Την πρόωρη αποπληρωμή διμερών δανείων δύο ετών τα οποία έχει συνάψει η Ελλάδα με χώρες της Ευρωζώνηςκατά την περίοδο του πρώτου μνημονίου προανήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε στο Bloomberg.
Όπως γράφει η ΕΡΤ, πρόκειται για χρέος που ισοδυναμεί με 5,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Ειδικότερα, γα το 2024 υπάρχει η υποχρέωση να καταβάλλουμε σε χώρες της ευρωζώνης 2,64% δισεκατομμύρια ευρώ, ως δόση δανείου που ουσιαστικά έχει συναφθεί στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου, μια δανειακή υποχρέωση που ήδη διαρκεί πάνω από δέκα χρόνια. Άλλα τόσα είναι οι υποχρεώσεις για το 2025.
Οι πηγές χρηματοδότησης
Το βασικό ερώτημα είναι πού θα βρεθούν τα χρήματα: Θα αξιοποιηθεί μέρος των ταμειακών διαθεσίμων της χώρας. Αυτή τη στιγμή τα ταμειακά διαθέσιμα ανέρχονται στα 34 δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα θα αξιοποιηθούν και τα χρήματα που θα εισρεύσουν στη χώρα από τις επανεκδόσεις ομολόγων που έχουν προγραμματιστεί από τώρα και μέχρι το τέλος του χρόνου. Τέσσερις επανεκδόσεις ομολόγων θα δούμε τις επόμενες ημέρες, με τον πρώτο γύρο για το β’ εξάμηνο να γίνεται στα μέσα Ιουλίου και αναμένεται να αντληθούν έως και 1,6 δισ. ευρώ.
Τα πλεονεκτήματα της πρόωρης αποπληρωμής χρέους
Αυτή η κίνηση αποσκοπεί σε μια σειρά από θετικές εξελίξεις. Η μία είναι να ελαφρυνθεί το βάρος των επόμενων ετών. Η δεύτερη είναι η διασφάλιση περαιτέρω κερδών σε επίπεδο τόκων, καθώς υπάρχει πρόωρη αποπληρωμή χρέους.
H τρίτη είναι να διασφαλιστεί ένας βασικός εθνικός στόχος που είναι η μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ το οποίο έκλεισε στο 171,3% με μία πολύ μεγάλη μείωση το 2022. Σημειώνεται ότι μέσα στην πανδημία φτάσαμε και πάνω από το 200% και ο στόχος είναι φέτος να κλείσουμε στο 162,6%, και προς αυτήν την κατεύθυνση αναμένεται να βοηθήσουν οι πρόωρες αποπληρωμές. Για την επόμενη χρονιά στόχος είναι το 150,8%.
Τι θα αλλάξει όταν η χώρα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα
Ο πρωθυπουργός, στην ίδια συνέντευξη, αναφέρθηκε και στην επενδυτική βαθμίδα. Δήλωσε ότι στοχεύει η Ελλάδα να την ανακτήσει φέτος, 13 χρόνια μετά την απώλειά της στην αρχή μιας μακράς και επώδυνης οικονομικής κρίση.
Η αναβάθμιση θα αλλάξει τον τρόπο που αντιμετωπίζουν οι επενδυτές τη χώρα μας καθώς πολλοί δεν επενδύουν στην Ελλάδα λόγω έλλειψης υψηλής βαθμολόγησης. Η οικονομία της χώρας έχει ανακτήσει μεγάλο κομμάτι της εμπιστοσύνης ωστόσο είναι αναγκαία η επίσημη επιβεβαίωση μέσα από τους οίκους αξιολόγησης. Έχει επιτευχθεί μείωση του κόστους δανεισμού σε ένα περιβάλλον με υψηλά επιτόκια και η ελληνική οικονομία πηγαίνει καλύτερα το 2023, κάτι που δίνει δημοσιονομικό χώρο για περαιτέρω μείωση του ελληνικού χρέους, εξέλιξη που θα στείλει θετικό σήμα προς τους επενδυτές και τις αγορές ότι δεν επικεντρωνόμαστε μόνο στην ανάπτυξη αλλά και ότι ο λόγος του χρέους μας προς το ΑΕΠ θα συνεχίσει να μειώνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό.
Τα κρίσιμα ραντεβού με τους διεθνείς οίκους
Οι προγραμματισμένες αξιολογήσεις του ελληνικού αξιόχρεου δεν αργούν. Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope, που βαθμολογεί την Ελλάδα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, θα δώσει τη νέα ετυμηγορία του στις 4 Αυγούστου με τις προοπτικές να είναι υψηλές για μία αναβάθμιση που θα σημάνει αυτόματα και την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας.
Στο διάστημα από τις 8 Σεπτεμβρίου έως την 1η Δεκεμβρίου θα έχουμε νέες ετυμηγορίες και από τους τέσσερις μεγάλους οίκους που λαμβάνει υπόψη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με τρεις από αυτούς – Fitch, S&P και DBRS – να αξιολογούν επίσης την Ελλάδα ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Και οι τρεις αυτοί οίκοι είναι πολύ πιθανό να προχωρήσουν σε αναβαθμίσεις που θα σημάνει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας 13 χρόνια μετά την απώλειά της στην αρχή της κρίσης χρέους.
Πρώτος στη σειρά θα αξιολογήσει την Ελλάδα ο DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου, ενώ μία εβδομάδα μετά, στις 15 Σεπτεμβρίου, θα ακολουθήσει ο Moody’s, ο οποίος αναμένεται να αναβαθμίσει το ελληνικό αξιόχρεο χωρίς να δώσει την επενδυτική βαθμίδα καθώς είναι ο μόνος οίκος που η αξιολόγησή του απέχει σημαντικά από αυτή (τρεις βαθμίδες). Στις 20 Οκτωβρίου είναι η σειρά του S&P και ο κύκλος για εφέτος θα κλείσει με τον Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
Πρόγευση για τη στάση που θα κρατήσουν έδωσαν όλοι οι οίκοι αξιολόγησης μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, κάνοντας αναφορά στην πολιτική σταθερότητα.