Κυριακή βράδυ, 14 Ιουνίου 1987, και το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας είναι μια μπασκετική αρένα, γεμάτη παλμό, ιδρώτα και ένα ολόκληρο έθνος που κρατάει την ανάσα του.

Σαν σήμερα στον τελικό του Ευρωμπάσκετ, η Εθνική Ελλάδας Ανδρών αντιμετωπίζει τη Σοβιετική Ένωση. Όχι κάποιον περαστικό, αλλά τη μεγάλη δύναμη του ευρωπαϊκού μπάσκετ, εκείνη που οι άλλοι κοιτάζουν με δέος, όχι με βλέμμα «πάμε να τους κερδίσουμε».

Μα η Ελλάδα, εκείνο το βράδυ, δεν είχε δέος... είχε Γκάλη.

Ο Νίκος και οι άλλοι

Ο Νίκος Γκάλης, μισός άνθρωπος-μισός θρύλος, βάζει 40 πόντους στον τελικό, δεν κάνει παιχνίδι – κάνει επανάσταση. Δίπλα του ο Γιαννάκης, ο Καμπούρης, ο Φασούλας, ο Χριστοδούλου, και μια ολόκληρη ομάδα που δεν ξέρει τι σημαίνει «παρατάω».

Η κανονική διάρκεια τελειώνει 89-89 και η παράταση είναι για γερά νεύρα. Λίγα δευτερόλεπτα πριν από το τέλος, ο Αργύρης Καμπούρης στέκεται στη γραμμή των βολών, δεν τρέμει, δεν σκέφτεται, απλώς σκοράρει.

Το ταμπλό γράφει 103-101 και η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης.

Και μετά τίποτα δεν ήταν ίδιο

Αυτό δεν ήταν απλώς μια αθλητική επιτυχία. Ήταν η στιγμή που ένα ολόκληρο έθνος σηκώθηκε λίγο ψηλότερα.

Οι δρόμοι πλημμύρισαν από κόσμο, ήταν από εκείνες τις νύχτες που ο γείτονας γίνεται φίλος και ο άγνωστος γίνεται συμπαίκτης. Μια νύχτα που η Ελλάδα χαμογέλασε με την ψυχή της.

Όταν το αουτσάιντερ έγινε πρωταγωνιστής

Η ομάδα του Κώστα Πολίτη δεν μπήκε στο τουρνουά με τυμπανοκρουσίες, μπήκε με δουλειά, επιμονή και την αφέλεια του ανθρώπου που δεν ξέρει τι σημαίνει «δεν μπορείς». Και στο τέλος, απέδειξε πως το «δεν μπορείς» είναι απλώς μια φράση, μέχρι να βρεθεί κάποιος να την ακυρώσει.

Σήμερα;

Σήμερα, όλοι θυμούνται πού ήταν εκείνο το βράδυ, τι φώναζαν, πώς πανηγύρισαν και πώς έκλαψαν. Μέχρι και σήμερα καθε φορά που η μπάλα αγγίζει τη στεφάνη και ακούγεται εκείνο το «τσουφ», θυμόμαστε λίγο από εκείνη τη μαγική βραδιά του ’87.

Γιατί δεν ήταν απλώς μπάσκετ. Ήταν μια μικρή χώρα που, για λίγο, έδειξε τι σημαίνει να παίζεις με ψυχή.