε μόλις υποστεί το σοκ του Brexit και οι ευρωπαίοι ηγέτες έτρεμαν μπροστά στον κίνδυνο ενός φαινομένου ντόμινο και για άλλες χώρες της ΕΕ. Ο Τραμπ μάς ταρακούνησε για τα καλά τότε υπενθυμίζοντάς μας το πόσο μεγάλη αξία έχει να παραμείνουμε ενωμένοι. Η Ευρώπη στηρίχτηκε αυτά τα δύσκολα χρόνια στη δημοκρατία, την πολυμέρεια και σε μια διεθνή τάξη δομημένη με κανόνες. Αντιμέτωποι με αυξανόμενες απειλές και εγκαταλελειμμένοι από την Ουάσιγκτον, οι Ευρωπαίοι συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να μείνουν ενωμένοι.
Ενίσχυση της Ένωσης ή εθνικιστικός κατακερματισμός;
Το ερώτημα που βασανίζει σήμερα πολιτικούς και ειδικούς σε όλη την Ευρώπη είναι αν αυτή η ίδια ενότητα θα μας χαρακτήριζε αν ο Τραμπ επέστρεφε στον Λευκό Οίκο. Σήμερα η γειτονιά της Ευρώπης φλέγεται, πολύ περισσότερο από ό,τι το 2016. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, τα πραξικοπήματα στην Αφρική, η ανάδειξη της Κίνας ως διεκδικητή της παγκόσμιας οικονομίας και του εμπορίου καθώς και η αποδυνάμωση του ΟΗΕ πρέπει να αποτελούν αρκετά ισχυρούς λόγους ώστε να παραμείνουμε ενωμένοι. Στην τρέχουσα παγκόσμια αναταραχή, μόνον ενωμένοι μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα ξεπεράσουμε την αβεβαιότητα που μας περιβάλλει.
Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν είναι σίγουρο. Ο εθνικισμός αυξάνεται όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και στην Ευρώπη, όπως έδειξαν οι πρόσφατες ευρωεκλογές. Επιπλέον, η εθνικιστική δεξιά αποτελεί σήμερα μεγαλύτερο κίνδυνο από ό,τι στο παρελθόν. Πριν από το Brexit, οι ευρωσκεπτικιστές δήλωναν ότι ήθελαν να φύγουν από την ΕΕ. Σήμερα, όλοι γνωρίζουν ότι το Brexit ήταν μια καταστροφή για τη Μεγάλη Βρετανία και αυτό ώθησε τους εθνικιστές να αλλάξουν πορεία: δεν θέλουν πλέον να φύγουν από την Ένωση, αλλά να την αποδυναμώσουν εκ των έσω . Αυτό αντιπροσωπεύει έναν απείρως μεγαλύτερο κίνδυνο για το ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Υπάρχει σήμερα ένας μεγαλύτερος αριθμός ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και βουλευτών που συμμερίζονται ιδεολογικά το όραμα του Τραμπ και που, όπως αυτός, σίγουρα δεν είναι λάτρεις της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το διαίρει και βασίλευε του Τραμπ με την Ευρώπη θα ήταν πολύ πιο εύκολο τώρα από ό,τι το 2016: για τον απλό λόγο ότι το ανοσοποιητικό σύστημα της ΕΕ είναι πολύ πιο αδύναμο σήμερα.
Μια αναγκαία αλλά και δύσκολη συνοχή στον τομέα των πολιτικών
Η απειλή δεν είναι μόνο πολιτική, αλλά συνδέεται και με τις επιμέρους πολιτικές της ΕΕ. Μια ΕΕ όπου οι εθνικισμοί έχουν ισχυρή παρουσία θα έχει μεγάλη δυσκολία να συμφωνήσει σε βήματα προόδου στην άμυνα, το κλίμα, την τεχνολογία και την διεύρυνση. Για παράδειγμα, μια πιθανή αποδέσμευση των ΗΠΑ από την Ουκρανία και την ευρωπαϊκή ασφάλεια θα μετατόπιζε το βάρος στους ίδιους τους Ευρωπαίους, καλώντας τους να εντείνουν και να επιταχύνουν τη δέσμευσή τους σε τομείς όπως η άμυνα και η διεύρυνση. Στο οικονομικό και εμπορικό μέτωπο, ένας εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ τόσο με την Ευρώπη όσο και με την Κίνα θα ανάγκαζε τους Ευρωπαίους να επιταχύνουν τα σχέδια για την περαιτέρω ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και την ανάπτυξη μιας κοινοτικής βιομηχανικής πολιτικής.
Πολιτικά, η επιστροφή του Τραμπ θα πρέπει να ωθήσει τους Ευρωπαίους να ενωθούν, με αυτή τη συνοχή να μεταφράζεται σε κοινές ενέργειες για την ασφάλεια και την οικονομία. Ωστόσο, ακριβώς επειδή η Ευρώπη είναι πολιτικά πιο εύθραυστη σήμερα από ό,τι ήταν πριν από οκτώ χρόνια, μια δεύτερη προεδρία Τραμπ θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει μια σκληρή δοκιμασία για τις αντοχές της ΕΕ. Εδώ θα πρέπει να γίνει μια σοβαρή και ουσιαστική προετοιμασία για την αποτροπή ενός υπαρξιακού κινδύνου για την Ευρώπη.
Η Ευρώπη αντιμέτωπη με ένα παράδοξο
Η νίκη του Τραμπ δεν είναι δεδομένη. Οι Ευρωπαίοι, περισσότερο από οποιονδήποτε εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, ελπίζουν στην εκλογή της υποψήφιας των Δημοκρατικών, Καμάλα Χάρις. Η Χάρις, στην πραγματικότητα, θα αντιπροσώπευε την συνέχεια της τρέχουσας κυβέρνησης Τζο Μπάιντεν, η οποία με πολλούς τρόπους έχει επενδύσει σε σημαντική ενίσχυση των διατλαντικών σχέσεων, ειδικά σε τομείς όπως η ασφάλεια, η ενέργεια, το κλίμα και η τεχνολογία. Αν η Χάρις κέρδιζε τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, η πλειονότητα των Ευρωπαίων θα ένιωθαν ανακούφιση.
Εξ ου και το μεγάλο παράδοξο. Αν και τα σενάρια που σχετίζονται με τον Τραμπ και την Χάρις έχουν ριζικά διαφορετικές επιπτώσεις για εμάς τους Ευρωπαίους, η πολιτική ατζέντα που πρέπει να ακολουθήσουμε παραμένει η ίδια, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τις εκλογές στην Αμερική. Η ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας με την επιτάχυνση των ενεργειακών και τεχνολογικών μεταβάσεων μέσω μεγαλύτερης ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς , η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής και η συνέχιση της διεύρυνσης της ΕΕ αποτελούν βασικές, αν όχι υπαρξιακές, προτεραιότητες για τα επόμενα χρόνια.
Μια νίκη Τραμπ θα ενίσχυε την πολιτική βούληση των Ευρωπαίων να επιταχύνουν προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά συνάμα θα μείωνε τις πιθανότητες επιτυχίας λόγω των πιθανών εμποδίων που θέτει η Ουάσιγκτον. Μια νίκη της Χάρις, από την άλλη, θα αύξανε τις πιθανότητες επιτυχίας των Ευρωπαίων, αλλά θα κινδύνευε να μειώσει την πολιτική μας βούληση να σηκώσουμε τα μανίκια μας και να προσπαθήσουμε. Η έξοδος από αυτό ακριβώς το παράδοξο είναι και η πρόκληση που μας περιμένει.
* Ο Στράτος Γεραγώτης είναι δρ Παν/μίου Βρυξελλών