Σαν σήμερα, 29 Οκτωβρίου 1959, η Ελλάδα ζούσε την πρώτη μεγάλη αεροπορική τραγωδία της τότε νεοσύστατης Ολυμπιακής Αεροπορίας.
Όλα ξεκίνησαν όταν το Douglas C-47A, γνωστό και ως DC-3, απογειώθηκε από το αεροδρόμιο στο Ελληνικό με προορισμό τη Θεσσαλονίκη κι έπειτα από πέντε μόλις λεπτά χάθηκε από τα ραντάρ. Και κάπως έτσι για πρώτη φορά που η φράση «αεροπορικό δυστύχημα» θα συνδεόταν με το όνομα του Αριστοτέλη Ωνάση.
Το χρονικό του δυστυχήματος
Το αεροσκάφος πετούσε σε χαμηλό ύψος και με ήπιο καιρό, όταν, λίγο μετά τις 9 το πρωί κάτοικοι της περιοχής του Αυλώνα άκουσαν μια εκκωφαντική έκρηξη και είδαν φλόγες να κατεβαίνουν από τον ουρανό.
Οταν οι Αρχές πλησίασαν τον τόπο της συντριβής επικρατούσε ένα χάος: συντρίμμια διάσπαρτα, κομμάτια από το αεροσκάφος σπαρμένα σε μεγάλη ακτίνα, καπνοί και απόλυτη σιωπή. Κανείς από τους 19 επιβαίνοντες, πλήρωμα και επιβάτες, δεν επέζησε.
Οι έρευνες ξεκίνησαν αμέσως, αλλά τα ερωτήματα αποδείχθηκαν περισσότερα από τις απαντήσεις. Ένα φτερό του αεροσκάφους βρέθηκε αποκομμένο αρκετά μέτρα μακριά, γεγονός που ενίσχυσε την υπόνοια ότι η έκρηξη συνέβη στον αέρα, ίσως λόγω ανάφλεξης στη δεξαμενή καυσίμων. Άλλοι μίλησαν για μηχανική βλάβη, άλλοι για ανθρώπινο λάθος. Δυστυχώς, η τεχνολογία της εποχής δεν επέτρεψε ασφαλές πόρισμα και έτσι, το πρώτο δυστύχημα της Ολυμπιακής έμεινε χωρίς εξήγηση, τυλιγμένο σε ένα μόνιμο πέπλο μυστηρίου.
Το θέμα είναι ότι η Ολυμπιακή εκείνα τα χρόνια βρισκόταν ακόμη στην αρχή της διαδρομής της και ο Ωνάσης είχε αναλάβει την εταιρεία μόλις το 1957, με όραμα να κάνει την Ελλάδα «γέφυρα του αέρα» ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή. Με αποτέλεσμα, η τραγωδία να κλονίσει την πίστη του κοινού στις εσωτερικές πτήσεις, σε μια εποχή που οι περισσότεροι Έλληνες δεν είχαν μπει ποτέ σε αεροπλάνο.
Μάλιστα, οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν για «το πιο θλιβερό συμβάν στους ουρανούς της Ελλάδος». Οι φωτογραφίες του καμένου DC-3, με το σήμα της Ολυμπιακής να διακρίνεται πάνω στα συντρίμμια, σημάδεψαν τη συλλογική μνήμη μιας χώρας που μόλις μάθαινε να πετά.
Βέβαια, το δυστύχημα του 1959 δεν έφερε μόνο πόνο, έφερε και συνειδητοποίηση. Για πρώτη φορά, η Ελλάδα άρχισε να συζητά σοβαρά για την αεροπορική ασφάλεια, τη συντήρηση των αεροσκαφών, την εκπαίδευση των πληρωμάτων. Η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας προσπάθησε να θεσπίσει αυστηρότερους ελέγχους, όμως η απουσία τεχνολογικών μέσων και καταγραφικών συσκευών (τα γνωστά «μαύρα κουτιά» δεν χρησιμοποιούνταν ακόμη ευρέως) άφησε τα αίτια του δυστυχήματος για πάντα στο σκοτάδι.
Περισσότερο από εξήντα χρόνια μετά, το μυστήριο παραμένει και κανείς δεν γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη στον ουρανό του Αυλώνα εκείνο το πρωινό του Οκτωβρίου. Το μόνο βέβαιο είναι ότι εκεί, ανάμεσα στα φτερά του πρώτου αεροσκάφους της Ολυμπιακής που χάθηκε, κρύβεται ένα κομμάτι της ιστορίας της ελληνικής αεροπορίας. Ένα μάθημα για το πώς το ταξίδι προς την πρόοδο περνά, πάντα, από τον φόβο της πτώσης.
