Τα γεγονότα στη Συρία προκάλεσαν «μούδιασμα» σε πολλές ευρωπαϊκές και μεσογειακές πρωτεύουσες, μεταξύ των οποίων και η Αθήνα. Η ταχύτητα των εξελίξεων, η εκπαραθύρωση του δικτάτορα Ασαντ και η αντικατάστασή του από ένα καθεστώς που αποτελεί «terra incognita» το πώς θα λειτουργήσει, φαίνεται ότι δεν μπορούσαν να προβλεφθούν.

Υπό το πρίσμα αυτό, την προσεχή Παρασκευή συνεδριάζει το ΚΥΣΕΑ, υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Σε αντίθεση με τα γραφόμενα, η συνεδρίαση είναι τακτική, καθώς είχε προγραμματιστεί εδώ και καιρό. Απλώς, λόγω (και) του Συριακού αναμένεται να είναι μακρά.

Στο επίκεντρο του ΚΥΣΕΑ αναμένεται να βρεθεί το προσφυγικό- μεταναστευτικό αλλά και το ενδεχόμενο εκκένωσης ελληνορθόδοξων (και άλλων) πολιτών από τη Συρία. Αναφορικά με το μεταναστευτικό, κάποιοι Ελληνες επιτελείς θεωρούν ότι υπάρχει πιθανότητα επιστροφής προσφύγων. Σε άλλους, πιο «κυνικούς» περί τα διεθνή ζητήματα, κυριαρχεί άλλη ανάγνωση: Το νέο ισλαμικό καθεστώς θα προβεί σε αντεκδικήσεις, κάτι που πιθανόν να σηματοδοτήσει νέο γύρο εμφυλίου πολέμου και συνεπώς νέες προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές.

«Παγώνει» το άσυλο

Για τον λόγο αυτό, θα τεθεί επί τάπητος το ζήτημα του ασύλου. Οπως εξήγησε ο γενικός γραμματέας Μεταναστευτικής Πολιτικής, Μάνος Λογοθέτης (ErtNews και ΣΚΑΪ), θα παγώσει το κομμάτι που αφορά την έκδοση απόφασης, αλλά η υποβολή αίτησης και η διαδικασία που ακολουθεί θα συνεχιστούν κανονικά.

«Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που έρχονται στην Ελλάδα υποβάλλουν αίτημα με βασικό ισχυρισμό ότι "κινδυνεύω στη Συρία, γιατί υπάρχει ένα αυταρχικό καθεστώς από την κυβέρνηση Ασαντ". Αυτό δεν υπάρχει πια. Αρα οφείλουμε να επανεξετάσουμε τα δεδομένα», σημείωσε ο ίδιος. «Η διαδικασία που έχει παγώσει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο αυτήν τη στιγμή είναι το να βγαίνει οριστική απόφαση», πρόσθεσε. Τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται μείωση των αφίξεων, κάτι που δεν πρέπει να θεωρείται «μόνιμη» κατάσταση.

Σχετικά με το ζήτημα της μεταφοράς Ελλήνων, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές η πρεσβεία στη Δαμασκό έχει συγκεντρώσει κάποια αιτήματα από συμπατριώτες μας που διαμένουν στο Χαλέπι όσο και στη συριακή πρωτεύουσα, τα οποία αξιολογούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Πηγές του υπουργείου Αμυνας τόνιζαν ότι υπάρχει η απαραίτητη ετοιμότητα μέσων και προσωπικού για τη διενέργεια επιχείρησης απεγκλωβισμού Ελλήνων, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζουν εάν τους έχει προωθηθεί σχετικό αίτημα από το υπουργείο Εξωτερικών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνέχιση της λειτουργίας της ελληνικής πρεσβείας στη Δαμασκό ήταν προσωπική απόφαση του πρέσβη Νικόλα Πρωτονοτάριου. Μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ, η κατάσταση ασφαλείας στη Δαμασκό ήταν έκρυθμη. Ο πρέσβης ενημέρωσε την Αθήνα ότι επρόκειτο να αποχωρήσει μαζί με δύο ακόμα υπαλλήλους. Εντούτοις, προϊούσης της ώρας και αφού η κατάσταση ασφαλείας βελτιώθηκε, αποφάσισε να παραμείνει στη θέση του προκειμένου η πρεσβεία να συνεχίσει να λειτουργεί, να εξυπηρετεί και να είναι σε επαφή με τους Ελληνες της περιοχής.

Φυσικά, στο ΚΥΣΕΑ θα συζητηθεί και ο ρόλος της Τουρκίας στα πρόσφατα γεγονότα. Η Αθήνα καταγράφει και μελετά προσεκτικά τις ενέργειες όλων των δρώντων στο Συριακό και δη της Αγκυρας, η οποία σε πρώτη φάση φαίνεται να αναδεικνύεται ενισχυμένη από τις εξελίξεις. Εντούτοις, για ανώτερους αξιωματούχους ακόμα δεν έχει σχηματοποιηθεί το πώς η (όποια) επιρροή της Τουρκίας θα μπορούσε να κεφαλαιοποιηθεί.

Στο ερώτημα εάν η Αγκυρα θα μπορούσε να οδηγήσει το νέο ισλαμικό καθεστώς της Συρίας να δράσει εις βάρος των συμφερόντων Ελλάδας και Κύπρου εν είδει «τουρκολιβυκού μνημονίου» –ή με την όποια μορφή–, οι ίδιες πηγές εκτιμούν ότι «για να δούμε τι άποψη έχει το νέο καθεστώς για τα περιφερειακά και διεθνή ζητήματα, πρέπει πρώτα να σταθεροποιηθεί και να ελέγξει ένα μεγάλο κομμάτι της Συρίας».

Ενημέρωση αρχηγών

Οπως είναι λογικό, τα τελευταία 24ωρα στο υπουργείο Εξωτερικών υπάρχουν διεργασίες και έντονη κινητικότητα. Σήμερα, ο υπουργός Γιώργος Γεραπετρίτης ενημερώνει τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων, ενώ αύριο θα συνεδριάσει το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής. Στη συνεδρίαση αναμένεται να μετάσχουν οι τρεις υφυπουργοί Εξωτερικών, ο πρόεδρος της επιτροπής Εθνικής Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής και δύο εκπρόσωποι από κάθε κοινοβουλευτικό κόμμα.