Τα θετικά βήματα που σημειώνει η ελληνική οικονομία και που αντανακλώνται και στις επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών αποτυπώνει η Moody’s Investors Service στην έκθεση που δημοσιεύεται σήμερα.
Μεταξύ άλλων επισημαίνεται ότι οι προοπτικές για το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας παραμένουν θετικές, καθώς το περιβάλλον λειτουργίας θα είναι ευνοϊκό το 2023-2024, με την οικονομική και ισχυρή πιστωτική ανάπτυξη να στηρίζει τις επιδόσεις των τραπεζών.
“Προβλέπουμε ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά περίπου 1,8% το 2023 και 1,7% το 2024, μετά από μια ισχυρή ανάπτυξη 5,9% το 2022. Αν και η αύξηση των καταναλωτικών δαπανών το 2022 θα εξασθενήσει πιθανώς το 2023 λόγω των πληθωριστικών πιέσεων και των υψηλότερων επιτοκίων, οι ισχυρές επιδόσεις της τουριστικής βιομηχανίας είναι πιθανό να διατηρηθούν, στηρίζοντας την ελληνική οικονομία. Η διευκόλυνση της ΕΕ για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα (RRF) θα συνεχίσει να στηρίζει διάφορα έργα για τη διατήρηση των πιστωτικών ροών και τον μετριασμό των κινδύνων για το τραπεζικό σύστημα τους επόμενους 12-18 μήνες” ,υπογραμμίζεται στην έκθεση.
“Διατηρούμε τις προοπτικές μας ως θετικές για το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας (Ba3 positive), λαμβάνοντας υπόψη των ευνοϊκών οικονομικών συνθηκών που αναμένονται για το 2023-2024 και της συνεχιζόμενης ισχυρής πιστωτικής ανάπτυξης, που στηρίζει τις επιδόσεις των τραπεζών. Οι τράπεζες έχουν μειώσει σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) τα τελευταία χρόνια, ενώ η ποιότητα των δανείων αναμένεται να σταθεροποιηθεί παρά τις δυσκολίες που αναμένονται για τους ευάλωτους πελάτες λόγω των υψηλότερων επιτοκίων”, εξηγεί ο οίκος.
Η ζήτηση εταιρικών πιστώσεων θα συνεχίσει να στηρίζει την κύρια κερδοφορία των τραπεζών, ενώ οι προβλέψεις για επισφάλειες θα υποχωρήσουν από τα προηγούμενα έτη και το κόστος θα συγκρατηθεί. Τα επίπεδα κεφαλαίου θα παραμείνουν ανέπαφα και οριακά θα αυξηθούν καθώς οι τράπεζες δημιουργούν κεφάλαιο εσωτερικά μέσω των παρακρατηθέντων κερδών. Η χρηματοδότηση και η ρευστότητα θα είναι υγιείς, καθώς οι καταθέσεις των πελατών θα αυξάνονται και οι τράπεζες θα συνεχίσουν να αξιοποιούν τις κεφαλαιαγορές για τη δημιουργία των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL). Λόγω των δομών των ισολογισμών τους, θεωρεί η Moody’s ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σε γενικές γραμμές ανθεκτικό σε επιπτώσεις της νομισματικής σύσφιξης.
Σταθεροποίηση στην ποιότητα των δανείων
Η ποιότητα των δανείων πιθανότατα θα σταθεροποιηθεί, παρά τις πιέσεις που αναμένεται να ασκηθούν στους ευάλωτους δανειολήπτες από το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης. Οι τράπεζες μείωσαν σημαντικά τα παλαιά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, κυρίως μέσω τιτλοποιήσεων με το πρόγραμμα προστασίας περιουσιακών στοιχείων της κυβέρνησης (Ηρακλής) που βοήθησαν στην εκκαθάριση των επισφαλών περιουσιακών στοιχείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών. Η Moody’s αναμένει ότι όλες οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες θα έχουν μεσαίο μονοψήφιο δείκτη NPE τους επόμενους 12-18 μήνες, σύμφωνα με τα επιχειρηματικά τους σχέδια.
Οι πιθανοί καθοδικοί κίνδυνοι που προκύπτουν από τις πληθωριστικές πιέσεις στους ευάλωτους δανειολήπτες είναι πιθανό να αντισταθμιστούν από την ανθεκτικότητα του εταιρικού τομέα και των νέων δανείων που σχετίζονται με το RRF. Τα μέτρα στήριξης που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση για να συμβάλει στην άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων στους ευάλωτους δανειολήπτες, οι οποίοι επιδοτούνται εν μέρει από το τραπεζικό σύστημα, θα έχουν ελάχιστο αντίκτυπο στις επιδόσεις των τραπεζών και στην ποιότητα του ενεργητικού τους.
Από την άλλη, το υψηλό επίπεδο των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων θα συνεχίσει να υπονομεύει την ποιότητα των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών, διότι αποτελούν περισσότερο από το ήμισυ του CET1 των τραπεζών.
Η κερδοφορία θα υποστηριχθεί από τα υψηλότερα περιθώρια δανεισμού και την αύξηση των επιχειρηματικών δανείων. Οι ελληνικές τράπεζες επικεντρώνονται τώρα στη βελτίωση της διαρθρωτικής κερδοφορίας, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII).
«Αναμένουμε ότι τα περιθώρια των τραπεζών και το NII θα επωφεληθούν από τα υψηλότερα επιτόκια και τα νέα εταιρικά δάνεια, τα οποία θα αμβλύνουν τις επιπτώσεις των πωλήσεων NPEs που μείωσαν τα υπόλοιπα των δανείων τα τελευταία χρόνια.
Κατά συνέπεια, αναμένουμε ότι η κερδοφορία των τραπεζών θα βελτιωθεί, υποστηριζόμενη επίσης από τα υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, τη συγκράτηση του κόστους (που εξισορροπείται από επενδύσεις στην ψηφιοποίηση) και μέτριες προβλέψεις για επισφάλειες τους επόμενους 12-18 μήνες. Όλες οι τράπεζες στοχεύουν να επιτύχουν απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE) περίπου 10% ή υψηλότερα έως το 2024, αν και ορισμένες από αυτές έχουν ήδη επιτύχει αυτόν τον στόχο το 2022 με τη βοήθεια εφάπαξ κερδών», καταλήγει ο οίκος.