Επιστροφή στο… μέλλον για τη Ρωσία με μνήμες να ξυπνούν από την αλήστου μνήμης εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς βουλευτές υπερψήφισαν νομοσχέδιο που επαναφέρει το δικαίωμα στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας (FSB) να διαχειρίζεται μόνη της κέντρα κράτησης. Πρακτικά δηλαδή η FSB θα έχει εφεξής το δικαίωμα να κρατά σε χώρους της επιλογής και της απολύτου αρμοδιότητάς της ύποπτους ή κατηγορούμενους για προδοσία, κατασκοπεία, τρομοκρατία ή γενικότερα εξτρεμιστικές ενέργειες, αναβιώνοντας στην ουσία τον θεσμό των γκουλάγκ της σοβιετικής και κομμουνιστικής εποχής.
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Βεβαίως μεσολαβεί η διαδικασία της τυπικής έγκρισης του νομοσχεδίου από την Άνω Βουλήκαι η υπογραφή από τον Βλαντίμιρ Πούτιν προκειμένου η συγκεκριμένη διάταξη να γίνει νόμος, ωστόσο ουδείς έχει την παραμικρή αμφιβολία πως αυτό θα συμβεί και έτσι η Ρωσία του 2025 θα βρεθεί αντιμέτωπη με πρακτικές βγαλμένες από τον... μεσοπόλεμο.
Οι υποστηρικτές του νόμου επικαλούνται δε την αυξημένη –όπως υποστηρίζουν– δραστηριότητα ξένων πρακτόρων και τις τρομοκρατικές απειλές ύστερα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το ξέσπασμα του πολέμου, τον οποίο ο πρόεδρος Πούτιν εμφανίζεται –ειδικά το τελευταίο διάστημα– αποφασισμένος να μην εγκαταλείψει και να μη συναινέσει σε οποιαδήποτε πρόταση ακόμη και από τον οικείο στον ίδιο Ντόναλντ Τραμπ προκειμένου να υπάρξει ένας κάποιος συμβιβασμός και ουσιαστική εκεχειρία.
Τα γκουλάγκ υπήρξαν ουσιαστικά στη δεκαετία του ’30 ο πρόδρομος των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, αφού οι κρατούμενοι στην τότε Σοβιετική Ένωση υποχρεώνονταν σε καταναγκαστική εργασία έως και 18 ώρες ημερησίως. Μάλιστα, γκουλάγκ ονομαζόταν κατά κυριολεξία η υπηρεσία που είχε την ευθύνη για τη διαχείριση των στρατοπέδων συγκέντρωσης, όπου βρέθηκαν και βασανίστηκαν ακόμη και έως το τέλος της ζωής τους δεκάδες χιλιάδες αντιφρονούντες της εποχής.
Και στη Δύση έγιναν γνωστά μόλις τη δεκαετία του ’70, μέσα από τις σελίδες του συγκλονιστικού μυθιστορήματος «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» του νομπελίστα συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν. Ενώ πρωτοστάτης της πρακτικής του εξορισμού και της φυλάκισης των αντιφρονούντων στα γκουλάγκ υπήρξε ο περιβόητος Λαβρέντι Μπέρια, αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών της Σοβιετικής Ενωσης την εποχή του Ιωσήφ Στάλιν.
Σήμερα, η ψήφιση της νομοθεσίας που επιτρέπει στην FSB να λειτουργήσει στην πράξη και πάλι τα γκουλάγκ εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο αυστηροποίησης των ελέγχων και των εξουσιών για την εσωτερική επιτήρηση, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι φωνές που υποστηρίζουν ότι το Κρεμλίνο επιχειρεί να επιβάλει ένα καθεστώς τρομοκρατίας στο εσωτερικό προκειμένου να εδραιωθεί η εξουσία του και να σταματήσουν να υπάρχουν αντίθετες φωνές ειδικά σε ό,τι αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Από την πρώτη στιγμή, άλλωστε, υπήρξαν αρκετές επικρίσεις για τη στάση του προέδρου Πούτιν και κυρίως την επιμονή του στις πολεμικές επιχειρήσεις και το αιματοκύλισμα που αγγίζει και τη Ρωσία, καθώς οι απώλειες στο πεδίο της μάχης υπολογίζονται σε δεκάδες χιλιάδες Ρώσους στρατιώτες που έχουν πέσει νεκροί από την πρώτη στιγμή της εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Οι πρακτικές που ακολουθεί ο Πούτιν, πάντως, είναι εντυπωσιακό ότι προκαλούν μεταξύ άλλων τη συνεχιζόμενη αφωνία και των εγχώριων κύκλων –αριστερών και μη– που δηλώνουν υποστηρικτές του Ρώσου προέδρου. Δεν καταδίκασαν ποτέ την εισβολή στην Ουκρανία, κάποιοι «βάφτισαν» από κεκτημένη ταχύτητα και συνήθεια τον πόλεμο ως «ιμπεριαλιστικό» και όλοι μαζί τώρα θεωρούν περιττό να σχολιάσουν οτιδήποτε για την αναβίωση των γκουλάγκ.
Πιθανότατα γιατί δεν έχουν κανένα πρόβλημα να οραματιστούν το ίδιο για τους πολιτικούς τους αντιπάλους και ιδίως όσοι δηλώνουν... συνεπείς αριστεροί να διακηρύξουν με βάση το δόγμα τους που λέει πως «τη δεύτερη φορά Αριστερά θα είναι όλα αλλιώς» ότι θα προχωρήσουν σε κάτι αντίστοιχο. Στα δικά τους γκουλάγκ, όχι πλέον κατά τα σοβιετικά, αλλά κατά τα… πουτινικά πρότυπα.