Καθώς βρισκόμαστε στα μέσα του 2025, η ελληνική κοινωνία έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται μια πολιτική επανάληψη, ένα déjà vu επικίνδυνο για τη σταθερότητα της χώρας. Δυνάμεις της αντιπολίτευσης, μικρότερα κόμματα με ρίζες στην ακραία αντισυστημική ρητορική, προσπαθούν να αναστήσουν το τοξικό, εκρηκτικό κλίμα του 2012. Ενα κλίμα που θυμίζει εντάσεις, οργή χωρίς όρια, συνθήματα με στόχο τον «εχθρό» και πολιτική χυδαιότητα.
Πολιτικοί παρατηρητές πιστεύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά, η Πλεύση Ελευθερίας και η Ελληνική Λύση βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της «ιδιάζουσας» νέας ρητορικής. Οχι απαραιτήτως από πολιτική ταύτιση, αλλά γιατί, είτε με τις θέσεις τους είτε με τη σιωπή τους, συντηρούν ή ενισχύουν μια ατμόσφαιρα που παραπέμπει σε πολιορκημένη χώρα.
Στριμωγμένοι
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 2025 δεν είναι πια η μεγάλη αριστερή δύναμη του 2015. Μετά την ηγεσία Κασσελάκη και τις εσωκομματικές συγκρούσεις που οδήγησαν στη διάσπαση και την ίδρυση της Νέας Αριστεράς, το κόμμα κατρακυλά σταθερά στις δημοσκοπήσεις. Μάλιστα τον Ιούνιο, υπήρξε μέτρηση που το έδειξε να μην περνά καν το όριο του 3%, μένοντας εκτός Βουλής.
Αυτό το σοκ φαίνεται να έχει ενεργοποιήσει δυνάμεις εντός ΣΥΡΙΖΑ που επιχειρούν να αναβιώσουν το κλίμα της εποχής των «πλατειών». Παλιά στελέχη, κομματικοί πυρήνες και δήθεν «αντισυστημικά» πρόσωπα καλλιεργούν το αφήγημα του «λαού που εξεγείρεται», ακόμα κι αν αυτό σημαίνει διαδικτυακή βία, καταγγελίες, συνθήματα και στοχοποιήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιοι αντί να κοιτάξουν πώς θα επανέλθουν στη θεσμική κανονικότητα, αναζητούν απεγνωσμένα ρόλο μέσα από πρακτικές αποσταθεροποίησης και σύγχυσης.
Η δημιουργία της Νέας Αριστεράς παρουσιάστηκε από όσους αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ ως προσπάθεια για επιστροφής στις... ριζοσπαστικές ρίζες. Στην πράξη, όμως, το κόμμα μοιάζει περισσότερο με λέσχη παλιών φίλων και ομοϊδεατών που νοσταλγούν τις ημέρες της έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης και κινηματικής δραστηριότητας της περιόδου των μνημονίων. Χωρίς ουσιαστική κοινωνική απήχηση, η Νέα Αριστερά προσπαθεί να επιβιώσει πολιτικά στήνοντας σκηνικά σύγκρουσης. Στα πανεπιστήμια, σε δημοτικά συμβούλια, σε κινητοποιήσεις αμφιβόλου στόχου, επιχειρεί να ενεργοποιήσει μηχανισμούς «λαϊκής πίεσης» που θυμίζουν τις χειρότερες ημέρες του 2012-2013. Παρατηρητές πιστεύουν ότι, αν δεν καταφέρει να διαμορφώσει ένα σαφές, σύγχρονο αφήγημα για τον ρόλο της Αριστεράς στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και της γεωπολιτικής αστάθειας, το μόνο που θα της μείνει θα είναι οι εντάσεις και τα συνθήματα. Πολιτικά νεκρή, θορυβώδης, αλλά χωρίς προοπτική.
Η έκπληξη του 2025 ήταν η άνοδος της Πλεύσης Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Η παρουσία της στον δημόσιο βίο δεν προέρχεται από πολιτική πρόταση, αλλά από την απόλυτη εναντίωση σε καθετί, το «όχι σε όλα». Αρνείται έμμεσα τη νομιμότητα της κοινοβουλευτική τάξης, θεωρεί ότι το κράτος είναι δομημένο πάνω σε προδοσίες, μιλά με υπαινιγμούς για «απόδοση δικαιοσύνης» με σχεδόν εκφοβιστικό ύφος.
Η κ. Κωνσταντοπούλου, παρά τη νομική της κατάρτιση, επιλέγει έναν λόγο που συχνά αγγίζει τα όρια της συνωμοσιολογίας. Καλλιεργεί την εντύπωση ότι η Ελλάδα είναι υπό κατοχή, ότι οι θεσμοί είναι διεφθαρμένοι, ότι «ο λαός» πρέπει να πάρει τον νόμο στα χέρια του. Η ρητορική αυτή δεν απέχει πολύ από τα συνθήματα των «Αγανακτισμένων» ή των ακροδεξιών ομάδων του 2012. Επιλέγει, λοιπόν, το μονοπάτι του λαϊκιστικού παροξυσμού, με εμφανή σημάδια «μπαχαλοποίησης» του διαλόγου και του Κοινοβουλίου.
Η Ελληνική Λύση έχει τη δική της πολιτική οπτική. Αν και δεν κάνει εκκωφαντικό θόρυβο, η ρητορική της συμβάλλει στη γενικότερη πολιτική αναταραχή. Με προτάσεις όπως η επαναφορά της θανατικής ποινής και η διευκόλυνση της οπλοκατοχής, αλλάκαι με συνεχείς αναφορές σε θεωρίες συνωμοσίας, το κόμμα αυτό νομιμοποιεί έναν λόγο συχνά αντιευρωπαϊκό και για κάποιους παρατηρητές αντιδημοκρατικό.
Σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου τέτοια κόμματα ήταν περιθωριακά, σήμερα η Ελληνική Λύση αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου μετώπου λαϊκισμού που απειλεί να υπονομεύσει την ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας. Η πολιτική ένταση και οι ακραίες απόψεις, που ενισχύονται, συντελούν στη διαμόρφωση ενός πολιτικού σκηνικού που περισσότερο θυμίζει εμπόλεμη ζώνη, παρά ευρωπαϊκή χώρα.
Επενδύουν στην ένταση
Το 2012, η Ελλάδα ζούσε τον τρόμο της χρεοκοπίας, με τις πλατείες να είναι γεμάτες από οργισμένα πλήθη και στους δρόμους να επικρατεί ένταση. Σήμερα, δεν υπάρχει τέτοια κρίση. Και όμως, οι συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις επιχειρούν να ανασύρουν το ζοφερό κλίμα εκείνης της περιόδου. Κατά την εκτίμηση πολιτικών αναλυτών, η επιδίωξη αυτή βασίζεται στη συνειδητή καλλιέργεια θορύβου, πανικού και αγανάκτησης – περιβάλλον μέσα στο οποίο μπορούν να διατηρήσουν την πολιτική τους παρουσία. Ο διάλογος δεν τους συμφέρει. Ο ρεαλισμός τούς εκθέτει. Η κοινωνική ηρεμία τούς ακυρώνει. Γι’ αυτό και προσπαθούν να βάλουν φωτιά σε κάθε δημόσια συζήτηση.
Οσοι παρακολουθούν στενά τις πολιτικές εξελίξεις πιστεύουν ότι από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο όλα θα οξυνθούν. Μια πρόγευση θα υπάρξει και κατά τη συζήτηση στη Βουλή μέσα στην εβδομάδα για το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ. Σε κάθε περίπτωση, το φθινόπωρο τα παραπάνω κόμματα, θα επιδιώξουν μέσω της έντασης να έχουν περισσότερα πολιτικά οφέλης.